Ανθρώπινες κραυγές, χαμένες στα αρχεία

Ανθρώπινες κραυγές, χαμένες στα αρχεία

7' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από την οροφή της αίθουσας αιωρούνται λεπτά κορδόνια από τα οποία κρέμονται παλιές επιστολές, μια καπελιέρα, ένα τσεκούρι, μια γυάλινη νταμιτζάνα. Στη γωνία, το παλιό μπαούλο κρύβει τα δικά του μυστικά και απέναντι δυο κυλιόμενα τραπέζια από ντέξιον με μια παλιά δικογραφία να… ανυπομονεί από το 1823 να έρθει η σειρά της. Να μαρτυρήσει πώς φοβέριζε ο Παναγής την Μπαρμπαρέλλα που ετοιμαζόταν να κάμει γάμο με τον Νικολή, ενώ εκείνος, όπως λέει στην κατάθεσή του, εχάλασε τον δικό του διά αυτήν.

Ο Αλέξανδρος Λυκούρας, η Βασιλική Σουρρή, η Δήμητρα Μητροπούλου είναι οι ηθοποιοί της παράστασης που θα αρχίσει σε λίγα λεπτά. Οι ίδιοι που πριν από λίγο στο ισόγειο του εντυπωσιακού κτιρίου της οδού Δωρίδος 2 στον Ταύρο, εκεί όπου λειτουργεί αναβαθμίζοντας τη γειτονιά το Ιστορικό Αρχείο του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), προετοίμαζαν το κοινό με μια παντομίμα. Ενα βουβό δρώμενο ανάμεσα στις σύγχρονες κυλιόμενες αρχειοθήκες, προτού οι 50 θεατές οδηγηθούμε στον πρώτο όροφο.

Τα φώτα χαμηλώνουν και οι ιστορίες αρχίζουν. Αποσπασματικές, ανθρώπινες στιγμές, όπως ανασύρθηκαν από δημόσια έγγραφα και παλιά αλληλογραφία που δεν επιδόθηκε ποτέ ή κάποιοι αρνήθηκαν να την παραλάβουν και τελικά στοιβάχτηκε στα αρχεία του κράτους. Είναι τα «Γραπτά ίχνη» που ζωντανεύουν σαν πυροτεχνήματα αποκαλύπτοντας ιστορίες από προικοσύμφωνα, εισιτήρια, δικογραφίες, κατασχετήρια.

Οσα ανακάλυψε ψάχνοντας στο τοπικό Αρχείο Κεφαλονιάς την ιστορία του τόπου του και της οικογένειάς του ο ηθοποιός Αλέξανδρος Λυκούρας. Εκεί μπήκε η ιδέα της παράστασης πριν αναζητήσει κι άλλο υλικό στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, το ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ και την εφημερίδα «Ζιζάνιο» του σατιρικού ποιητή Γεωργίου Μολφέτα.

Ερωτες και αγωνίες

«Κραυγές ανθρώπων σε μια οριακή στιγμή της ζωής τους», όπως λέει στην «Κ», που βρέθηκαν σε σωρούς εγγράφων από το 1810 έως το 1953. Ιστορίες επιβίωσης, όπως προκύπτει από το σημείωμα: «Το παρόν βρέφος είναι βαπτισμένον και μυρωμένον κατά την Ορθόδοξον ημών Εκκλησία και ονομάζεται “Χρηστήνη”. Παρακαλείται να δοθή εις άνθρωπον Χριστιανόν που να έχη ήθη καλά». Γράμματα του έρωτα, όπως οι υποσχέσεις του γιατρού που υπηρετεί και δεν μπορεί να πάρει άδεια για να ικανοποιήσει την αγαπημένη του. Την ξεσηκώνει όμως αλλιώς: «Πλάνεψε τον εαυτό σου και θα με αισθανθείς που ήλθα σιμά σου και θα ιδείς τα μάτια μου να βυθίζονται στα δικά σου. Μην πεις στις φίλες σου τίποτε». Αντίθετα, η επιστολή της Φλώρας Καππάτου το 1923 προς τον γιο της κρύβει άλλες αγωνίες: «Οσες φορές, Μέμη μου, σε έκαμα γράμμα διά να έλθεις εις την Ζάκυνθον, εσύ λοιπόν δεν έρχεσαι ποτέ και δουλεύεις αυτού διά αυτές τες γαϊδάρες». Αλλά και της απατημένης Μαρίας Βλασσοπούλου από τη Ζάκυνθο προς τον σύζυγό της που ήταν στη Λευκάδα το 1828:

«Ηγαπημένε μου άντρα σε χαιρετώ, φιλώ τα χέρια σου και σε προσκυνώ. Πρώτα τον Θεό κι ύστερα εσένα, όπου με είχες να σε ακαρτερώ ετούτες τις ημέρες. Κι εσύ δεν εφάνηκες εις τα παιδιά σου, τα αμαρτωλά σου διατί έκαμες. Και ούλες είχανε λαμπρή και μεις είχαμε μαύρη. Μα τα παλαιά σου δεν τα άφησες. Και έριξα και τα χαρτιά και μου το είπανε. Δεν εθυμήθηκες τα λόγια σου μα τα εξαστόχησες. Καλύτερά σου. Μη θε τ’ αρχηνίσεις πάλι. Εμίσεψες. Εσύ. Κι εμένα με τραβούνε εδώ κι εκεί. Δεν σε περικαλώ να έρθεις διατί με εβγάλανε από το σπίτι διατί είπανε ότι θε να το πάρει το Γκορβέρνο. Κι εγώ βρίσκομαι εις τη Γιαννού διά δυο εβδομάδες. Κι αν αγαπάς απαράτησε την μπουτάνα σου, διατί απαρατάς τα παιδιά σου».

Πώς διάλεξε τους πρωταγωνιστές της παράστασής του ο Αλέξανδρος Λυκούρας; «Επιλέξαμε ιστορίες όπου τα γεγονότα είναι πιο κρίσιμα και ο άνθρωπος βρίσκεται σε μια οριακή κατάσταση. Χρησιμοποιήσαμε υλικό από 10 κείμενα. Δεν πρόκειται για ιστορίες με αρχή, μέση και τέλος. Εχουν μια αποσπασματικότητα αφού το υλικό της παράστασης στην ουσία είναι ίχνη. Σπαράγματα από τη συλλογική μνήμη». Στα μάτια του θεατή μοιάζουν με χαμένες ανθρώπινες κραυγές, στριμωγμένες σε σωρούς εγγράφων ενός αρχείου. «Αιτήματα που όταν τα μεταφέρεις στη σκηνή είναι σαν να τα δικαιώνεις ύστερα από 200 χρόνια που ήρθαν στο φως».

Τι ακριβώς είναι το θέατρο ντοκουμέντο, αυτό το θεατρικό είδος με προϊστορία, το εξηγεί η Κατερίνα Κωνσταντινάκου (έχει αναλάβει τη δραματουργία της παράστασης), στο πρόγραμμα που προσφέρεται στους θεατές. Στην εποχή μας «εξερευνά το τι σημαίνει, ποια λειτουργία έχει στη ζωή μας και την κουλτούρα μας το “συγκροτώ ένα αρχείο”, “αφηγούμαι την ιστορία μου”, “μεταδίδω μια είδηση”, “φτιάχνω ένα ντοκιμαντέρ”».

Επιλογή του χώρου

Η ανακάλυψη του υλικού στα αρχεία της πατρίδας του έσπρωξε τον 33χρονο Αλέξανδρο Λυκούρα, που ανέλαβε τη σύνθεση των κειμένων, να τολμήσει την πρώτη του σκηνοθεσία. Η μέχρι τώρα εμπειρία του στο θέατρο είναι μόλις τρία χρόνια δίπλα στους Δημήτρη Καραντζάο («Ιβάνοφ»), Σοφία Βγενοπούλου (DNA), Τάκη Τζαμαργιά («Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι: Ιδού εγώ»), Θάνο Παπακωνσταντίνου («Αμλετ»), αλλά με προϋπηρεσία στη μουσική. Αυτή σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και δίδαξε ως αναπληρωτής καθηγητής σε σχολεία. Ωσπου διάλεξε τη σχολή του «Εμπρός» – Θέατρο Εργαστήριο. Οσο για την επιλογή του χώρου, όπως τονίζει, «η χρήση ενός αρχειακού χώρου είναι ιδανική». Μετά το Ιστορικό Αρχείο του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς, τα «Γραπτά ίχνη» θα παρουσιαστούν το καλοκαίρι στην Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη στην Κεφαλονιά.

Αν το κοινό ξαφνιάζεται απ’ αυτό που κάνουν οι τρεις ηθοποιοί αλλά και την υποδοχή τους στον χώρο, όπου τους περιμένει ένα ποτήρι κρασί-κέρασμα, οι καλλιτέχνες εκπλήσσονται από τις ερωτήσεις τους στη συζήτηση που ακολουθεί. Φεύγοντας από την παράσταση που παρακολούθησαν δωρεάν, οι θεατές νιώθουν διπλά κερδισμένοι. Είδαν ένα διαφορετικό είδος θεάτρου και επιπλέον έμαθαν για την κουλτούρα του αρχείου. Εμείς είδαμε τι σημαίνει σύγχρονη ματιά στην πολιτιστική διαχείριση. Οταν οι πολιτιστικοί οργανισμοί τολμούν να ανοίξουν τα «παρασκήνιά» τους στο κοινό.

…σε χαιρετώ και σου φιλώ το χέρι

Kάποιες από τις επιστολές που παρουσιάζονται στην παράσταση «Γραπτά ίχνη», όπως ανασύρθηκαν από δημόσια έγγραφα και παλιά αλληλογραφία που δεν επιδόθηκε ποτέ ή κάποιοι αρνήθηκαν να την παραλάβουν και τελικά στοιβάχτηκε στα αρχεία του κράτους.

1 Ιανουαρίου 1832

Νικόλαος Βαλσαμάκης, Κέα προς Ιουλία Βαλσαμάκη, Αργοστόλι

Μητέρα σε προσκυνώ. Είναι σχεδόν δέκα χρόνοι όπου αναχώρησα από την πατρίδα μου και εις αυτό το διάστημα σου έχω σταλμένα υπέρ τα είκοσι γράμματα καθώς και των αδελφάδων μου και λοιπού μου συγγενών πλην απόκρισιν δεν εμπόρεσα να λάβω… διά τούτο να μου γράψεις μιαν φοράν. Ελα να στοχασθείς ότι εσύ με βύζαξες, διά τούτο να μου γράψεις μια φορά…

1826 Απριλίου 13

Ακριβή, Μισολόγι προς Παναγιώτα, Κεφαλονιά

Ευγενεστάτη μου αδελφή Παναγιώτα, σε προσκυνώ εγώ αδελφή σου Ακριβή. Ομοίως και από τον αδελφό μας το Γιώργη χαιρετίσματα.

Ελαβα γράμμα επήγανε εις την Πάτρα. Ομως αν ερωτάς διά εμέ ευρίσκομαι εδώ εις το Μισολόγγι και μη ρωτάς τις δυστυχίες μας και τις πείνες μας και τις κακομοιριές μας. Σε περικαλώ αδελφή μου να μου στείλεις ένα γράμμα να μάθω την υγείαν σας πως απερνάτε. (…) Να μου γράψεις να μάθω σε τι μέρος αυρίσκεσε και σε τι χάλια και σε τι μέρος της Κεφαλονιάς. Ομως σε παρακαλώ να μου μηνύσεις, αν μπορώ αυτού να κυβερνηθώ να έρθω. (…) Και καταλαβαίνεις… σε παρακαλώ να μου στείλεις ένα φουστάνι κι ένα πουκάμισο διατί μου τα πήρανε οι Τούρκοι και μ’ αφήκανε γυμνή, μόνον την ζακέτα μου εγλύτωσα με έναν πιστεμένον άνθρωπον. Να μου κάμεις την χάρην.

23 Φλεβάρη 1848

Ηγαπημένε μου πατέρα σε χαιρετώ και σου φιλώ το χέρι.

Εγώ παιδί σου Διονύσης. Να ηξέρεις καλά όπως εβρίσκομαι απάνω εις τους Κορφούς και πάω καλώς από υγεία και δούλεψην. Κάλιο όπου με φέρανε εδώ διατί αν ήθε κάτζω ες την Κεφαλονιάν… Και προστρέχω εις την εσπλαχνία σου ως σπλαχνικός γονιός όπου με ελυπόσουνε, να με λυπηθείς και ετούτην την ώραν, να μη με αφήσεις να απεθάνω εις τον ξένον τόπον. (…) Αν λάχει κανένα παπόρο διά τους Κορφούς να μου στείλεις κανένα ζευγάρι πασουμάκια κι αν ορίζεις να μου στέλνεις μερικό παξιμάδι. (…) Και σε περικαλώ να μου στείλεις κάμποσο λάδι να τρώω κάτι λάχανα και να μου στείλεις και το βρακί μου το πάνω. Και ηξεύρω ες την εσπλαχνία σου να με λυπηθείς.

10 Δεκεμβρίου 1837

Μεσολόγγι

Φιλοδίκαιε και Γαληνότατε Αναξ

Εγώ είμαι όστις κατέλαβον την πλέον επικίνδυνον θέσιν του Μεσολογγίου ήτις αντέκρουε τα στίφη των βαρβάρων και διέσωσε το Μεσολόγγιον μέχρι της στιγμής της εξόδου. Εγώ είμαι όστις κατέστρεψα τον Κεχαγιά όστις καθερήμωνε την Πελοπόννησον και μέρος της Ρούμελης ατιμώρητος και τον οποίον εκυνήγησα έως τας εσχατιάς της Ηπείρου και τον κατέστρεψα φονεύσας και τον ίδιον. (…)

Και μόλα ταύτα Βασιλεύ, με λύπην μου βλέπω άλλους βραβευθέντας ασυγκρίτω λόγω καλύτερα και κατά τα παράσημα και κατά τους μισθούς. Διό προστρέχω στην Αυτού Μεγαλειότητά σας ζητών: το ανήκον μοι παράσημον του Σωτήρος το οποίον δεν μοι εδόθη. (…)

Γεωργιος Κιτζος, Συνταγματαρχης

​​«Γραπτά ίχνη», Ιστορικό Αρχείο του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ), Δωρίδως 2, Ταύρος. Κρατήσεις θέσεων στο τηλέφωνο: 210 9571305.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή