Ελίζ Ζαλαντό: «Eγώ ξένη; Πατρίδα μου το σινεμά και ο κόσμος του»

Ελίζ Ζαλαντό: «Eγώ ξένη; Πατρίδα μου το σινεμά και ο κόσμος του»

5' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Ελίζ Ζαλαντό ζει στην Ελλάδα τα τελευταία έξι χρόνια. «Δεν έχω καμιά νοσταλγία για το πώς ήταν η Ελλάδα πριν, γιατί απλούστατα δεν τη γνώρισα. Δεν ξέρω το “πριν”», λέει η Γαλλίδα παραγωγός, νέα γενική διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Εφτασε στην Αθήνα στις 5 Mαΐου του 2010, «την ημέρα της μεγάλης διαδήλωσης, με τρεις ανθρώπους νεκρούς».

Λέξεις όπως «κρίση» και «δυσκολία» τις χρησιμοποιεί με πολλή προσοχή και φροντίζει να προσθέσει: «Η κατάσταση είναι δύσκολη, αλλά αν τη συγκρίνουμε με άλλες χώρες…». Γι’ αυτό και όταν προσγειώθηκε στην ελληνική πραγματικότητα του 2010, με τον Ιρανοαμερικανό σύζυγό της, παραγωγό επίσης, και τον ηλικίας τότε 2,5 ετών γιο της, στρώθηκε στη δουλειά. Ιδρυσε το Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, όσο εργαζόταν στο Γαλλικό Ινστιτούτο, και διετέλεσε μέλος του Δ.Σ. του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου την περίοδο 2011-2014. Η Ελίζ Ζαλαντό απέκτησε αξιοπιστία και «καλό όνομα» στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο σε σύντομο χρονικό διάστημα. Πριν από λίγους μήνες επελέγη για τη θέση της γενικής διευθύντριας του φεστιβάλ. Η εμπειρία και η γνώση της τη βοήθησαν να έχει την πιο ολοκληρωμένη παρουσίαση για τη λειτουργία και εξέλιξη του θεσμού ανάμεσα στους συνυποψηφίους της, σύμφωνα με τα μέλη του Δ.Σ. τα οποία και την πρότειναν.

Οι σκέψεις

Ποιες είναι οι προθέσεις και οι σκέψεις της 47χρονης Γαλλίδας με την εφηβική εμφάνιση για το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, έναν θεσμό που απογειώθηκε από την εποχή της διεθνοποίησής του (1992), με τον Μισέλ Δημόπουλο και τον Δημήτρη Εϊπίδη; Τον Δ. Εϊπίδη διαδέχθηκε, εξάλλου, στη θέση αυτή. Οσο φειδωλή είναι η Ελίζ Ζαλαντό με τις λέξεις «κρίση» και «δυσκολία» τόσο επανέρχεται διαρκώς στην «ομάδα» και στη «συνεργασία». Το απέδειξε στον τρόπο που συνέβαλε ώστε να πλαισιωθεί από τους κατάλληλους ανθρώπους. Η καλλιτεχνική διεύθυνση ανατέθηκε στον κριτικό και διευθυντή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας» Ορέστη Ανδρεαδάκη, ο κριτικός κινηματογράφου και στέλεχος του ΦΚΘ Γιώργος Κρασσακόπουλος αναλαμβάνει επικεφαλής προγράμματος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Νοεμβρίου, ο υπεύθυνος του τμήματος «Ματιές στα Βαλκάνια» Δημήτρης Κερκινός αναλαμβάνει και επικεφαλής προγράμματος του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (του Μαρτίου), ενώ η υπεύθυνη της Αγοράς Γιάννα Σαρρή αναλαμβάνει επίσης σύμβουλος για καινοτόμα προγράμματα και νέες τεχνολογίες.

«Το φεστιβάλ πρέπει να είναι ένας διάλογος συνεχής, διαρκής, μόνιμος ανάμεσα στις ομάδες, που θα παίρνουν πρωτοβουλίες αλλά θα αναλαμβάνουν και τις ευθύνες. Οι πρωτοβουλίες συμβαδίζουν με τις ευθύνες», υποστηρίζει. «Πρότεινα τον Ορέστη (σ.σ.: Ανδρεαδάκη) γιατί πιστεύω ότι είναι κάποιος που ακούει, παρακολουθεί και ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει και σε όλες τις άλλες τέχνες αλλά και στην κοινωνία και στην πολιτική, για ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία των πολιτών. Συντονίζεται με το νέο και τις εξελίξεις σε όλους τους τομείς».

«Πώς θα συνόψιζε το “όραμά” της για το φεστιβάλ;», τη ρωτάμε. Η απάντηση είναι πυκνή και προσεκτικά διατυπωμένη: «Ενα φεστιβάλ με ετήσια δραστηριότητα, να μην περιορίζεται μόνο στον Νοέμβριο και στον Μάρτιο προσανατολισμένο στην πόλη της Θεσσαλονίκης, με δραστηριότητα εθνική και ακτινοβολία διεθνή». Τονίζει «τις αναβαθμισμένες δομές όπως του Μουσείου Κινηματογράφου και της Ταινιοθήκης» και, κυρίως, «τη συνεργασία και με άλλους πολιτιστικούς φορείς της πόλης ώστε να γίνει όχι το Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης αλλά των Θεσσαλονικέων».

«Τι καινούργιο θέλετε να φέρετε στο φεστιβάλ;», επιμένουμε. «Το πρόγραμμα θα διαμορφωθεί από τον Ορέστη, τον Γιώργο και τον Δημήτρη. Η Γιάννα Σαρρή θα είναι σύμβουλος για νέες τεχνολογίες και καινοτόμα προγράμματα. Αυτό που θα ήθελα εγώ να κάνω σε δομικό επίπεδο είναι ό,τι συναποτελεί το φεστιβάλ να συνθέτει έναν πλήρη κινηματογραφικό οργανισμό. Να μην είναι απλώς φεστιβάλ αλλά ένα Institute du Cinema», λέει και εξηγεί: «Θα δουλέψουμε πάνω στην ταυτότητα και στον προγραμματισμό, στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες, θα δουλέψουμε πάνω στη σταθερότητα του θεσμού. Ολα υπάρχουν αλλά πρέπει να ενταχθούν κάτω από μια γενική στρατηγική. Πρέπει να ενεργοποιηθούν κάποια πράγματα που ήταν εν υπνώσει. Συσσωρεύτηκαν πολλά όλα αυτά τα χρόνια αλλά λείπουν η συνοχή και η επικοινωνία. Η ιδέα είναι να τα βάλουμε σε τάξη, δουλεύοντας συλλογικά. Θα είμαστε μια ομάδα που εργάζεται για την επίτευξη μιας στρατηγικής». Και επαναλαμβάνει για να διαλύσει τις παρανοήσεις: «Το φεστιβάλ ασφαλώς και λειτουργούσε πριν από εμάς. Αυτό που θα επιδιώξουμε είναι μια καλύτερη οργάνωση, σφυγμό, στρατηγική. Επεξεργάζομαι επίσης ένα οργανόγραμμα που θα ενισχύσει την ομάδα, αξιοποιώντας τις δυνατότητες και δεξιότητες του καθενός χωριστά και θα διευκολύνει τη ζωή, προσφέροντας ευχαρίστηση. Αν γίνουμε πιο αποτελεσματικοί, αν η στρατηγική μας ξεκαθαρίσει, θα είναι καλύτερα για τον καθένα».

Η Ελίζ Ζαλαντό σκέφτεται να δώσει «περισσότερο χώρο στο ελληνικό σινεμά». Πώς το εννοεί; «Να αναβαθμίσουμε, να προβάλλουμε περισσότερο τις ελληνικές ταινίες και τους δημιουργούς τους, προς τους δημοσιογράφους, τους παραγωγούς, τους ανθρώπους της κινηματογραφικής βιομηχανίας».

Πολιτιστικές αναλογίες

Το πρώτο ενικό γίνεται σχεδόν αυτόματα πρώτο πληθυντικό στη συζήτηση για το φεστιβάλ. Οι μόνες προσωπικές νότες είναι όταν μιλάει για το παρελθόν, για τη γενέθλια πόλη της, τη Νάντη («tres bourgeoisie»), τους γονείς της που ίδρυσαν το 1979 το πρωτοποριακό για την εποχή «Φεστιβάλ των τριών ηπείρων», για τον κόσμο του σινεμά μέσα στον οποίο μεγάλωσε, τις σπουδές της (Πολιτικές Επιστήμες και μεταπτυχιακά στη Νομοθεσία των Οπτικοακουστικών), για του δεσμούς που διαπιστώνει ανάμεσα στους Ελληνες και στους Γάλλους: «Οι Ελληνες διαμαρτύρονται όσο και οι Γάλλοι, στους Ελληνες αρέσει να μιλούν διαρκώς για την πολιτική κι αυτό είναι αρκετά “γαλλικό”. Είναι περισσότερο της θεωρίας και όχι της πράξης. Υπάρχουν, νομίζω, πολλές πολιτιστικές αναλογίες ανάμεσα στις δύο χώρες».

Μιλάει με αγάπη για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη (έχει μετακομίσει πλέον στην έδρα του φεστιβάλ), για τις εποχές που ανακάλυψε στην πρώτη, ιδιαίτερα την άνοιξη, για την «ισχυρή ταυτότητα» της δεύτερης.

Μιλάει με γνώση και εμπιστοσύνη για το ελληνικό σινεμά που το «έχει δει να μεταμορφώνεται μέσα στην κρίση» και τους νέους δημιουργούς του. Μαθαίνει ελληνικά –ο 8χρονος, πλέον, γιος της είναι δίγλωσσος και τη διορθώνει– και εξοικειώνεται με την ελληνική γραφειοκρατία. «Η γαλλική, ξέρετε, δεν πάει πίσω!.. Είμαι καλά εκπαιδευμένη σ’ αυτό.

»Προς το παρόν, πάντως, δεν έχω προβλήματα. Είμαι πολύ υπομονετική και επίμονη. Αν δεν έχω με την πρώτη φορά αποτέλεσμα σε κάτι, το σημειώνω και επανέρχομαι. Δεν το εγκαταλείπω. Εχω δουλέψει ως παραγωγός στο Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, μέρη όπου η διοίκηση είναι εξαιρετικά περίπλοκη, πέρα από τα θέματα της διαφθοράς. Εχω βρεθεί στην Αργεντινή. Η Ελλάδα είναι Ευρώπη και οπωσδήποτε η γραφειοκρατία της είναι κάτι διαχειρίσιμο», λέει με έμφαση. «Πρέπει να εργαστεί κανείς εκτός Ευρώπης για να αντιληφθεί την αξία της Ευρώπης».

Πριν τελειώσει η συνέντευξή μας, στα γραφεία του φεστιβάλ στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, τσεκάρει το σημειωματάριό της, μήπως έχει παραλείψει κάτι από όσα θα ήθελε να αναφέρει. «Επίμονη», όπως δήλωσε και η ίδια… Με συνοδεύει ώς την έξοδο, η σχέση της με τους εργαζομένους και τους συνεργάτες της φαίνεται θερμή και οικεία. Παρ’ όλα αυτά τη ρωτάω αν «αισθάνεται ξένη». «Ξένη;», επαναλαμβάνει με έκπληξη. «Ανήκω στον κόσμο του σινεμά, γνωρίζω τη βιομηχανία του, έχω δουλέψω στη διοίκηση, έχω όλη την καλή διάθεση να μάθω ό,τι δεν γνωρίζω. Ανήκω σε μια γενιά για την οποία η εθνικότητα είναι ένα σύνορο. Πατρίδα μου είναι το σινεμά και ο κόσμος του».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή