Ο άγνωστος Χατζιδάκις για το θέατρο και το σινεμά

Ο άγνωστος Χατζιδάκις για το θέατρο και το σινεμά

7' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Τσε Γκεβάρα στο Ηρώδειο; Και μάλιστα μέσ’ από μιαν άγνωστη κινηματογραφική μουσική του Μάνου Χατζιδάκι; Και όμως, η πρώτη εκτέλεση τού ανέκδοτου σάουντρακ για την ταινία «Faccia di spia», στις 24 και 25 Σεπτεμβρίου στο ρωμαϊκό θέατρο, δεν είναι η μόνη από τις ωραίες εκπλήξεις γύρω από το έργο του κορυφαίου συνθέτη, που ετοιμάζει ο γιος του, Γιώργος Χατζιδάκις. Αγνωστες μουσικές για θεατρικές παραστάσεις και κύκλους τραγουδιών, μονάκριβες ηχογραφήσεις και απρόβλεπτες ενορχηστρώσεις, προφητικά κείμενα, φωτογραφίες, ακόμα και ζωγραφισμένες επιστολές του θα ξετυλίγονται σιγά σιγά στη δημοσιότητα.

Ο Γ. Χατζιδάκις υπενθυμίζει ότι η δραστηριότητα γύρω από το έργο του πατέρα του υπήρξε συνεχής, ανεξαρτήτως επετείων. Καθώς, όμως, το 2014 συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τον θάνατο του συνθέτη και το 2015 θα συμπληρωθούν 90 χρόνια από τη γέννησή του, μοιάζει σαν το ίδιο το ανέκδοτο έργο του, που ασφυκτιά σε καλά προφυλαγμένες αποθήκες, να πιέζει για την αποκάλυψή του. «Εξερευνώντας ράφια και ανοίγοντας βαλίτσες ανακαλύπτουμε συνεχώς νέα πράγματα!» λέει στην «Κ».

Γυρισμένο το 1975 από τον Ιταλό Τζουζέπε Φεράρα, το «Faccia di spia» συνδύαζε τη μυθοπλασία και το ντοκουμέντο για να καταγγείλει την κατάχρηση εξουσίας. Οι φιγούρες του Τσε, του Αλιέντε, αλλά και του Γεωργίου Παπαδόπουλου, εναλλάσσονταν στην οθόνη με βασανιστήρια που σόκαραν. «Ο Μάνος είχε αντιμετωπίσει την ταινία ως αφορμή για να εργαστεί μουσικά πάνω στη βία της εξουσίας και την επανάσταση», λέει ο Γ. Χατζιδάκις, αποκαλύπτοντας ότι τον Οκτώβριο θα κυκλοφορήσει σε cd από τη Μίνως – ΕΜΙ και η πρωτότυπη ηχογράφηση της σουίτας που είχε ολοκληρώσει τότε ο συνθέτης πάνω στη μουσική αυτή, τη διηύθυνε μάλιστα ο ίδιος. Στις συναυλίες του Ηρωδείου, την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΝΕΡΙΤ θα διευθύνει ο Λουκάς Καρυτινός. Στο δεύτερο μέρος, η Ελλη Πασπαλά και ο Βασιλικός θα ερμηνεύσουν αγαπημένα τραγούδια του Χατζιδάκι για τον ελληνικό και τον ξένο κινηματογράφο.

Και στη Λυρική

Παράλληλα προχωρούν οι συζητήσεις με την Εθνική Λυρική Σκηνή, που σχεδιάζει ακόμα μια δημιουργική έκπληξη: την παρουσίαση του «Χαμόγελου της Τζοκόντας» σε μορφή μπαλέτου. Θεατρική μουσική τού Χατζιδάκι θα παρουσιαστεί τους επόμενους μήνες –πού αλλού– στο Θέατρο Τέχνης, ενώ το «Παλλάς», τα Μέγαρα Αθηνών και Θεσσαλονίκης και, το επόμενο καλοκαίρι, το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, θα φιλοξενήσουν πολλές διαφορετικές εκδοχές του έργου του. Από το πρώτο του τραγούδι, «Μπολιβάρ», που είχε αφιερώσει το 1945 στον Λατινοαμερικανό αριστοκράτη που έγινε επαναστάτης, έως τα τελευταία του τραγούδια.

Υπάρχουν πάντα οι ανέκδοτες μουσικές του για το Εθνικό Θέατρο, αλλά και σπουδαία ίχνη της αμερικανικής περιόδου, όπως τα 47 λεπτά μουσικής για την ανολοκλήρωτη «Οπερα για πέντε», που συνέθεσε για τη Φλέρυ Νταντωνάκη και την Γκρέις Σλικ, τη σπουδαία Αμερικανίδα τραγουδίστρια των Τζέφερσον Εϊρπλεϊν, που είχε γνωρίσει τον χειμώνα τού 1968 στα γραφεία της RCA με την ελπίδα: «να πάμε καλά με το κορίτσι και να γίνει μια καινούργια μούσα μου»!

Υπάρχουν, όμως, και «Τα εννέα βήματα του Διός», μια ακόμα ιδέα του βασισμένη στο ελληνικό λαϊκό τραγούδι, οι «Παίδες επί Κολωνώ» με τον Οιδίποδα να αντικαθιστά στον σταυρό του μαρτυρίου τον Χριστό, και πλήθος από άλλες τολμηρές ιδέες και εξαίσιες μουσικές.

Ο Γ. Χατζιδάκις δεν το κρύβει, θέλει να αναδείξει νέες φωνές, αλλά «δεν είναι εύκολο». «Πολλά νέα παιδιά μεγάλωναν μέχρι τώρα με την αντίληψη ότι η ζωή είναι Refresh. Πρέπει να αισθανθούν το άλλο μισό της ζωής για να αποτυπωθεί και στη φωνή τους…».

Κάρτα στον Μινωτή

Εκτός από το ανέκδοτο σάουντρακ για την ταινία «Faccia di spia» που θα κυκλοφορήσει σε cd (και θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στο Ηρώδειο), δρομολογείται και η έκδοση του σάουντρακ της ταινίας «The Ηeroes» του Ρουμάνου Γιαν Νεγκουλέσκο.

Η κάρτα που δημοσιεύεται σήμερα (αριστερά) για πρώτη φορά, είναι το αναμνηστικό που έστειλε ο Μάνος Χατζιδάκις από το Ιράν το 1969 στον Αλέξη Μινωτή. Πήγε καλεσμένος του Πέρση παραγωγού της ταινίας που είχε ως θέμα της επαναστάτες Ιρανούς, και με την πρώτη ευκαιρία έστειλε μια κάρτα στους αγαπημένους φίλους. Αλλωστε πάντα του άρεσε να αλληλογραφεί.
«Αγαπητέ Αλέκο», γράφει στον Αλέξη Μινωτή: «Εδώ και τρεις μέρες βρίσκομαι στο Ιράν. Θα επιστρέψω την Κυριακή στο Λονδίνο και στις 15 Ιουλίου στη Νέα Υόρκη. Είμαι τρεις ώρες από το Δελχί. Ισως πάω την Παρασκευή. Δέξου τους θερμούς χαιρετισμούς και πολλά φιλιά στην Παξινού».
«Τελικά στην Τεχεράνη έμεινε έναν ολόκληρο μήνα», λέει σήμερα ο Γιώργος Χατζιδάκις.

Το χαμένο Οσκαρ, η μουσική για το Χόλιγουντ και η πρόταση του Φελίνι

Βαλς με την πρωταγωνίστρια. Ελάχιστοι έχουν την ευκαιρία να ζήσουν στην πραγματικότητα μία κινηματογραφική σκηνή που αγάπησαν, και μάλιστα με την ίδια την ηρωίδα της! Ο Χατζιδάκις ήταν ένας από αυτούς. Λάτρης της Μαρί Μπελ, την έβλεπε ως μαθητής, όταν ζούσε στο Παγκράτι, να παίζει σε κλασικά γαλλικά φιλμ. Ιδιαίτερα τον είχε μαγέψει ένα βαλς που εκείνη χόρευε σε μία από τις παλιές ταινίες. Και να που το 1961 τη γνώρισε στο Παρίσι ως πρωταγωνίστρια της παράστασης της «Κλέφτρας του Λονδίνου», για την οποία έγραφε μουσική ο ίδιος.

Ο 36χρονος τότε συνθέτης εξομολογήθηκε στη Γαλλίδα πρωταγωνίστρια τον θαυμασμό του. Κι ένα βράδυ εκείνη τον κάλεσε στο σπίτι της στο Σανς Ελιζέ. Εβαλε ένα δίσκο στο πικάπ και του είπε: «Θα ’θελε το παιδί από το Παγκράτι να χορέψει μαζί μου το ίδιο εκείνο βαλς;».

Η περιπέτεια του Οσκαρ. Τον ίδιο χρόνο, όλος ο κόσμος χόρευε στον ρυθμό των «Παιδιών του Πειραιά». Ο Χατζιδάκις δεν πήγε στην απονομή των Οσκαρ, κι έτσι η Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου τού έστειλε το αγαλματίδιο για το καλύτερο σάουντρακ ταχυδρομικώς. Ομως, το Οσκαρ χάθηκε κάπου στη Γιουγκοσλαβία και, για χάρη των φωτογράφων, ο συνθέτης δανείστηκε εκείνο που είχε κερδίσει η Κατίνα Παξινού για την ερμηνεία της στο «Για ποιον χτυπά η καμπάνα». Λίγο καιρό αργότερα, οι Αμερικανοί τού έστειλαν ένα νέο αγαλματίδιο, που, αφού γλίτωσε κάποτε από τον κάλαθο των αχρήστων, τώρα στέκει σε μια προθήκη του σπιτιού του. Εν πάση περιπτώσει, ο Ελληνας συνθέτης είναι ο μόνος που θα μπορούσε να περηφανευτεί ότι, αν και κέρδισε ένα Οσκαρ, η Ακαδημία του έστειλε δύο…

Στο σινεμά με το κορίτσι σου. Οταν ο Ντούσαν Μακαβέγιεφ τηλεφώνησε στον Χατζιδάκι με την πρόταση να συνεργαστούν για την καινούργια του ταινία, εκείνος ενθουσιάστηκε. Είχε κιόλας γοητευθεί από τα «Μυστήρια του οργανισμού», του ίδιου σκηνοθέτη. Ετσι γεννήθηκε, το 1974, το περίφημο σάουντρακ του «Sweet movie», μιας ακόμα μαγικής «ιστορίας έρωτα και αναρχίας» (όπως θα ’λεγε και η Λίνα Βερτμίλερ).

Προλογίζοντας την ταινία τον ίδιο χειμώνα στο «Αστυ», ο Χατζιδάκις αποκάλυψε ότι ο Μακαβέγιεφ «συνηθίζει να λέει πως πρέπει κανείς να βλέπει το “Sweet movie” με το κορίτσι του. Ποτέ μόνος. Και σε μερικές στιγμές, σαν τις γλυκιές στιγμές ενός κοντσέρτου του Ραχμάνινοφ ή του Γκέρσουιν, ν’ ακουμπάει ο ένας το χέρι του άλλου, με τρυφερότητα και με κρυφό ανατρίχιασμα. Τότε –λέει– η ταινία του λειτουργεί σωστά».

Το ίδιο ισχύει και για τη δική του μουσική.

Τσέμπαλο αντί για μπουζούκι. Ηδη από το 1962, ο Χατζιδάκις είχε απηυδήσει με τις ανεξέλεγκτες από κείνον εκδοχές των «Παιδιών του Πειραιά». Οπως μάλιστα ισχυριζόταν αργότερα σ’ ένα σημείωμά του, η επιλογή του σαντουριού για τη μουσική που συνέθεσε για το «America, America» δεν ήταν παρά η απάντησή του στην τουριστική κατάχρηση του μπουζουκιού:
«Τη στιγμή που είπα στον Καζάν ότι δέχομαι, η Ακρόπολη είχε γίνει “πράσινη” από το κακό της και οι κιθάρες άρχισαν να παίζουν γλυκανάλατα τα “Παιδιά του Πειραιά”. Ακούγοντάς το, ο Καζάν μού φώναξε αγαναχτισμένα πως δεν θέλει στη μουσική που θα του φτιάξω μπουζούκια.

“Συμφωνώ”, του απάντησα». Κι έτσι διάλεξε να κυριαρχεί πάνω σ’ όλα τα άλλα όργανα το σαντούρι: «Τι είναι το σαντούρι; Μια μπαγκέτα που χτυπά δυνατά πάνω σε μια γυμνή χορδή. Κάτι σαν τσέμπαλο. Τουλάχιστον έτσι το θέλησα εγώ».

Πώς έγραψε τέτοια μουσική…«Ενα μεθυστικό πανηγύρι» ήταν το Χόλιγουντ του 1968 που συνάντησε ο Χατζιδάκις, όταν συμφώνησε να γράψει εκεί τη μουσική για «ένα φιλόδοξο ποιητικό γουέστερν», το «Blue», που ηχογράφησε μάλιστα με τη Συμφωνική του Λος Αντζελες. Σήμερα μας έμεινε το θαυμάσιο εκείνο σάουντρακ.

«Πώς γράψατε τόσο ωραία μουσική για την ταινία μου;» του είπε με δέος ο σκηνοθέτης Σίλβιο Ναριτζάνο. «Ερωτεύθηκα τον πρωταγωνιστή της», του απάντησε μεταξύ αστείου και σοβαρού ο συνθέτης. Και, τότε, όπως αφηγείται ο Γ. Χατζιδάκις, ακούστηκε από δίπλα ο ίδιος ο Τέρενς Σταμπ: «Το ξέρω!».

Η πρόταση του Φελίνι. Και αν το προηγούμενο περιστατικό ο Γ. Χατζιδάκις το γνωρίζει από αφήγηση του συνθέτη, στο επόμενο ήταν παρών και ο ίδιος: Το 1983 ταξίδεψαν μαζί στη Ρώμη, καλεσμένοι τού Φεντερίκο Φελίνι, ο οποίος γύριζε την ταινία του «Και το πλοίο φεύγει». Η εμπειρία της παρακολούθησης των γυρισμάτων στα στούντιο της Τσινετσιτά συμπληρώθηκε από μια δεύτερη, το ίδιο μοναδική: ο Φελίνι ξενάγησε τον Χατζιδάκι και τον γιο του με το αυτοκίνητό του στη δική του «αιωνία πόλη», των λαϊκών δρόμων και των ταπεινών πλατειών.

Τότε πρότεινε στον Ελληνα συνθέτη να γίνει εκείνος ο συνθέτης των νέων ταινιών του, διαδεχόμενος τον Νίνο Ρότα, ο οποίος είχε πεθάνει τέσσερα χρόνια πριν. Ο Χατζιδάκις τον ευχαρίστησε θερμά, αλλά αρνήθηκε την πρόταση, προσθέτοντας ότι ο Νικόλα Πιοβάνι θα ήταν θαυμάσιος σ’ αυτόν τον ρόλο. Μέχρι σήμερα, ο Πιοβάνι δεν έχει πάψει να τιμά τον Χατζιδάκι ως έναν από τους δασκάλους του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή