Μαύροι Κύκνοι στην Αθήνα

1' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν εκόμισε γλαύκα ή, πολύ λιγότερο, κύκνο εις Αθήνας η χορογράφος Dada Masilo – με τη μαύρη ομάδα της The Dance Factory και τη «Λίμνη των Κύκνων» της. «Μαύρα» μπαλέτα έχουμε ήδη δει σε ρεπερτόριο (Dance Theater of Harlem: «Ζιζέλ Κρεόλ», 1984), ομοφυλοφιλικές εκφάνσεις ήταν έντονες στη «Λίμνη» του Τζον Νόιμαγερ όπου ο βασιλιάς Λουδοβίκος Β΄ της Βαυαρίας φαινόταν ερωτευμένος με τον αντίστοιχο Ρόθμπαρτ της έκδοσης αυτής (1976). Θυμηθείτε και τον «Λούντβιχ» κατά Λ. Βισκόντι, 1972. Τι να πούμε για τη «Λίμνη» με όλους τους κύκνους άνδρες του Μάθιου Μπουρν (1995) που είδαμε δις και στην Αθήνα. Τέλος, σημαντικό, το 1974 ιδρυόταν στη Νέα Υόρκη η all male, εκείνη η ομάδα που αποζητούσε «να παρουσιάσει μία παιχνιδιάρικη, διασκεδαστική όψη του κλασικού μπαλέτου σε μορφή παρωδίας και en travesti. Οι άνδρες χόρευαν sur pointes, με κοντή ή μακριά μπαλαρίνα, ερμηνεύοντας τις πρωτότυπες, κατά το δυνατόν, χορογραφίες των μεγάλων μπαλέτων!» Σας λένε τίποτε όλα αυτά; Αναιρούν όσα είπε η κ. Masilo, εγράφησαν στον Τύπο και τα είδαμε στην Πειραιώς 260 (7/6).

Οι κλασικοί εκδικούνται. Χρειάζεται τρομερή γνώση, πείρα, ταπεινότητα και σοβαρότητα για να τους αποδομήσεις. Γιατί εδώ δεν μιλάμε για «μοντέρνα» ή «ανατρεπτική» έκδοση (πού είστε, κ. Τζανέλλα, με τη «Λίμνη» σας στην ΕΛΣ;), αλλά για κάτι άλλο: μετά την έκπληξη της έναρξης, έφτασαν σε διαπεραστικό ήχο των ηχείων παρλάτες σε άπταιστα αγγλικά αλλά ημι-ακατανόητες και, το χειρότερο, ατελεύτητα επιφωνήματα και ουρλιαχτά. Η μιαδυο διακωμωδούμενες αναφορές σε πρωτότυπες χορογραφίες πέρασαν στο… ντούκου για το μεγάλο κοινό. Η κινησιολογική επαναλαμβανόμενη ad nauseam φλυαρία, όταν ξεπερνούσε την αμηχανία, συμπτωματικά (;) οδήγησε δυο-τρεις φορές σε εκδόσεις tribe folk community dances και ήταν ό,τι καλύτερο. Αναλογίστηκα τους χορούς των Ζουλού που είχε εκμεταλλευτεί (μαζί με εκείνους των Μασάι της Κένυας) το παλιότερο Χόλυγουντ. Το «εξαγνιστικό» φινάλε με την cool μουσική του Αρβο Παρτ και τις απλές μαύρες μακριές φούστες σε όλο τον γυμνόστηθο θίασο έφερε την ανακούφιση και την… αποθέωση. Αλλά, όπως σημείωνε η πολύ αγαπητή μου κ. Μ. Κατσουνάκη στις «Αναγνώσεις» της (Κ, 8/6), «λίγη έχει σημασία αν ο κόσμος γελάει και χειροκροτεί και η παράσταση, από αυτή την άποψη, θεωρείται επιτυχημένη, σε ελεγχόμενο πανικό και ανισορροπία δεν βρίσκονται μόνο οι καλλιτέχνες αλλά και το κοινό». Ηταν επιδοκιμασία κερκίδας ή πίστας με σφυρίγματα, επιφωνήματα και ξεφωνητά. Οι αρκετοί Γαλλοελβετοί παραγωγοί (που σαγηνεύονται από τα «κάπως») θα τα χαίρονταν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή