Λαχτάρα για ό,τι έχει χαθεί

3' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι αέναοι πειραματισμοί του με διαφορετικές μορφές έκφρασης τον έχουν οδηγήσει από τη ροκ μουσική στην όπερα και από το ραδιοφωνικό θέατρο στις ηχητικές εγκαταστάσεις, ενώ στα πιο πρωτοποριακά του εγχειρήματα συγκαταλέγεται μία παράσταση χωρίς ηθοποιούς. Υποστηρίζει ότι συνθέτει μουσική ως σκηνοθέτης, δουλεύοντας κάθε κομμάτι μαζί με τους μουσικούς, και σκηνοθετεί ως συνθέτης, ενσωματώνοντας μουσικές έννοιες –όπως ο ρυθμός και η αρμονία– στις παραστάσεις του.

Ενας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του σύγχρονου μουσικού θεάτρου, ο πολυδιάστατος Χάινερ Γκέμπελς, επιστρέφει στην Αθήνα πέντε χρόνια μετά την παρουσίαση του έργου του «Μαύρο πάνω σε άσπρο», ενός αντισυμβατικού μουσικοθεατρικού ρέκβιεμ για τον επί χρόνια συνεργάτη του Χάινερ Μίλερ, στο Μέγαρο Μουσικής. Από τις 26 ώς τις 28 Φεβρουαρίου, η βραβευμένη παράσταση θεάτρου, μουσικής και πολυμέσων «Eraritjaritjaka, Το Μουσείο των Φράσεων», βασισμένη σε κείμενα του ισπανοεβραϊκής καταγωγής νομπελίστα συγγραφέα και θεωρητικού Ελίας Κανέτι, θα φιλοξενηθεί στην κεντρική σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών.

«Νοσταλγία για ό,τι έχει χαθεί» σημαίνει στη γλώσσα τον Αβορίγινων η φράση «Eraritjaritjaka», που δεν προφέρεται ούτε μία φορά στη διάρκεια της παράστασης. «Συνήθως μου αρέσει να επιλέγω παράξενους τίτλους για τα έργα μου, γιατί το μόνο που ζητάω από το κοινό είναι να έχει περιέργεια. Και μπορείς να είσαι βέβαιος ότι κάποιος είναι περίεργος όταν αγοράζει εισιτήρια για μια παράσταση που δεν μπορεί ούτε καν να προφέρει», εξηγεί ο Γερμανός σκηνοθέτης και συνθέτης. «Δεν είναι ο Μάκβεθ ούτε η Μήδεια. Αλλά είναι μια λέξη που συναντάται στα γραπτά του Κανέτι αρκετές φορές, γιατί προέρχεται από εθνολογική έρευνα. Και σημαίνει “απεγνωσμένη λαχτάρα για κάτι που έχει χαθεί”», συνεχίζει.

«Να εκπλήξουμε το κοινό»

Η μουσική του Μπαχ, του Ραβέλ, του Σοστακόβιτς, του Τζορτζ Κραμπ και του ίδιου του Γκέμπελς, την οποία ερμηνεύει ζωντανά το διακεκριμένο Mondriaan Quartet από την Ολλανδία, ο φωτισμός, τα οπτικά εφέ και τα ζωντανά βίντεο του Bruno Deville συμπληρώνουν τον μονόλογο του Γάλλου ηθοποιού Αντρέ Βιλμς, γνωστού στο ευρύ κοινό για τους ρόλους του σε ταινίες του Ακι Καουρισμάκι, όπως η «Μποέμικη ζωή» και το «Λιμάνι της Χάβρης».

Μολονότι δεν διαθέτει πλοκή, σαφείς χαρακτήρες ή σταθερή οπτική γωνία, το έργο αποτελεί –σύμφωνα με τον δημιουργό του– ένα ολοκληρωμένο θέαμα, όπου η μουσική, τα κείμενα, τα οπτικά εφέ, το φιλμ και ο ηθοποιός διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο. «Δεν χρειάζεται να τα παρακολουθείς όλα ταυτόχρονα», διευκρινίζει ο καλλιτέχνης. «Εσύ επιλέγεις. Και μπορείς να εναλλάσσεις. Θέλουμε να εκπλήξουμε, όχι να υπερφορτώσουμε το κοινό».

Σε μια σκηνή, ο πρωταγωνιστής εξαφανίζεται για να εμφανιστεί αμέσως μετά σε βίντεο γυρισμένο στους δρόμους και σε ένα διαμέρισμα στο κέντρο της Αθήνας. Πρόκειται για μία από τις «ιδιαιτερότητες» της παράστασης, που από το 2004 έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και σε κάθε της σταθμό ενσωματώνει στη σκηνική δράση την καθημερινότητα των θεατών της: «Ακολουθούμε τον Αντρέ Βιλμς με μια κάμερα στους δρόμους της πόλης όπου παρουσιάζεται η παράσταση ― στη Νέα Υόρκη, το Σίδνεϊ, τη Μόσχα, το Βερολίνο ή την Αθήνα», διευκρινίζει ο Χάινερ Γκέμπελς.

Αν και το πρόγραμμά του δεν του επιτρέπει να διαβάζει συστηματικά –εκτός από τις δημιουργικές του ασχολίες, διδάσκει στο Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Justus Liebig και μέχρι πρόσφατα ήταν διευθυντής του Φεστιβάλ Μουσικής και Παραστατικών Τεχνών Ruhrtriennale–, η λογοτεχνία αποτελεί σταθερή πηγή έμπνευσης για τον Γκέμπελς, ο οποίος έχει δημιουργήσει μουσικά και θεατρικά έργα βασισμένα μεταξύ άλλων στα γραπτά της Γκέρτρουντ Στάιν, του Χένρι Ντέιβιντ Θόρο και φυσικά του Χάινερ Μίλερ. Παλαιότερα, η πειραματική, πολιτικοποιημένη ροκ μπάντα Cassiber, την οποία ίδρυσε το 1982 μαζί με τους Alfred Harth, Chris Cutler and Christoph Anders, είχε στηρίξει ένα ολόκληρο άλμπουμ πάνω σε ιστορίες του Τόμας Πίντσον.

Με βάση κείμενα του Ελίας Κανέτι

Στόχος του σκηνοθέτη και μουσικού, πάντως, δεν είναι να «εκπαιδεύσει» τους θεατές, αλλά να τους προσκαλέσει να μοιραστούν «την όμορφη και δημιουργική εμπειρία» που βίωσε ο ίδιος με αφορμή αυτά τα λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό κείμενα. Οπως ο ίδιος δηλώνει, «για το μουσικό θέατρο, αντλώ σημαντική έμπνευση από άλλες μορφές τέχνης: κάποιες φορές από ένα χώρο, άλλες φορές από τις εικαστικές τέχνες και τη ζωγραφική, συχνά από τους ερμηνευτές με τους οποίους συνεργάζομαι, τις περισσότερες φορές από τη λογοτεχνία… ορισμένες  φορές ακόμη και από τη μουσική».

​​Το έργο «Eraritjaritjaka, Το Μουσείο των Φράσεων», σε σύλληψη, μουσική και σκηνοθεσία του Χάινερ Γκέμπελς, παρουσιάζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών από τις 26 έως τις 28 Φεβρουαρίου. Ο σκηνοθέτης θα συζητήσει με το κοινό μετά την παράσταση της Τετάρτης, ενώ την Τρίτη θα δώσει ένα masterclass για επαγγελματίες καλλιτέχνες. Προπώληση εισιτηρίων στο www.sgt.gr. Η παράσταση βασίζεται κυρίως στα αυτοβιογραφικά βιβλία του Ελίας Κανέτι «Η γλώσσα που δεν κόπηκε», «Ο πυρσός στο αυτί», «Το παιχνίδι των ματιών» και «Πάρτι και αερομαχίες», που κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή