Μια παρτίδα «Τάβλι» και συζήτηση με… τρεις

Μια παρτίδα «Τάβλι» και συζήτηση με… τρεις

3' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ισως είναι από τα νεοελληνικά έργα που έχουμε δει και ξαναδεί οι περισσότεροι θεατρόφιλοι από το 1972, οπότε παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Τέχνης: «Το τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη. Από χθες, αυτό το εμβληματικό μονόπρακτο της νεοελληνικής δραματουργίας παρουσιάζεται και πάλι στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής, μια συμπαραγωγή της Εταιρείας των Φίλων της Τέχνης του Θεάτρου και του Θεατρικού Οργανισμού «Ακροπόλ». Στον ρόλο των δύο νεοελλήνων, του Φώντα και του Κόλλια, που αναμετρώνται στο τάβλι όσο και στα όνειρα για το πώς θα πιάσουν την καλή, δύο από τους σημαντικότερους σύγχρονους πρωταγωνιστές, που επωμίστηκαν και το βάρος της σκηνοθεσίας της παράστασης: ο Νίκος Κουρής και ο Μάκης Παπαδημητρίου. Αντί για μια συνήθη συνέντευξη με τους δύο πρωταγωνιστές, σκεφτήκαμε να τους ακούσουμε να συνομιλούν με την Ελένη Χαβιαρά, σύντροφο της ζωής του Δημήτρη Κεχαΐδη, με την οποία συνέγραψαν και συνυπέγραψαν μερικά από τα πιο αγαπημένα νεοελληνικά έργα. Συναντηθήκαμε ένα μεσημέρι, λίγο πριν από το Πάσχα, στο κέντρο της Αθήνας. Την αρχική αμηχανία διαδέχθηκε μια συζήτηση ζεστή, με μοίρασμα αισθημάτων, εμπειριών, αναμνήσεων.

Ξεκίνησα με την πρώτη ερώτηση. Η επιλογή των έργων ήταν των δύο ηθοποιών και για ποιον λόγο;

Μ. Π.: Ναι, δική μας. Οταν κάναμε τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη, με τον Σαββόπουλο, κάποια στιγμή είπα, αστειευόμενος, στον Νίκο: «Εμ βέβαια, τέτοιες προπαίδειες πού να τις ξέρεις εσύ;» Είναι η δεύτερη ατάκα που λέει ο Φώντας στο έργο. Και μου απαντάει ο Νίκος: «Αυτό είναι από το “Τάβλι” του Κεχαΐδη…».

Ν. Κ.: Του είπα ότι αυτό είναι αγαπημένο μου έργο. Και ο Μάκης μού είπε το ίδιο. Και κάποια στιγμή είπαμε και οι δύο «να το κάνουμε παράσταση, αφού το αγαπάμε τόσο πολύ;». Δεν είχαμε σκεφτεί ούτε το πού ούτε το πότε. Απλώς το είπαμε κάποια στιγμή στον Φάνη Κιρκινέζο, είπε «μέσα» και το αφήσαμε.

Τελικά ήρθε η πρόταση από την Ειρήνη Λεβίδη για το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Ρωτάω αν κάποιος από τους δύο το έχει ξαναπαίξει, έστω στη δραματική σχολή. Ο Νίκος Κουρής λέει ότι ήταν από τα πρώτα έργα που δούλεψε με τον Τάσο Μπαντή για να δώσει εξετάσεις.

Μ. Π.: Εμένα η πρώτη μου επαφή με το θέατρο, στον Φιλοπρόοδο Ομιλο Υμηττού, ήταν με τον Κεχαΐδη. Το έργο που είχαμε ανεβάσει με την ερασιτεχνική θεατρική ομάδα που είχαμε ήταν «Το πανηγύρι». Μετά διάβασα «Το τάβλι», τη «Βέρα», όλα. Αριστουργήματα.

Εχει μια διαχρονικότητα

Η Ελένη Χαβιαρά θυμάται την πρώτη παράσταση στο Θέατρο Τέχνης και έχει δει αρκετές από τις παραστάσεις που παίχτηκαν έκτοτε. «Είπατε ότι ήταν από τα αγαπημένα σας έργα. Αλλά σήμερα, εσείς ως σύγχρονα άτομα, πώς το βλέπετε να κολλάει στη σημερινή εποχή;»

Μ. Π.: Θεωρώ ότι το «Τάβλι» είναι σχεδόν κλασικό. Κάθε χρόνο ανεβαίνουν δύο-τρία έργα του Αριστοφάνη και άλλες τόσες τραγωδίες. Ομως οι σκηνοθέτες τα ξαναπαρουσιάζουν. Το ανέβασμα και ο τρόπος που το ανεβάζεις έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Σαράντα και πλέον χρόνια μετά, διαβάζοντάς το και βλέποντας δύο ανθρώπους να ονειρεύονται και να σχεδιάζουν πράγματα που σκέφτονται και σήμερα οι άνθρωποι, σημαίνει ότι είναι από μόνο του επίκαιρο. Εχει αποκτήσει μια διαχρονικότητα. Εχει τη λογική ότι στις δύσκολες στιγμές, στη φτώχεια και την ανέχεια, το μυαλό γυρνάει σε μονοπάτια του στυλ «να πιάσουμε την καλή», «να κάνουμε την κομπίνα» κ.λπ.».

Ν. Κ.: Θεωρώ μεγάλη ανοησία να αναζητά κανείς στα έργα την επικαιρότητα, δηλαδή το πόσο μπορούν να είναι επίκαιρα ή αν έχουν κάποιο νόημα κ.λπ. Το μόνο που έχει αξία είναι -κατά τη γνώμη μου- το καλλιτεχνικό ύψος ενός θεάματος. Το θέμα είναι πώς θα ανακαλύψουμε το έργο και πώς η θεατρική έκφραση σήμερα θα μπορούσε ν’ αποκτήσει μεγαλύτερη αμεσότητα σε σχέση με την ποίηση του έργου. Γιατί το έργο έχει πολύ μεγάλη ποίηση. Θα μπορούσε κανείς να το παραλληλίσει με την «Αυλή των θαυμάτων». Δεν ξέρω ποιο είναι καλύτερο. Σε αυτά τα δύο έργα βλέπουμε κομμάτια από τον χαρακτήρα μας. Και συνήθως δεν το αποδεχόμαστε. Εγώ το δέχομαι απόλυτα. Η συζήτηση συνεχίστηκε με την Ελένη Χαβιαρά ν’ ακούει προσεκτικά τους δύο ηθοποιούς να εκμυστηρεύονται τον τρόπο που έχουν διαβάσει τα κρυφά σημεία ή τις παγίδες του έργου, και να ρωτάει λεπτομερώς πώς προσέγγισαν τη μία ή την άλλη σκηνή. Κάποια στιγμή άρχισε να ανταλλάσσει μαζί τους ατάκες του έργου. Και να λέει ότι περιμένει ανυπόμονα να το ξαναδεί στη σκηνή του θεάτρου.

​​Τετάρτη και Κυριακή, 7.30 μ.μ. Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 9 μ.μ. Σκηνικά-κοστούμια: Ελ. Παπαγεωργακοπούλου. Μουσική: Μ. Μάτσας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή