Νέες ταινίες: Μια «τρελή» οικογένεια και οι… ορμές των νέων

Νέες ταινίες: Μια «τρελή» οικογένεια και οι… ορμές των νέων

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Χωρίς τη σπουδαία ταινία, αλλά με 2-3 αρκετά ενδιαφέρουσες επιλογές, συνεχίζεται το κινηματογραφικό φθινόπωρο, το οποίο μας φέρνει όλο και πιο κοντά στα καλύτερα της φετινής σεζόν. Προς το παρόν, αυτή την εβδομάδα βλέπουμε αρχικά το «Γυάλινο κάστρο» (***), βασισμένο στη βιογραφία της οικογένειας Γουόλς, όπως την κατέγραψε μία από τις κόρες αυτού του πολύ… ιδιαίτερου ζευγαριού. Ο Χαβανέζος σκηνοθέτης Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον («Μικρά Ομορφα Πλάσματα») διηγείται με ευαισθησία την ιστορία, βασιζόμενος και στους πολύ καλούς πρωταγωνιστές του.

Ο Ρεξ Γουόλς (Γούντι Χάρελσον) είναι ένας πολύ ασυνήθιστος πατέρας. Μαζί με την καλλιτέχνιδα γυναίκα του (Ναόμι Γουότς) και τα τέσσερα παιδιά τους ζουν σαν νομάδες, ταξιδεύοντας από πόλη σε πόλη, αλλάζοντας δουλειές και περιφρονώντας βαθιά τον σύγχρονο τρόπο ζωής και τις συμβάσεις του. Ο Ρεξ, ωστόσο, είναι ακόμα αλκοολικός, κυκλοθυμικός και ξεροκέφαλος, «καταφέρνοντας» πολλές φορές να πληγώνει και να απογοητεύει εκείνους που (κατά τα άλλα) αγαπά.

Στο φιλμ βλέπουμε σε παρόντα χρόνο την Τζάνετ (Μπρι Λάρσον), η οποία ζει στη Νέα Υόρκη, αποξενωμένη πια από τους δικούς της, που συνεχίζουν να βρίσκονται στους δρόμους. Ενώ εκείνοι προσπαθούν να την προσεγγίσουν ξανά, παρακολουθούμε μέσα από φλασμπάκ τις αναμνήσεις με τα καλά και τα άσχημα των παιδικών της χρόνων, τα οποία οδήγησαν ώς εδώ. Το «Γυάλινο κάστρο», ο κόσμος δηλαδή της ουτοπίας που ο απερίσκεπτος πατέρας έταζε στην κόρη του, αποδείχθηκε φυσικά ανύπαρκτος, ωστόσο (υπονοείται πως) καθήκον των γονιών δεν είναι μόνο να κρατούν τα παιδιά τους ασφαλή. Η ταινία του Κρέτον ισορροπεί πολύ καλά την προσέγγισή της πάνω στις οικογενειακές αξίες, δίχως εύκολα συμπεράσματα και προφανείς καταδίκες. Εχει δε στις τάξεις της έναν εξαιρετικό Γούντι Χάρελσον, ο οποίος δίνει ξεχωριστή υπόσταση στον χαρακτήρα του «πάτερ φαμίλια».

Αυτή την εβδομάδα έχουμε ακόμα το ισπανικό «Πικαδέρο»  (***), μια κάπως παράξενη αλλά πολύ εύστοχη κομεντί, με θέμα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολλοί νέοι στην Ευρώπη –και ιδιαίτερα στο νότο– του σήμερα. Η Ανε και ο Γκόρκα είναι ένα νέο ζευγάρι, γύρω στα 30, παρόμοιο με χιλιάδες άλλα: ξεκινούν διστακτικά, συμπαθιούνται, γνωρίζουν καλύτερα ο ένας τον άλλο και τελικά ερωτεύονται· έχουν ωστόσο ένα σημαντικό πρόβλημα. Δεν μπορούν να… ολοκληρώσουν τη σχέση τους μιας και οι δυο μένουν ακόμα με τους δικούς τους, λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης. Στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, ο Μπεν Σάροκ διηγείται, χρησιμοποιώντας προφανώς και το σχήμα της υπερβολής, μια γλυκόπικρη ιστορία πολύ γνώριμη και στα μέρη μας. Αυτή των νέων ανθρώπων που αργούν όλο και περισσότερο να απογαλακτιστούν, δημιουργώντας σοβαρά κοινωνικά και συναισθηματικά κενά.

Κυκλοφορεί ακόμα το «Ενα κάποιο τέλος»  (**½) από τον σκηνοθέτη του «Lunchbox», Ρίτες Μπάτρα, ο οποίος μεταφέρει στην οθόνη το ομώνυμο, εξαιρετικό μυθιστόρημα του Τζούλιαν Μπαρνς. Αυτό έχει για πρωταγωνιστή του τον Τόνι Γουέμπστερ (Τζιμ Μπρόντμπεντ), έναν εξηντάρη άνδρα που περνά ήσυχα τη ζωή του, μέχρι που μερικά βαθιά κρυμμένα μυστικά τού παρελθόντος έρχονται στην επιφάνεια για να τον αναστατώσουν. Η περίπλοκη δομική διάσταση του έργου αποδίδεται σχεδόν άρτια, οι ελλείψεις όμως που υπάρχουν στο συναισθηματικό πεδίο δεν αφήνουν το φιλμ να «αναπνεύσει» και τον θεατή να βρει το πνευματικό «νήμα» προκειμένου να ταξιδέψει στον κόσμο της ταινίας.

Μια αναπάντεχη φιλία

Αλλη μια αληθινή ιστορία μας έρχεται αυτή τη φορά από την αυτοκρατορική Βρετανία, διά χειρός του εξπέρ του θέματος Στίβεν Φρίαρς. Το «Βικτώρια και Αμπντούλ»  (**½) περιγράφει την αναπάντεχη φιλία μεταξύ της περίφημης βασίλισσας Βικτώριας και του Ινδού υπηρέτη της Αμπντούλ, κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής της. Η Τζούντι Ντεντς είναι για άλλη μία φορά απολαυστική στον ρόλο της γηραιάς μονάρχη, ωστόσο δεν υποστηρίζεται και τόσο από τον συμπρωταγωνιστή της Αλί Φαζάλ, ούτε και από το κάπως επίπεδο και ανέμπνευστο σενάριο του Λι Χολ («Το άλογο του πολέμου»).

CINEMA ALERT

Οταν πριν από δύο χρόνια τιμήθηκε με το βραβείο Οσκαρ για «Το Δωμάτιο» του Λένι Αμπράχαμσον, πολλοί ισχυρίστηκαν ότι δεν το άξιζε. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι πως η Μπρι Λάρσον συγκαταλέγεται δικαίως σε εκείνη την –όχι και τόσο μικρή πια– ομάδα των νέων γυναικών ηθοποιών, οι οποίες πετυχαίνουν κάτω από τα 30 τους χρόνια να αναγνωριστεί η αξία τους, κερδίζοντας σπουδαία βραβεία ή έχοντας συνεχόμενες υποψηφιότητες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή