Ενας κυνηγημένος πιλότος, ένας άστεγος ήρωας και ο… Σπάιντερμαν είναι οι φιγούρες που ξεχωρίζουν στην κινηματογραφική εβδομάδα, που ξεκινάει σήμερα και μας οδηγεί σε κάποιους από τους πολυαναμενόμενους τίτλους που θα δούμε μέσα στον Ιούλιο. Προς το παρόν ταξιδεύουμε αρχικά μέχρι την Αργεντινή του 1977, εκεί όπου, εν μέσω στρατιωτικής δικτατορίας, ένας άνδρας κρύβεται από τις Αρχές σε μια απομακρυσμένη γωνιά της χώρας.
Ο Τόμας Κόμπλικ είναι πρώην πιλότος, ο οποίος, σημαδεμένος από τις αγριότητες στις οποίες υποχρεώθηκε να συμμετάσχει, αποσύρεται σε ένα μικρό χωριό με τη βοήθεια κάποιου φίλου. Σύντομα, ωστόσο, θα έρθει αντιμέτωπος με τον σκληρό και διεφθαρμένο σερίφη της περιοχής, ο οποίος έχει βαλθεί να αποκαλύψει το μυστικό του. Παράλληλα, θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί μια ντόπια γυναίκα, προσελκύοντας έτσι ακόμα περισσότερα προβλήματα. Ο σκηνοθέτης Σεμπάστιαν Μπόρενζταϊν, στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, παραδίδει ένα καλοχτισμένο θρίλερ, βασισμένο σε πολιτικά – ιστορικά στοιχεία, συν την (απαραίτητη) δραματική γαρνιτούρα («Ο πιλότος»* * *).
Ηδη από τα πρώτα πλάνα της ταινίας, μπορεί κανείς να ξεχωρίσει την ατμόσφαιρα που δημιουργεί η εξαιρετική φωτογραφία (Ροντρίγο Πουλπέιρο) αλλά και η καθαρή σκηνοθετική ματιά που καδράρει την εσωτερική πάλη και την απελπισία του ήρωα, μέσα σε ένα ρημαγμένο (και διαρκώς συννεφιασμένο) τοπίο. Πολύ καλοί στις ερμηνείες τους και οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές Ρικάρντο Νταρίν («Ιστορίες για αγρίους») και Οσκαρ Μαρτίνεζ («Ο επιφανής πολίτης»).
O Σπάιντερμαν στο σχολείο
Στην τρίτη του επανεκκίνηση τα τελευταία 15 χρόνια, ο μύθος του Σπάιντερμαν τοποθετεί εντέλει τον κομίστικο ήρωα της Marvel πιο κοντά στις αυθεντικές «χάρτινες» περιπέτειές του. Κι αυτό γιατί στο «Spiderman: Η επιστροφή στον τόπο του» (**½), ο Πίτερ Πάρκερ είναι ο έφηβος που περιγράφεται στα κόμικς, ερμηνευμένος από έναν ηθοποιό (Τομ Χόλαντ) που ταιριάζει ηλικιακά, σε αντίθεση με τους φανερά μεγαλύτερους Τόμπι Μαγκουάιρ και Αντριου Γκάρφιλντ, οι οποίοι ανέλαβαν τις προηγούμενες δύο ενσαρκώσεις.
Πιάνοντας το νήμα της αφήγησης από το φινάλε του «Captain America: Εμφύλιος Πόλεμος», στο οποίο ο νεαρός Σπάιντερμαν είχε κάνει μια σύντομη εμφάνιση, η νέα ταινία μάς μεταφέρει στη Νέα Υόρκη, όπου ο Πίτερ ανήκει στους «παρίες» του σχολείου, είναι ερωτευμένος με την ωραία της τάξης και ανυπομονεί να λάβει κλήση από τον Τόνι Σταρκ (Ρόμπερτ Ντ. Τζούνιορ) προκειμένου να ξαναριχθεί στη μάχη. Στο μεταξύ, τα βράδια φοράει τη στολή του και τα βάζει με τους μικροεγκληματίες της πόλης. Οταν, ωστόσο, θα εμφανιστεί μια νέα συμμορία, η οποία χρησιμοποιεί όπλα εξωγήινης προέλευσης, τα πράγματα θα σοβαρέψουν.
Ο (μέχρι τώρα) τηλεοπτικός Τζον Γουάτς σκηνοθετεί μια διασκεδαστική περιπέτεια, η οποία προτιμά να παίξει το χαρτί τού χιούμορ και της εφηβικής κομεντί αντί εκείνου της «σοβαρής» δράσης. Και δικαιώνεται: ο νέος Σπάιντερμαν είναι ένας κλασικός πιτσιρικάς, με ραγισμένο smartphone και ακουστικά στα αυτιά, αεικίνητος και παρορμητικός και αυτό του προσδίδει φρεσκάδα. Ταυτόχρονα απέναντί του έχει μια από τις καλύτερες ενσαρκώσεις «κακών», όλων των έως τώρα κινηματογραφικών μεταφορών της Marvel: τον Vulture του Μάικλ Κίτον, ο οποίος δίνει σπάνιο (για το είδος) βάθος και πολυπλοκότητα στον χαρακτήρα του.
Κυκλοφορεί ακόμα η συμπαθητική ρομαντική κομεντί «Απροσδόκητος έρωτας» (**½), όπου η Νταϊάν Κίτον και ο Μπρένταν Γκλίσον ερωτεύονται με φόντο το πολυτελές λονδρέζικο προάστιο του Χάμπστεντ. Η ταινία βασίζεται στην αληθινή ιστορία του Χάρι Χάλοους, ο οποίος, όντας άστεγος, έστησε την καλύβα του πλάι στις βίλες των πλουσίων, καταφέρνοντας τελικά να του επιδικαστεί η κυριότητα του χώρου.
CINEMA ALERT
Από τους πιο ενδιαφέροντες κινηματογραφικούς δημιουργούς του καιρού μας, η Σοφία Κόπολα επιλέγει με προσοχή τα πρότζεκτ με τα οποία ασχολείται. Οι μόλις 7 μεγάλου μήκους ταινίες της άλλωστε το μαρτυρούν, με τελευταία την «Αποπλάνηση» που διακρίθηκε στο περασμένο Φεστιβάλ Καννών (βραβείο σκηνοθεσίας) και κυκλοφορεί από σήμερα και στις ελληνικές αίθουσες. Για τους πιο εναλλακτικούς, πάντως, συστήνονται τα κάπως παρεξηγημένα «Somewhere» και οι «Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες».