Μια σαρωτική… «τρύπια καρδιά»

Μια σαρωτική… «τρύπια καρδιά»

1' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρά την όλο και μεγαλύτερη ανησυχία για τον κορωνοϊό, και την ώρα που πολλά θέατρα και μουσικές σκηνές ματαίωναν το πρόγραμμά τους, εκατοντάδες –κυρίως νέοι– θεατές σχηματίζουν ουρές τις τελευταίες ημέρες έξω από τον κινηματογράφο «Αστυ».

Ηδη από την πρεμιέρα της στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, η «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» ενθουσίασε το κοινό. Μέσα σε μια ιστορία γεμάτη αντιζηλίες, υποκρισία, μηχανορραφίες και φονικά, το γέλιο των θεατών ηχούσε έως τους διαδρόμους του ωραίου κτιρίου της λεωφόρου Συγγρού, αυθόρμητο και συνωμοτικό. Γιατί συνωμοτικό; Διότι αναγνωρίζουν και στην καινούργια ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, κάτι που δεν συναντά κανείς συχνά. Την αδρή αποτύπωση της σκληρής ή και χυδαίας γλώσσας με την οποία πάρα πολλοί άνθρωποι, κάθε κοινωνικής τάξης και μόρφωσης, μιλούν όταν εξωθούνται στα άκρα, από τα σπίτια τους, τον δρόμο, τα καφενεία έως τη Βουλή.

Οι ηθοποιοί του Οικονομίδη ξέρουν πολύ καλά να κρύβουν από τον θεατή, ότι πριν τους δει οργισμένους και καταχθόνιους να βρίζουν στην οθόνη, έχουν εργαστεί μαζί του με πρόβες επί προβών για έξι ολόκληρους μήνες. Ο διεισδυτικός κινηματογραφιστής διαλέγει για τις ταινίες του ανθρώπους «που έχουν γράψει χιλιόμετρα στη ζωή», σφυρηλατημένους, που «είναι γραμμένοι» όπως λέει, αντίθετα με άλλους «σαλονάτους ηθοποιούς» που έχει συνεργαστεί και δεν καταλαβαίνουν πάντα.

Αυτού του είδους οι ταινίες ή οι παραστάσεις, μεταξύ έντονου ρεαλισμού και σουρεαλισμού, σκίζουν όχι γιατί οι ήρωες βρίζουν στην οθόνη ή στη σκηνή, αλλά γιατί όπως συμβαίνει στην «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», αποκαλύπτουν με αδυσώπητο τρόπο την υποκρισία μιας μεγάλης πλευράς της ελληνικής κοινωνίας. Και όλα αυτά με σαρωτικό, σαρκαστικό, βιτριολικό χιούμορ. Αυτό πέτυχε ο Οικονομίδης και στην παράσταση «Στέλλα κοιμήσου» που παίχτηκε τρεις σεζόν στο Εθνικό Θέατρο, το ίδιο τώρα και στην ταινία του.

Ο ίδιος θεωρεί ότι τοποθετεί τον εαυτό του απέναντι από τον ποιητικό καθωσπρεπισμό με τον οποίο αποτυπώνονται οι ανθρώπινες συμπεριφορές στο ελληνικό σινεμά και στο θέατρο. «Εχουμε μείνει 30 χρόνια πίσω», επισημαίνει στις συζητήσεις, γι’ αυτόν τον λόγο οι νέοι αγαπάνε και εκφράζονται τόσο με το ραπ. Eνα μουσικό είδος που δεν είναι φτιασιδωμένο, με όλα τα ελαττώματά του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή