Σκαλκώτας και Μπετόβεν από την Κρατική Θεσσαλονίκης

Σκαλκώτας και Μπετόβεν από την Κρατική Θεσσαλονίκης

2' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στα θετικά στοιχεία της διαδικτυακής παρουσίας της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης προσμετρείται το ότι οι παραγωγές της παραμένουν διαθέσιμες για αρκετό χρονικό διάστημα. Μπορεί κανείς να τις χαρεί και πολύ μετά την ημερομηνία της αρχικής ανάρτησης, αλλά και να επανέλθει σε αυτές. Ετσι και με τη συναυλία που πραγματοποιήθηκε στις 14 Μαρτίου στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης υπό τη μουσική διεύθυνση του Διονύση Γραμμένου. Περιλάμβανε τη Σουίτα για βιολί και μικρή ορχήστρα του Νίκου Σκαλκώτα και την Τέταρτη Συμφωνία του Μπετόβεν.

Η Σουίτα ολοκληρώθηκε το 1929 και παραπέμπει στη μαθητεία του Σκαλκώτα πλάι στον Σένμπεργκ στο Βερολίνο, αλλά και σε επιρροές από συνθέτες όπως ο Στραβίνσκι και ο Χίντεμιτ. Ερχόμενος το 1933 στην Αθήνα, ο Σκαλκώτας άφησε την παρτιτούρα στη Γερμανία μαζί με ακόμη εβδομήντα έργα του, θεωρώντας ότι σύντομα θα επέστρεφε. Το έργο εθεωρείτο χαμένο, μέχρι που το 2010 ο μουσικολόγος Γιάννης Τσελίκας εντόπισε αναγωγή του για βιολί και πιάνο στο Μπάφαλο (ΗΠΑ). Χάρη σε ενέργειες του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής», της Μουσικής Βιβλιοθήκης «Λίλιαν Βουδούρη» και προσωπικά της διευθύντριάς της Στεφανίας Μεράκου, εξασφαλίστηκαν αντίγραφο του έργου, όπως επίσης και τα πνευματικά δικαιώματα για την εκτέλεσή του. Το ενορχήστρωσε ο μουσικολόγος Γιάννης Σαμπροβαλάκης με βάση ιδιόχειρη σημείωση του Σκαλκώτα για τη διανομή των οργάνων στο εξώφυλλο του μέρους για το βιολί και κάποιες ακόμη σημειώσεις του συνθέτη στο μέρος του πιάνου. Αυτό σε ό,τι αφορά τα τέσσερα από τα πέντε μέρη της Σουίτας, καθώς για το πέμπτο και τελευταίο σώζεται μόνο το μέρος του βιολιού. Κάθε προσπάθεια ανασύστασης του μέρους του πιάνου, άρα και της ορχήστρας, θα ήταν παρακινδυνευμένη. Το αποτέλεσμα πρωτοπαίχτηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2018 με σολίστ τον Γιώργο Δεμερτζή και τη Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών και στη συνέχεια ηχογραφήθηκε από τους ίδιους (βλ. «Κ» 31/3/2020). Στη συναυλία της Θεσσαλονίκης σολίστ ήταν εκ νέου ο Δεμερτζής. Η εξοικείωσή του με την ιδιαίτερα πυκνή γραφή του Σκαλκώτα επιτρέπει στον βιολονίστα, πέρα από την καθαρότητα και την ακρίβεια, να αναδεικνύει τον λυρισμό και την εκφραστικότητα της μουσικής ακόμη και στα εδάφια με την περισσότερο γωνιώδη γραφή. Ο Διονύσης Γραμμένος ανέδειξε τη δραματουργία του έργου οργανώνοντας με σαφήνεια τις παραγράφους και διευθύνοντας τη μουσική με πλαστικότητα.

Ο Μπετόβεν κύλησε με αναμενόμενα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, καθώς αυτό που επιζητεί να εκφράσει ο συνθέτης και ο τρόπος με τον οποίο το κάνει είναι απολύτως σαφή. Είναι επίσης κτήμα της μουσικής παράδοσης της Δύσης εδώ και περίπου δύο αιώνες και είναι ευτύχημα που ελληνικές ορχήστρες και Ελληνες αρχιμουσικοί αποδίδουν πλέον τη μουσική του με τόση επάρκεια. Η καθαρότητα στα έγχορδα, παρά την ταχύτητα στο τελευταίο μέρος, οι επιτυχημένες εναλλαγές δυναμικής, το χτίσιμο των κορυφώσεων και η αποφόρτισή τους ειδικά στο πρώτο μέρος, οι έντονα δραματικές χειρονομίες στο δεύτερο και η σβελτάδα στο τρίτο μέρος προσδιόρισαν την ερμηνεία του Γραμμένου και φώτισαν τον χαρακτήρα της μουσικής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή