Νίκος Κυριόσογλου, ένας εξαιρετικός πιανίστας

Νίκος Κυριόσογλου, ένας εξαιρετικός πιανίστας

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αποδείχθηκε η τακτική συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στις 27 Μαΐου

2' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αποδείχθηκε η τακτική συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στις 27 Μαΐου. Ο Μάρκους Μπος διηύθυνε την ορχήστρα με μεγάλη επιτυχία σε τρία έργα τελείως διαφορετικά μεταξύ τους: τη Συμφωνία αρ. 35 με την προσωνυμία «Χάφνερ» του Μότσαρτ, το δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο του Λιστ και τη σουίτα από το μπαλέτο «Το πουλί της φωτιάς» του Στραβίνσκι.

Αρχή έγινε με μια ανάγνωση της «Χάφνερ», η οποία από κάθε άποψη έκοβε την ανάσα. Οι γοργές ταχύτητες που επέλεξε ο Μπος και στα τέσσερα μέρη του έργου έφεραν κάποιες φορές σε δύσκολη θέση τα έγχορδα, αλλά το συνολικό αποτέλεσμα υπήρξε ιδιαίτερα θετικό. Ηταν μια ερμηνεία ιστορικά ενημερωμένη, συναρπαστική, αέρινη, αλλά ταυτόχρονα έντονα δραματική, όπως φάνηκε ήδη από τα πρώτα μουσικά μέτρα. Η ταχύτητα δεν στέρησε τον ανάλαφρο και κομψό χαρακτήρα από το δεύτερο μέρος, ούτε την ευγένεια από το Τρίο του μενουέτου που ακολουθεί. Τα παραπάνω στοιχεία συνδυάστηκαν στο θυελλώδες τελικό μέρος, το οποίο μουσικά έχει συνάφεια με την «Απαγωγή από το σεράι», όπερα του Μότσαρτ που πρωτοπαρουσιάστηκε την ίδια εποχή, αλλά ως ατμόσφαιρα φέρνει στον νου την εξίσου θυελλώδη Εισαγωγή από τους «Γάμους του Φίγκαρο».

Με στιβαρό ήχο, ο πιανίστας άρθρωνε το μουσικό κείμενο και έδινε νόημα στις φράσεις.

Η βραδιά έκλεισε με τη σουίτα από το μπαλέτο «Το πουλί της φωτιάς». Το έργο, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1910 από τα Ρωσικά Μπαλέτα του Σεργκέι Ντιάγκιλεφ, έκανε τον μέχρι τότε άγνωστο 28χρονο Στραβίνσκι διάσημο. Στη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν, από το περίπου 50λεπτο μπαλέτο, ο συνθέτης δημιούργησε τρεις ορχηστρικές σουίτες (1911, 1919, 1945), με στόχο την αυτόνομη παρουσίασή τους σε αίθουσες συναυλιών. Ο Μπος επέλεξε την εκτενέστερη, αυτή του 1945, η οποία παρακολουθεί την εξέλιξη της πλοκής του μπαλέτου. Με τη συνδρομή των υποδειγματικών πνευστών, των τυμπάνων και της άρπας, ο Γερμανός αρχιμουσικός έδωσε μια ανάγνωση που διατήρησε τη θεατρικότητα της αφήγησης αλλά ταυτόχρονα ανέδειξε τον μοντερνισμό της παρτιτούρας, δηλαδή το στοιχείο που την κάνει ενδιαφέρουσα στην αίθουσα συναυλιών.

Ανάμεσα στα δύο έργα το κοινό απόλαυσε τον εξαιρετικό Νίκο Κυριόσογλου ως σολίστ στο δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο του Λιστ. Τεχνικά και δεξιοτεχνικά σίγουρος, ο πιανίστας διαθέτει μεγάλη μουσικότητα και μοιάζει να κατανοεί πολύ καλά το συναίσθημα αυτής της κατεξοχήν ρομαντικής μουσικής.

Με μεγάλο και στιβαρό ήχο άρθρωνε το φορτωμένο μουσικό κείμενο, δίνοντας νόημα στις φράσεις. Ηταν μεγαλόπρεπος στη συνομιλία του με την ορχήστρα, όσο και εξαιρετικά εκφραστικός στα σολιστικά εδάφια, υπήρξε τρυφερός και συναισθηματικός στον διάλογο με το τσέλο (Αστέριος Πούφτης), όπως και άκρως δεξιοτεχνικός, στοιχείο αναμενόμενο σ’ ένα έργο του Λιστ, έστω και αν στο συγκεκριμένο ο συνθέτης επικεντρώνεται στον σολίστα λιγότερο απ’ ό,τι στο πρώτο του Κοντσέρτο. Ο Λιστ χαρακτήριζε το έργο «συμφωνικό κοντσέρτο» και η ορχήστρα υπό τον Μπος φανέρωσε τον λόγο. Παρέμεινε ισότιμα σε διάλογο με τον πιανίστα και πρόβαλε αποτελεσματικά τη συμφωνική σκέψη του συνθέτη, τόσο τις όψεις μεγάλου λυρισμού όσο και τα περισσότερο εξωστρεφή μέρη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή