«Ορατόριο των Χριστουγέννων» μισό και δίχως ταυτότητα

«Ορατόριο των Χριστουγέννων» μισό και δίχως ταυτότητα

2' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ασφαλής και αναμενόμενη επιλογή, το «Ορατόριο των Χριστουγέννων» του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ πέτυχε τον στόχο του και γέμισε την πρώην αίθουσα «Φίλων της Μουσικής» στις 21 Δεκεμβρίου. Κατά τη συγκεκριμένη βραδιά, βέβαια, παρουσιάστηκαν μονάχα οι πρώτες τρεις από τις συνολικά έξι καντάτες. Οχι, δεν ακολούθησε δεύτερη συναυλία με τις υπόλοιπες τρεις. Ηταν ένας ακόμα περίεργος προγραμματισμός εκ μέρους της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών ή, έστω, ακόμα ένας παραπλανητικός τίτλος συναυλίας.

Για να διευθύνει το έργο κλήθηκε ο Γιώργος Πέτρου, ο οποίος με τα συγκεκριμένα δεδομένα έφερε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, το οποίο συνολικά υπήρξε περισσότερο από ευπρόσωπο. Τα ετερόκλητα δεδομένα ήταν κατ’ αρχάς μια ορχήστρα ελάχιστα εξοικειωμένη με την μπαρόκ μουσική και τις απαιτήσεις της καθώς και δύο χορωδίες, της ΕΡΤ και του Δήμου Αθηναίων, με αρκετά προβλήματα. Ηταν, όμως, επίσης έμπειροι μουσικοί – σολίστες της Κρατικής, όπως η Χρυσή Πιλαφτσή (φλάουτο), η Χριστίνα Παντελίδου και ο Δημήτρης Βάμβας (όμποε ντ’ αμόρε), ο Γιάννης Καραμπέτσος (τρομπέτα), αλλά και ο συνεργαζόμενος Ιάσων Μαρμαράς στο εκκλησιαστικό όργανο. Ηταν, τέλος, τέσσερις ικανοί μονωδοί: η υψίφωνος Μυρσίνη Μαργαρίτη, η άλτο Σόνια Ρούνιε, ο τενόρος Κρίστιαν Ανταμ και ο βαθύφωνος Πέτρος Μαγουλάς. Το σημαντικό ήταν ότι συνολικά επικράτησαν οι φωτεινές όψεις, καθώς ειδικά χάρη στις ζωηρές ταχύτητες του Πέτρου και τον όσο γινόταν εντονότερο διάλογο ανάμεσα σε εντάσεις και υφέσεις δυναμικής, επιτεύχθηκε ένα αποτέλεσμα γλαφυρό και παλλόμενο. Ετσι, η ορχήστρα έδωσε ένα καλό αποτέλεσμα, παρότι δεν διέθετε την ακρίβεια και τη σαφήνεια που ωφελεί τη συγκεκριμένη μουσική.

Τα σύνολα που απαιτούν πειθαρχία, συντονισμό και τη συμμόρφωση κάθε μουσικού με στόχο την επίτευξη ενός ομοιογενούς αποτελέσματος, δεν είναι το δυνατό σημείο της χώρας. Πολύ περισσότερο όταν οι εργασιακές συνθήκες δεν βοηθούν τη μακροχρόνια σταθερή σύνθεσή τους. Ετσι, οι δύο χορωδίες αρχικά κάπως άναρχες, μόνο σταδιακά βρήκαν τον βηματισμό τους.

Το ωραίο ηχόχρωμα της Σόνιας Ρούνιε από την Κροατία κέρδισε τις εντυπώσεις όπως και στον «Μαινόμενο Ορλάνδο», καθώς επιπλέον συνοδευόταν από ένα τραγούδι ευγενές με πολύ καλή άρθρωση. Ξεχωριστή αναφορά πρέπει να γίνει στον Πολωνό τενόρο Κρίστιαν Ανταμ, του οποίου η καθαρή, γλυκιά φωνή εκτιμήθηκε τόσο στα τραγουδιστικά μέρη όσο και στις αφηγήσεις του Ευαγγελιστή. Το φωτεινό ηχόχρωμα της Μυρσίνης Μαργαρίτη είναι πάντοτε ευπρόσδεκτο, ενώ ο Πέτρος Μαγουλάς αντεπεξήλθε στην απαιτητική δεξιοτεχνία της μουσικής, παρά ορισμένες στιγμές πίεσης στην ψηλή περιοχή της φωνής του.

Ισως είναι πράγματι υπερβολή να παρουσιάσει κανείς στην Αθήνα κατά τη διάρκεια μιας βραδιάς και τις έξι καντάτες του συγκεκριμένου ορατορίου, οι οποίες, άλλωστε, δεν γράφτηκαν με αυτό τον σκοπό. Σε μια «πολυσυλλεκτική» χριστουγεννιάτικη συναυλία, η οποία θα περιελάμβανε διάφορα έργα, μία από τις καντάτες αυτές του Μπαχ ίσως εύρισκε καλύτερα τη θέση της: θα εντασσόταν οργανικά και η βραδιά δεν θα άφηνε την περίεργη αίσθηση μιας υποχρεωτικής διεκπεραίωσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή