Οι στιγμές του Μποστ αγγίζουν τον χρόνο…

Οι στιγμές του Μποστ αγγίζουν τον χρόνο…

4' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είχε το δικό του προσωπικό ύφος. Σε όλα. Στη γλώσσα (την επιτηδευμένα και στοχευμένα ανορθόγραφη), στο σκίτσο, στο χιούμορ, στην αφήγηση. Ο Μποστ σκιτσάρισε και αφηγήθηκε την εποχή του με αδυσώπητο χιούμορ και σήμερα τον ξανασυναντούμε μέσα από τα θεατρικά του έργα, που συνεχίζουν να παρουσιάζονται στις ελληνικές σκηνές. Ενα από αυτά, η δική του «Μήδεια», κακούργα και δολοφόνισσα, που σκότωσε τα παιδιά της επειδή δεν έπαιρναν τα γράμματα και δεν τα πήγαιναν καλά στο σχολείο.

Βέβαια αυτή η Μήδεια του Μποστ, κατά λάθος και θολωμένη καθώς ήταν, αντί να σκοτώσει τα παιδιά της, έσφαξε κάτι γειτονόπουλα που ήταν εκείνη την ώρα στο σπίτι για να πάρουν κάτι! Ενα θεατρικό κείμενο γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβο, όπως όλα τα θεατρικά του Μποστ, που παρουσίασαν τον περασμένο χειμώνα στο θέατρο «Στοά» ο Θανάσης Παπαγεωργίου και η Λήδα Πρωτοψάλτη. Η παράσταση επαναλαμβάνεται, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στις 26 και 27 Ιουνίου στο Ηρώδειο.

Κάποιοι από τους στίχους του είναι διαρκώς παρόντες: «Αργότερα, αργότερα, επέρασαν δυο κότερα…» λέμε πολύ συχνά αντλώντας από την περίφημη «Νήσο τον Αζορών». Πώς συνομιλεί με το σήμερα ο Μποστ;

Και με ποιους τρόπους; Και με ποια από τα χαρακτηριστικά του; Μας απαντούν δύο άνθρωποι που αγαπούν τον Μποστ και μ’ έναν τρόπο επηρεάστηκαν με άλλον τρόπο ο καθένας στη δική του διαδρομή: ο σκηνοθέτης Σωτήρης Γκορίτσας και ο συγγραφέας Νίκος Κουνενής.

Παραλληλισμοί

Ο σκηνοθέτης Σωτήρης Γκορίτσας επέλεξε να μας θυμίσει με φράσεις του Μποστ τους παραλληλισμούς και τον σουρεαλισμό του τότε και του σήμερα: «“Η κατάστασις είναι απελπιστική, εις το πάρκον τρέξομεν εκεί, ογρήγορα και κουνηθείτε και εντέχνως ανοιχθήτε” διατάζει ο επικεφαλής σταυροφόρος το στράτευμα που με τα πεταχτά κωλαράκια και το μυτερό τακουνάκι κοιτάζει με τρόμο και λαχτάρα τους Τούρκους που “τόσον οραίοι και τόσον άγριοι” τους έχουν περικυκλώσει μουρμουρίζοντας διάφορα ακατονόμαστα. “Ανοιχθώμεν, κουνηθώμεν, δύσκολα παραδοθώμεν”, του απαντά ένας στρατιώτης με γενναιότητα. Τι μου θυμίζει, αναρωτιέμαι κάθε πρωί, κοιτώντας πάνω από την καφετιέρα το σκίτσο του Μποστ “Αγγλοι πιεζόμενοι πανταχόθεν”;

»Τι άραγε θα πρωτοσκιτσάριζε από το σημερινό μας τσίρκο; Καμία απάντηση. Σιωπή από την ερημιά του γκούλαγκ που οι πρόγονοι του κ. Μπαλτά τον εξόρισαν μαζί με καθαρεύουσα και Αρχαία. Οχι ότι την έχει άσχημα εκεί. Παρέα με τον Βιζυηνό και τον Παπαδιαμάντη, σίγουρα σκαρώνει με τον Ροΐδη τον διάλογο πανούργου εραστή “Τι ωραίον το φόρεμά σας, με μεθύει το άρωμά σας, είσθε πολύ ωραία, θέλετε να κάνωμεν παρέα;”, με την παρ’ ολίγον μοιχαλίδα να του απαντά: “Εχεις υπέροχον λεκτικόν, εγγίζεις τας χορδάς των γυναικών. Αλλά εγώ είμαι χήρα και τιμία, δεν κάμω τοιαύτην ατιμία”».

Ιστορική συνέχεια

Ο συγγραφέας Νίκος Κουνενής, με βασικό συστατικό τη σάτιρα και στα δικά του βιβλία, προτίμησε να περιγράψει τον Μποστ και να τον αποτιμήσει: «Μπορούμε να επικοινωνήσουμε και σήμερα με τον Μποστ περισσότερο βλέποντας την ιστορική συνέχεια και προς τα μπρος και προς τα πίσω. Δηλαδή το πώς ο Μποστ συνδέει, μ’ έναν κατεξοχήν λαϊκό τρόπο έκφρασης, μ’ έναν τρόπο που δεν σατιρίζει το εφήμερο όπως γίνεται στη γελοιογραφία, αλλά καταστάσεις βαθύτερου χρόνου. Αν κάποιος διαβάζει για τις ιστορικές περιόδους μέσα στις οποίες εκφράστηκε ο Μποστ, δημιουργείται μια περίεργη σύνθεση μέσα στο μυαλό του.

Ενώ η γελοιογραφία πιάνει στιγμές, ο Μποστ κατάφερνε να αγγίζει έναν συνολικότερο χρόνο.

»Δεν νομίζω ή δεν ξέρω να έχει συνεχιστές, παρότι η καθεαυτή γελοιογραφία ανθεί σήμερα. Τον έχω διαβάσει πολύ και σ’ έναν βαθμό με έχει επηρεάσει. Κυρίως μ’ έχει επηρεάσει η ιστορικότητα και η λαϊκότητα, ένα πολύ ιδιότυπο κράμα, που δεν το έβρισκες σε κανέναν άλλον. Οι νεότεροι άνθρωποι λόγω μιας μεγάλης περιόδου αποπολιτικοποίησης δεν γνωρίζουν γενικά τη γελοιογραφία, πόσο μάλλον τον Μποστ, που προϋποθέτει και γνώση κάποιων γεγονότων αλλά και επαφή με μια συνθετότερη πραγματικότητα. Μου έρχεται στο μυαλό, σκεφτόμενος τον Μποστ, ο ζωγράφος Θεόφιλος, που καταφέρνει να συνδέει το πρώην με το νυν, όχι μ’ έναν εγκεφαλικό τρόπο, αλλά μ’ έναν τρόπο πιο βιωματικό. Η εποχή μας σήμερα έχει ανάγκη πολύ περισσότερο από προηγούμενες εποχές και Μποστ και άλλους σατιρικούς της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας. Δεν νομίζω ότι μας λείπουν οι καλές φωνές. Οπωσδήποτε θα ήταν χρήσιμο να υπήρχε και ο Μποστ».

Ποιος ήταν ο Μέντης Μποσταντζόγλου

Ο Χρύσανθος-Μέντης Μποσταντζόγλου γεννήθηκε το 1918 στην Κωνσταντινούπολη. Το 1939 μπαίνει στη Σχολή Καλών Τεχνών, την οποία εγκατέλειψε έξι μήνες αργότερα. Το πρώτο του βιβλίο εκδίδεται το 1945, με δικά του έξοδα: «Ο Αγιος Φανούριος. Βοήθημα δια την κατανόησιν των Κινέζων κλασικών Γκα-τσου και Βου-Σβου-Νι». Από το 1952 άρχισε να δουλεύει στην «Καθημερινή» ως ταμίας και βιβλιοθηκάριος. Για πρώτη φορά αρχίζει να ξεδιπλώνει το ταλέντο του στο περιοδικό «Εικόνες» και αργότερα στον «Ταχυδρόμο», όπου εργάστηκε και ως εικονογράφος. Το 1953 κυκλοφόρησε το πρώτο του κόμικ «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» από τις εκδόσεις «Ατλαντίς». Το 1958 εμφανίζονται οι τρεις θρυλικοί του ήρωες: η Μαμά Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα, φιγούρες των κοινωνικοπολιτικών μεταλλάξεων και αντιφάσεων της εποχής εκείνης. Συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά, αντιμετώπισε πολλές μηνύσεις και διώξεις για τα δημοσιεύματά του. Το 1966 άνοιξε το μαγαζί «Λαϊκαί Εικόναι», όπου διακοσμούσε ποτήρια, πιάτα και διάφορα άλλα αντικείμενα. Τότε είναι που ξεκινά να γράφει και τα θεατρικά του έργα, σε δεκαπεντασύλλαβο: «Φαύστα», «Μήδεια», «Δον Κιχώτης», «Ομορφη πόλη», «Μαρία Πενταγιώτισσα, «40 χρόνια Μποστ». Το τελευταίο του έργο, «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», πρόλαβε να το δει στη σκηνή του Ηρωδείου λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του, στις 13 Δεκεμβρίου 1995.

​​Η παράσταση «Μήδεια» του Μποστ επαναλαμβάνεται, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στις 26 και 27 Ιουνίου στο Ηρώδειο.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή