Προβληματική και προβληματισμένη

Προβληματική και προβληματισμένη

3' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΑΡΙΑΝ ΜΝΟΥΣΚΙΝ (ΚΛΑΟΥΣ ΜΑΝ)

Μεφίστο

σκηνοθ.: Νίκος Μαστοράκης

θέατρο: Εθνικό Θέατρο (στο Δημοτικό Πειραιά)

Από το 1987, που είδα βιντεοσκοπημένο τον «Μεφίστο» της Μνούσκιν (Φεστιβάλ Αβινιόν, 1979), δεν είμαι σε θέση πια να κρίνω τις δραματουργικές αλλαγές που, «σε συνεννόηση» μαζί της, έκανε για την παράσταση του Εθνικού ο επιμένων συγκεντρωτικά Νίκος Μαστοράκης (δραματουργική επεξεργασία, σκηνοθεσία/διδασκαλία, σκηνικά – κοστούμια). Μπορώ μόνο να φέρω στη μνήμη μου μια υποδόρια ανατριχιαστική ρεβύ πάνω σε δύο σκηνές, μπρος και πίσω από τους θεατές, που γύριζαν κατά περίπτωση τις πτυσσόμενες καρέκλες τους, είτε προς τη σκηνή ενός ευφυέστατου, γεμάτου απελπισμένη ορμή, τρελές ιδέες κι εξουθενωτική σάτιρα καμπαρέ, είτε προς τη σκηνή, όπου παίζονταν (με το γνωστό συμπυκνωμένο ύφος και δύναμη) στιγμιότυπα από τη βιογραφία ενός διεστραμμένου καριερίστα, πλαισιωμένου από ανθρώπους του θεάτρου, εραστές, συγγενείς, ανταγωνιστές, αντίπαλους, αγωνιστές, ανώνυμους η περιώνυμους.

Ο φασισμός, εγκατεστημένος προ πολλού στις σχέσεις και τις συμπεριφορές των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία (θεατρική και μη), αναρριχάται στην εξουσία. Ηταν και η δίνη των «βδελυρών» εικοσάχρονων με την προβολή του θεοποιημένου χρήματος, την παραφορά του απροκάλυπτα ομοερωτικού, την περιφορά του έκφυλου κι εκφυλισμένου ανδρό-γυνου, που τον διευκόλυνε.

Πριν από την ταινία «Mephisto» του Istvan Szabo (1981), επίσης βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Κλάους Μαν, η Μνούσκιν, η δραματουργία της και ο θίασος (Θέατρο του Ηλιου) είχαν κατορθώσει να δείξουν την αποτρεπτή άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, τη γοητεία που μπορεί να ασκήσει το Κακό (ιδίως σε απελπισμένους), την παραπλάνηση και αποπλάνηση συνείδησης, κριτικής σκέψης και ηθικής μέσα σε κλίμα αναρχίας, ανεργίας και διάλυσης. Κι ακόμα, την ακαριαία αποκάλυψη της βαριάς ψυχοπαθολογίας του ναζισμού και των διεστραμμένων λειτουργών του, που άκριτες και κοπαδοποιημένες μάζες όρισαν για θεραπευτές των δεινών τους.

Από την παράσταση του Εθνικού δεν βγαίνουν διαφορετικά μηνύματα. Βγαίνουν όμως οι θεατές εξουθενωμένοι. Θες η αναίτια διάρκειά της (τρεισήμισι ώρες στην πρεμιέρα), θες το νεύρο που έλειπε από κάποιες σκηνές, θες η αίσθηση του ξεκούρδιστου που απέπνεε η εναλλαγή των εικόνων, συνέτειναν σε κούραση αντί σε ταραχή από τις τρομακτικές ομοιότητες με το δικό μας σήμερα. Πιστεύω πως γενναία κοψίματα, σφίξιμο ρυθμών και δούλεμα αρμών μπορεί να δικαιώσουν τη στόφα και τον μόχθο που περιέχει η παράσταση.

Ο Θάνος Τοκάκης στον κεντρικό ρόλο του Χέντρικ Χέφγκεν/ Γκρίντγκενς, με μορφή αθώα, σχεδόν παιδική, ξένη προς τις σεξουαλικές του διαστροφές -σημαία σκοπιμότητας- εξελίσσεται ενώπιόν μας από αριστερός καλλιτέχνης σε αδίστακτο συνεργάτη του ναζισμού, προκειμένου να χορτάσει την αβυσσαλέα καλλιτεχνική του ματαιοδοξία. Ο Χάρης Φραγκούλης ως Κλάους Μπρίκνερ/Μαν, πειστικός στο αναιδές του ύφος και την ανώριμη αυτοπεποίθηση λόγω οικογενειακής προέλευσης, άνετος στα περάσματα από κάθε είδους στροφή και διαστροφή, κινδυνεύει να τυποποιηθεί αν δεν αποποιηθεί αυτό που του επιβάλλουν: οι σκηνοθέτες, οι επιτυχίες του, η φωνή και η φυσιογνωμία του. Από τους υπόλοιπους ρόλους, που δίχως ξαφνιάσματα υπηρέτησαν ευσυνείδητα οι Θύμιος Κούκιος, Μαρίνα Ασλάνογλου, Βίκυ Βολιώτη, Στέφανος Μουαγκιέ (με κίνηση μαύρου αιλουροειδούς, διδαγμένος από την Αμάλια Μπένετ), Αλκης Παναγιωτίδης, Γιώργος Παπαπαύλου, Τάσος Πυργιέρης, Γιάννης Στόλλας, Χάρης Τζωρτζάκης, Ενκε Φεζολάρι, ξεχώρισαν η Μαρία Ζορμπά (Μίριαμ Γκότσαλκ) με μεστό, ερωτικό, εσωτερικά εκρηκτικό, απεγνωσμένο παίξιμο, ο Τάσος Ψαρράς (Μάγκνους Γκότσαλκ) με συγκρατημένη φλόγα κάτω από την αποστολή του ειρηνοποιού, ο Αλέξανδρος Λογοθέτης (Οτο Ούλριχ) με θαυμαστό μέτρο σε ρόλο επικίνδυνο για μελοδραματισμούς, ο Μηνάς Χατζησάββας (Κλάους Μπρίκνερ/Τόμας Μαν) με το κύρος, την ωριμότητα των μέσων του και το πολύτιμο δίδαγμα προς νέους, αποδεχόμενος ελάχιστο ρόλο.

Ακόμη, ξεχώρισαν η Γιούλικα Σκαφιδά (Τερέζα φον Χέρτσφελντ) με τη σκηνική της επιβολή και δύναμη, η Κωνσταντίνα Τάκαλου (Πάμελα φον Νίμπουρν), αν και συχνά αναίτια αχαλίνωτη, και η Υβόννη Μαλτέζου (Κυρία Εφόι) με την κωμικο-απειλητική χροιά που χάρισε στον ρόλο και στην παράσταση.

Η μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, υποστηριγμένη κυρίως από τη Δανάη Κατσαμένη (τραγούδι) και τη Λήδα Μανιατάκου (πιάνο), εξασφάλιζε σχόλια και ατμόσφαιρα στην προβληματική αλλά και προβληματισμένη παράσταση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή