Μουσική και πολιτική

1' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 17 Φεβρουαρίου η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών παρουσίασε στη Στέγη του Ωνασείου έργα του 20ού και του 21ου αιώνα. Αποδόθηκαν με σαφήνεια και ακρίβεια από τον Βασίλη Χριστόπουλο, τον επιτυχημένο διευθυντή της Κρατικής, ο οποίος κατόρθωσε να μεταμορφώσει και να αναβαθμίσει το σύνολο σε μόλις τρία χρόνια και του οποίου η θητεία κινδυνεύει –ως επιβράβευση;– να μην ανανεωθεί. Η πολιτεία, που πληρώνει την ορχήστρα, θα όφειλε στοιχειωδώς να ενδιαφέρεται για τη βιωσιμότητα, συνεπώς την πρόοδο και την ανταγωνιστικότητά της. Το δημόσιο συμφέρον λέει ότι ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζει κανείς.

Δύο από τα έργα του προγράμματος, το «Ασύμβατο Ι.Χ.» του Νικόλα Τζώρτζη (παραγγελία της Κρατικής) και η «Οργή στην ουράνια πόλη» του Γάλλου Ραφαέλ Σεντό έμοιαζαν πειραματισμοί με τον ήχο. Πιθανώς ενδιαφέροντα στο χαρτί, προσφέρουν ελάχιστα στον ακροατή να παρακολουθήσει (με τον νου) και μάλλον λιγότερα να αισθανθεί. Καθαρότητα και ακρίβεια κυριάρχησαν επίσης στις ερμηνείες του «Πουλιού της φωτιάς» του Στραβίνσκι και του Κοντσέρτου για πιάνο για το αριστερό χέρι του Ραβέλ. Τα ζωηρά μέρη δόθηκαν με νεύρο, ένταση και ορμή. Στον Ραβέλ ο πιανίστας Στέφανος Θωμόπουλος αισθανόταν εξίσου άνετα στις διαφορετικές διαθέσεις του έργου και διέθετε την τεχνική να τις αποδώσει με επιτυχία.

Την επομένη στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» ο Θεόδωρος Κουρεντζής διηύθυνε το σύνολο MusicAeterna στο «Dixit Dominus» του Χέντελ και την όπερα «Διδώ και Αινείας» του Περσέλ: το δεύτερο έργο είχε παρουσιάσει και παλαιότερα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών («Κ» 8.7.2007). Η άριστη, νεανική, γεμάτη σφρίγος ορχήστρα και η πειθαρχημένη χορωδία, ικανή για τις λεπτότερες αποχρώσεις, αποτελούν ιδανικό εργαλείο για τις γνωστές εκζητήσεις του Κουρεντζή, ένα παιχνίδι με τα όρια, όπου τα γρήγορα και δυνατά αποδίδονται πιο γρήγορα και πιο δυνατά, ενώ τα αργά και χαμηλόφωνα ερμηνεύονται πιο αργά, στο όριο της σιωπής, προκαλώντας θαυμασμό. Εξοχα, για όσους η συναισθηματική διέγερση προϋποθέτει τα άκρα. Βεβαίως, το μπαρόκ προσφέρεται εξ ορισμού για κάθε είδους δημιουργικές και ναρκισσιστικές στρεβλώσεις. Μόνο που το υπερτονισμένο συναίσθημα παραπέμπει ευθέως στον 19ο αιώνα. Ξεχώρισε η Νούρια Ριάλ ως Μπελίντα, πολύ καλοί και οι υπόλοιποι μονωδοί (Προχάσκα, Φόρστρεμ, Μπερντ, Αντωνέλου, Σταμέλλου κ.ά.).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή