Σημείο βρασμού ★★★
ΔΡΑΜΑ (2021)
Σκηνοθεσία: Φίλιπ Μπαραντίνι
Ερμηνείες: Στίβεν Γκράχαμ, Τζέισον Φλέμινγκ, Ρέι Πάνθακι
Αξιοποιώντας την τεχνική του μονοπλάνου, ο σκηνοθέτης ακολουθεί έναν έναν τους χαρακτήρες σε ένα γεμάτο ένταση θρίλερ, ικανό να αγχώσει τον θεατή.
Καλά τα ριάλιτι μαγειρικής που είναι ιδιαίτερα δημοφιλή και στη χώρα μας, ωστόσο ο κινηματογράφος αποδεικνύει για άλλη μια φορά την αξία του, ακόμα και μέσα στις κουζίνες. Πρώην σεφ επί 12 χρόνια και νυν σκηνοθέτης, ο Φίλιπ Μπαραντίνι ενορχηστρώνει ένα εντυπωσιακό μονοπλάνο μιάμισης ώρας, στη διάρκεια της οποίας η κάμερά του καταγράφει τους πυρετώδεις ρυθμούς μιας επαγγελματικής κουζίνας και του αντίστοιχου εστιατορίου που αυτή τροφοδοτεί. Εδώ ωστόσο δεν πρόκειται για ντοκιμαντέρ, αν και μοιάζει αρκετά με τέτοιο, αλλά για μυθοπλασία με βασικό πρωταγωνιστή τον Αντι (Στίβεν Γκράχαμ), σεφ ενός διακεκριμένου ρεστοράν το οποίο ετοιμάζεται να υποδεχθεί τους πελάτες μιας βραδιάς με πάρα πολλή δουλειά. Εξαρχής ωστόσο τα πράγματα θα πάνε στραβά, με τον Αντι και το υπόλοιπο προσωπικό του μαγαζιού να αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα, ενώ οι αποκαλύψεις «τρέχουν» μαζί με τις παραγγελίες.
Αυτό που παρακολουθούμε επί της ουσίας εδώ είναι ένα γεμάτο ένταση θρίλερ, ικανό να αγχώσει τον θεατή περίπου στα επίπεδα που το κάνει και για τους πρωταγωνιστές του. Το επίτευγμα του μονοπλάνου, που ακολουθεί έναν έναν τους χαρακτήρες καθώς η δράση ξεδιπλώνεται, είναι φυσικά καταλυτικό, ωστόσο δεν φτάνει από μόνο του. Εχοντας προφανώς ιδία εμπειρία από τις κουζίνες, ο Μπαραντίνι «πυροβολεί» τους ήρωες με ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί: υγειονομικός έλεγχος, ατυχήματα, παραλείψεις, αγενείς πελάτες αλλά και ανοιχτοί λογαριασμοί του παρελθόντος είναι μερικά μόνο από όσα συμβαίνουν με ταχύτατους ρυθμούς.
Οσο για τις δυσκολίες ενός τόσο ιδιαίτερου γυρίσματος, ο σκηνοθέτης αποκαλύπτει τη θαυμαστή πραγματικότητα: «Αποφασίσαμε να προγραμματίσουμε τέσσερα βράδια για το γύρισμα. Θα το γυρίζαμε δύο φορές κάθε βράδυ. Διαδραματίζεται Μάρτιο, οπότε έχει ακόμα λίγο φως έξω. Θα ξεκινούσαμε γύρω στις 6 το απόγευμα. Αλλά μετά άρχισε να γίνεται χαμός με τον κορωνοϊό. Τη δεύτερη μέρα μαζεύτηκαν όλοι και είπαν ότι έχει αρχίσει να γίνεται πολύ κλειστοφοβικό και πολύ επικίνδυνο. Ημασταν πάνω από 150 άτομα εκεί ταυτόχρονα. Οπότε τελικά είχαμε μόνο δύο μέρες γυρισμάτων».
Συνολικά η ταινία του Μπαραντίνι είναι από αυτές που βλέπονται με μια ανάσα. Φυσικά δεν είναι όλα άψογα εδώ· οι φρενήρεις ρυθμοί, για παράδειγμα, δεν μας αφήνουν να δώσουμε προσοχή σε ενδιαφέροντα θέματα που φέρνουν στο προσκήνιο οι χαρακτήρες – ούτε καν στους ίδιους τους χαρακτήρες κάποιες στιγμές. Από την άλλη, το τελικό αποτέλεσμα είναι τόσο συναρπαστικό και αγωνιώδες ώστε αυτές οι ελλείψεις να μην κοστίζουν πολύ στην εμπειρία της θέασης.