Ο στρατηγός Μακρυγιάννης επιστρέφει μετά μουσικής

Ο στρατηγός Μακρυγιάννης επιστρέφει μετά μουσικής

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Αυτά μ’ αξίωσε ο Θεός, όσα σας γράφω, εκείνα όπου μό’λεγαν και όσα είδα μόνος, όσα άκουσα και όσα βλέπω και τώρα, και όποιος αγαπάγει ας πιστεύει, και όποιος θέλει ας τηράγει την δουλειά του, κανένας δεν βιάζεται», έγραφε ο Ιωάννης Μακρυγιάννης στο βιβλίο του «Οράματα και Θάματα». Το δεύτερο από τα «στορικά» του –τα «Απομνημονεύματα» του στρατηγού αποτελούν έργο αναφοράς για την ελληνική πεζογραφία και την ιστοριογραφία–, κείμενο δυσπρόσιτο κι ερμητικό κατά μία έννοια, έμεινε στην αφάνεια επί 150 χρόνια για ιστορικούς και φιλολογικούς λόγους μέχρι να εκδοθεί για πρώτη φορά το 1983 από το ΜΙΕΤ. Γεμάτο παραληρηματικά ξεσπάσματα αλλά και την αμεσότητα του δημόσιου λόγου, πρόκειται σε λίγες ημέρες να γίνει παράσταση όπερας στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ.

Ο στρατηγός –προσωπικότητα συγκρουσιακή κι ανοικονόμητη– επιστρέφει λοιπόν για μία ακόμη φορά στην επικαιρότητα. Η Εναλλακτική Σκηνή έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να επαναφέρει στο προσκήνιο κείμενα της ελληνικής γραμματείας που σκεπάστηκαν από τη σκόνη του χρόνου. Διπλός ο στόχος αυτών των παραγωγών: αφενός ο πειραματισμός και η ανανέωση της όπερας στη μουσική σκηνή της χώρας, αφετέρου ο αναστοχασμός πάνω στο περιεχόμενο των έργων, στη γλώσσα, στη δομή, στο ιδεολογικό τους βάρος. Τα «Οράματα και Θάματα» του Μακρυγιάννη, χειρόγραφα που έκρυβε επί χρόνια από τα μάτια των οικείων και των συγχρόνων του, φυλαγμένα σε έναν τενεκέ που τον έθαβε στην αυλή του σπιτιού του, έχουν χαρακτήρα αυτοβιογραφικό. Για κάποιους από τους σχολιαστές του δεν ήταν παρά τα γραπτά ενός γέροντα που έχασε τα λογικά του εξαιτίας των πολεμικών τραυμάτων του. Τι μας συνδέει σήμερα με αυτά τα κείμενα; Κι ακόμη περισσότερο, «τι μένει και τι περισσεύει από την προσωπικότητά του, από την αξιοποίηση, την αγιοποίηση ή την αποδόμηση του μύθου του Μακρυγιάννη», αναρωτιέται ο ποιητής Αλέκος Λούντζης που ανέλαβε τη δύσκολη δουλειά της συγγραφής του λιμπρέτου της όπερας.

Επί δύο χρόνια πάλεψε με αυτό το κείμενο. Στην αρχή, αμήχανος βάλθηκε να το διαβάζει παράλληλα με τη σχετική βιβλιογραφία. Το αποτέλεσμα ήταν ένα εμπεριστατωμένο δοκίμιο πάνω στη σημασία του έργου, αλλά το λιμπρέτο εξακολουθούσε να μη γράφεται. Ο Μακρυγιάννης παρέμενε γι’ αυτόν βουβός. Οπως λέει, «ένα πρόσωπο μεταξύ ιστοριογραφίας και φιλολογίας». Βουτώντας όλο και βαθύτερα στην περιπέτεια της «ανακάλυψης» του έργου –άρχισε να τρυπώνει μέχρι και στα όνειρά του–, ο ποιητής εντέλει συνάντησε τον στρατηγό-μύθο. Στη συνέχεια είδε τον επινοητικό, συγγραφέα ενός τολμηρού για την εποχή του πεζογραφήματος. Και εντέλει βρήκε τον άνθρωπο που πορεύτηκε μέσα στις συγκρούσεις του με θάρρος, επιδιώκοντας και καταφέρνοντας να γίνει ο ίδιος υποκείμενο της Ιστορίας, ποτέ ουραγός των γεγονότων. «Πολέμησε, διεκδίκησε, συνωμότησε, τραυματίστηκε, υπέφερε, αδίκησε, αδικήθηκε, εξοργίστηκε, έπεσε θύμα εκδίκησης, προσπάθησε να πείσει, χωρίς μάλλον ο ίδιος να πείθεται από κανέναν πέραν της πίστης του», λέει.

Σύγχρονο πρόσωπο

«Είναι εκπρόσωπος ενός κόσμου που έχει κλείσει μεν, αλλά διατηρεί πολλές συνέχειες με το παρόν. Για τη συγκίνηση και τα πάθη του, αποτελεί ένα σύγχρονο πρόσωπο. Ο αυτοβιογραφούμενος Μακρυγιάννης είναι ένας διαχρονικός ήρωας: επινοητικός, αποτελεσματικός –από ορφανό επαρχιωτόπουλο αναδεικνύεται σε σημαντική προσωπικότητα του νεοσύστατου κράτους– και ενίοτε αυτοκαταστροφικός. Υπήρξε έμπλεος πάθους και αντιθέσεων σε όλο του τον βίο, αυτοδίδακτος σε πολλά, επίμονος σε όλα, όπως δείχνει το πείσμα του να μάθει να γράφει, συγκρουσιακός, ταλαντούχος σε διαφορετικά πεδία, πατέρας δώδεκα παιδιών. Παρέμεινε μέχρι τέλους βαθιά πιστός αλλά και απρόβλεπτος, ένας εξαιρετικά σύνθετος χαρακτήρας χωρίς ανάγκη εξωραϊσμού».

Αντίθετα με τον Αλέκο Λούντζη, ο συνθέτης Δημήτρης Μαραγκόπουλος διάβασε τα «Οράματα και Θάματα» στην πρώτη τους έκδοση και έκτοτε δεν τα ξέχασε. «Η αίσθηση που είχα», λέει, «ήταν ένας χείμαρρος από εικόνες σχεδόν υπερρεαλιστικές. Ενα εικαστικό, ποιητικό πολυδιάστατο σύμπαν που ένιωσα την ανάγκη να το μετασχηματίσω σε μουσικό έργο, κάποιο είδος όπερας». Ετσι συνέθεσε μια όπερα στην οποία τα δυτικοευρωπαïκά όργανα συνδυάζονται αρμονικά με τους ηλεκτρονικούς ήχους και τα μεσογειακά παραδοσιακά όργανα όπως ο κεμανές, το νέι, το ούτι, και τεχνικές που προέρχονται από τη βυζαντινή παράδοση. Αυτή η συνύπαρξη του παρόντος με το παρελθόν, της Ανατολής με τη Δύση και της παραδοσιακής κουλτούρας με τις «κλασικές» οπερατικές τεχνικές «επιχειρούν να αγγίξουν και να αναδείξουν τις κρυμμένες μουσικές των “Οραμάτων”, όπως αποτυπώθηκαν από τον ίδιο, αλλά όπως τα διαβάσαμε κι εμείς».

«Οράματα και Θάματα Στρατηγού Μακρυγιάννη», 5-7/4, Εναλλακτική Σκηνή ΕΛΣ. «Οράματα και Θάματα Στρατηγού Μακρυγιάννη. Το λιμπρέτο», Αλέκος Λούντζης, εκδ. Κίχλη, 2019.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή