Μεγάλα μιούζικαλ επιστρέφουν ξανά στην ελληνική σκηνή

Μεγάλα μιούζικαλ επιστρέφουν ξανά στην ελληνική σκηνή

5' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ο κόσμος δεν είχε δει ποτέ ξανά κάτι τέτοιο», μου λέει ένας καλός φίλος που είχε την τύχη να παρακολουθήσει στο Λονδίνο του 1981 μία από τις πρώτες παραστάσεις του «Cats». Θυμάται την «επαναστατική χορογραφία», το «πρωτοποριακό μακιγιάζ», τα «απίθανα κοστούμια», και φυσικά τη μουσική και τα τραγούδια του Αντριου Λόιντ Ουέμπερ, με πρώτο και καλύτερο το Memory, μαγικά ερμηνευμένο από την αξέχαστη Ελέιν Πέιτζ.

Σκέφτομαι ότι πολλοί από τους θεατές της τωρινής παραγωγής που είμαστε έτοιμοι να δούμε, θα μοιράζονται πιθανότατα το ίδιο συναίσθημα. Καθόμαστε στις αναπαυτικές πολυθρόνες του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης και αυτή είναι μια ιστορική βραδιά: πρώτη φορά στην ιστορία της πόλης, ένα εισαγόμενο μιούζικαλ, κατευθείαν από το Ουέστ Εντ, παρουσιάζεται στη Θεσσαλονίκη. Και κρίση, ξε-κρίση, οι Θεσσαλονικείς έχουν επιφυλάξει αλλεπάλληλα sold out στο κλασικό, πια, υπερθέαμα με πρωταγωνίστριες τις διάσημες «Γάτες» του Αντριου Λόιντ Ουέμπερ.

Διπλό ρίσκο

Από τις 26 Φεβρουαρίου η τεράστια λονδρέζικη παραγωγή «κατεβαίνει» στην πρωτεύουσα. Οι Αθηναίοι δεν είναι πρωτάρηδες, καθώς το 2005 κάποιες άλλες «Γάτες», αυστραλιανής υπηκοότητας, είχαν καταλάβει ειρηνικά τη σκηνή του θεάτρου Μπάντμιντον. Φέτος και ύστερα από τέσσερα χρόνια, το ίδιο θέατρο, ταυτισμένο με την ιδέα του μιούζικαλ και των οικογενειακών θεαμάτων, ρισκάρει και φέρνει στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη το «Cats», αυτή τη φορά με βρετανικό διαβατήριο.

Στο διάλειμμα της παράστασης συναντώ τον κ. Μιχαήλ Αδάμ, επικεφαλής της adamproductions που διαχειρίζεται το θέατρο Μπάντμιντον και υπεύθυνο για την παρουσίαση μιας σειράς από επιτυχημένα μιούζικαλ στην Ελλάδα. Του επισημαίνω ότι η εταιρεία του επενδύει ξανά στην αγορά των μιούζικαλ ύστερα από μια τετραετή περίπου αποχή. Αλήθεια, έχει ενδείξεις ότι ο κόσμος είναι έτοιμος να διαθέσει ξανά χρήματα για ένα όχι τόσο φτηνό είδος οικογενειακής ψυχαγωγίας; «Εχουμε να φέρουμε μιούζικαλ από την Evita, την αλησμόνητη άνοιξη του 2010 (τότε που ήλθε το ΔΝΤ και σκοτώθηκαν οι άνθρωποι στη Marfin) και ήταν οικονομική καταστροφή, αν και η παραγωγή ήταν τέλεια. Στην κρίση δεν εμπιστευόταν κανείς την Ελλάδα ή ζητούσαν τεράστιες προκαταβολές που αδυνατούσαμε να καταβάλουμε. Με την υπομονή και επιμονή μας, καταφέραμε να πείσουμε μια παραγωγό εταιρεία να έλθει να ρισκάρει μαζί μας στην Ελλάδα της κρίσης (καλά να είναι οι άνθρωποι!!!). Ετσι σήμερα βρεθήκαμε να έχουμε ξανά σε ακόμη πιο προσιτές από το παρελθόν τιμές ένα μιούζικαλ σαν το “Cats”. Αυτή η επιτυχία ελπίζουμε να αλλάξει τη διάθεση και άλλων εταιρειών του εξωτερικού. Δεν είμαι από τους αισιόδοξους για το μέλλον, αλλά το ότι συνεχίζουμε να προσπαθούμε και να παραμένουμε όρθιοι, παρά τις γενικές και ειδικές για το Μπάντμιντον αντιξοότητες, έχει καταντήσει πλέον εκτός από εργασιοθεραπεία και στοίχημα ζωής για όλη την ομάδα του θεάτρου».

Γιατί ξανά το «Cats» ύστερα από εννέα χρόνια; «Οταν το φέραμε το 2005 δεν πίστευε κανείς πως ένα μεγάλο μιούζικαλ θα μπορούσε να σταθεί στην Ελλάδα. Πόσο μάλλον ότι θα είχε 100 χιλιάδες θεατές. Από τότε φέραμε στο Μπάντμιντον πολλά μιούζικαλ σε περιοδεία. Το “Cats” είναι από τα μιούζικαλ που έχουν γίνει κλασικά και διαχρονικά, όπως το “Σικάγο”, το “Καμπαρέ”, το “West Side Story” και τόσα ακόμη. Ανεβαίνουν και ξανανεβαίνουν στο West End και στο Broadway και προγραμματίζουν σε τακτά διαστήματα διεθνείς περιοδείες. To “Cats”, εκτός από τους νέους θεατές το βλέπουν και αυτοί που μπορεί να το είχαν δει παλαιότερα. Εγώ, αν και σκυλόφιλος, δεν χορταίνω να βλέπω την αρτιότητα και τελειότητα της παραγωγής, των χορογραφιών της μουσικής και του απίστευτου ταλέντου αυτών των πλέον ολοκληρωμένων ηθοποιών του μουσικού θεάτρου. Το “Cats” είμαι σίγουρος πως θα το βλέπουν το ίδιο ευχάριστα και σε 50 χρόνια από σήμερα».

Παραφιλολογία

Υπάρχει μια παραφιλολογία για το πόσο πραγματικά «ζωντανές» είναι αυτές οι παραστάσεις. Kαθώς ο κόσμος δεν βλέπει μουσικούς και ορχήστρα στη σκηνή τείνει να πιστεύει ότι όλα, από τη μουσική μέχρι τα τραγούδια, είναι play back. O κ. Μιχαήλ Αδάμ μου εξηγεί ότι ο Ουέμπερ δεν ήθελε οι θεατές να βλέπουν τίποτε άλλο παρά γάτες και τα σκουπίδια του σκουπιδότοπου του σκηνικού που είναι 3,5 φορές μεγαλύτερα του κανονικού. Γι’ αυτό προτίμησε να βάλει τη 10μελή ορχήστρα όχι στο πιτ, αλλά πίσω από τη σκηνή σε ειδικό δωμάτιο. Από εκεί διευθύνει ο μαέστρος και τον βλέπουν ηθοποιοί από οθόνες μέσα στην αίθουσα και πάνω στη σκηνή. Επίσης για τον απαραίτητο όγκο των φωνών, τραγουδούν και όλοι οι understudies (οι ηθοποιοί που ακολουθούν την περιοδεία και είναι έτοιμοι να αντικαταστήσουν οποιονδήποτε ηθοποιό κάνει ρεπό ή έχει κάποιο πρόβλημα, έτσι ώστε να μην υπάρχει περίπτωση να ακυρωθεί καμία παράσταση). Το ίδιο τραγουδούν και όλες οι γάτες που δεν βρίσκονται εκείνη την ώρα στη σκηνή. «Η έλλειψη της ορχήστρας στο πιτ, αλλά και ο όγκος των φωνών δημιουργεί στο μη εξοικειωμένο με το μιούζικαλ ελληνικό κοινό αμφιβολίες για το ότι η παράσταση είναι play back. Γι’ αυτό τον λόγο αποφασίσαμε να βγάζουμε τον μαέστρο στην τελική υπόκλιση, κάτι που το χαίρεται ιδιαίτερα γιατί σε άλλες πόλεις δεν έχει αυτή την ευκαιρία να υποκλίνεται και να χειροκροτείται από τους θεατές».

Οσο για το αν τα μιούζικαλ ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων, ο κ. Μιχαήλ Αδάμ δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία. «Τα μιούζικαλ είναι η φυσική συνέχεια της όπερας και της οπερέτας και όπως στον καιρό τους αυτά τα λαϊκά θεατρικά είδη καλύπτουν απόλυτα την ανάγκη των θεατών να δουν μια μεγάλη παραγωγή, ένα θεατρικό υπερθέαμα με αρτιότητα σε όλα τα επίπεδα. Μια ιστορία που να εξελίσσεται, εκτός από τους διαλόγους, με τη μουσική και το τραγούδι. Εμάς μας άρεσε να φέρνουμε τα μιούζικαλ στη δική τους γλώσσα και δεν το μετανιώσαμε, καθότι οι Ελληνες σε αντίθεση με τους Γερμανούς, τους Ιταλούς, τους Ισπανούς ή τους Ρώσους έχουν συνηθίσει στον υπο-υπερτιτλισμό και δεν άκουσαν ποτέ τον Γούντι Αλεν ή τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ να μιλούν ελληνικά (ευτυχώς όσο αστείο και να ήταν). Τα μιούζικαλ που έχουμε φέρει στο Μπάντμιντον (Mamma Mia, Jesus Christ Super Star, Beauty and the Beast, Singing in the Rain, West Side Story, Evita κ.ά.) πήγαν όλα από καλά έως εξαιρετικά. Ο κόσμος έχει εξοικειωθεί αρκετά με το είδος και τα θεάματα αυτά έγιναν προσιτά και σε αυτούς που δεν ταξιδεύουν στο Λονδίνο ή στη Νέα Υόρκη».

Για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη

Η Θεσσαλονίκη με το «Cats» μπήκε και αυτή στην αγορά των μιούζικαλ. Στο εξής να περιμένουμε τα θεάματα που έρχονται στην Αθήνα να ανηφορίζουν και στη Θεσσαλονίκη; «Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι, το ίδιο και οι Αγγλοι συνεταίροι μας, από την προσέλευση του κόσμου και την υποδοχή που είχε το “Cats” από το κοινό της Θεσσαλονίκης. Μας θύμισε την Αθήνα εννέα χρόνια πριν. Ηταν νομίζω κάτι που έπρεπε να το είχαμε τολμήσει προ κρίσης, αλλά έστω και τώρα αποδείχτηκε πως η Θεσσαλονίκη μπορεί να φιλοξενήσει τέτοια θεάματα. Το επόμενο που προγραμματίζουμε για το φθινόπωρο του 2015 είναι το “Mamma Mia”, που περιοδεύει ασταμάτητα σε όλον τον κόσμο περισσότερα από 10 χρόνια, ενώ συνεχίζεται με τεράστια επιτυχία στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και σε ακόμη 5-6 πόλεις».

​​To «Cats» θα παρουσιαστεί σε 25 παραστάσεις στο θέατρο Μπάντμιντον, από τις 26 Φεβρουαρίου έως τις 15 Μαρτίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή