«Για κάποιους η ακεραιότητα παραμένει βασική αξία»

«Για κάποιους η ακεραιότητα παραμένει βασική αξία»

4' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο πρώτος μοναχικός αυτοκτόνος του Σοφοκλή, ο Αίας, που έβαλε τέρμα στη ζωή του για λόγους αξιοπρέπειας, είναι ο ήρωας που απασχολεί το φετινό καλοκαίρι τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο. Ο καλύτερος πολεμιστής στο στρατόπεδο των Ελλήνων διαλέγει τον θάνατο για την τιμή, όταν κατά την «κρίση των όπλων», μετά τον θάνατο του Αχιλλέα, δέχεται μια βαριά προσβολή. Τα ηρωικά όπλα του νεκρού που διεκδικεί με απόφαση των Ελλήνων αρχηγών τα παίρνει ο Οδυσσέας.

Σε ένα διάλειμμα της προετοιμασίας της παράστασης, που παρουσιάζεται στις 17 και 18 Ιουλίου στην Επίδαυρο, ο σκηνοθέτης μιλάει για όσα τον απασχολούν. Για τους δύο κόσμους που συγκρούονται σε αυτή την τραγωδία του Σοφοκλή: ο ηρωικός, με εκφραστή τον Αίαντα, και η νέα τάξη πραγμάτων, όπου κυριαρχεί η πολιτική, με εκφραστή τον Οδυσσέα. Ετσι ξεκινά η ιστορία του άξιου Αίαντα όταν «χάνει αυτό το έπαθλο της αριστείας από συμπαιγνία των αντιπάλων του, που μεροληπτούν υπέρ του Οδυσσέα». Τυφλωμένος από την οργή, επιχειρεί να επιτεθεί στις σκηνές των αντιπάλων του, όμως η Αθηνά θολώνει το μυαλό του και η φονική του μανία ξεσπάει στα κοπάδια, τη λεία των Αχαιών. Οταν συνέρχεται και συνειδητοποιεί τι έκανε, η αξιοπρέπειά του έχει πληγεί τόσο ώστε ο ήρωας επιλέγει να αυτοκτονήσει. 

Περί τιμής λοιπόν η συζήτηση, ευαισθησίας και υπερηφάνειας, ανατροπής των αξιών όσα διεκτραγωδούνται σε αυτή την τραγωδία. Αξία που προσπερνάμε στην εποχή μας παρότι έχει να κάνει με την εντιμότητα, την ακεραιότητα και μια στάση ζωής, ο σκηνοθέτης επιμένει ότι: «Αν και σπάνιο, υπάρχουν άνθρωποι που λειτουργούν δίνοντάς της σημασία. Οχι με τον τρόπο του Σοφοκλή ή τον ρομαντισμό του 19ου αιώνα, αλλά για κάποιους παραμένει βασική αξία».

Ο ρόλος της μουσικής

Η παράσταση προσπαθεί να κινηθεί ανάμεσα στην αφήγηση και την υπόκριση. Με την παρουσία ενός ραψωδού, που βγαίνει μέσα από τον χορό, και με τη βοήθεια της μουσικής ο σκηνοθέτης θέλει να φτιάξει «μια παράσταση που να είναι ένα τραγούδι για τον Αίαντα. Για τον κάθε Αίαντα ώς τις μέρες μας». Ο Νίκος Κυπουργός ανέλαβε την ευθύνη της μουσικής, και μάλιστα ζωντανά στην Επίδαυρο, με τους ηθοποιούς να τραγουδούν και να παίζουν κάποιο όργανο, νυκτό ή πνευστό. «Ετσι, τα τρία λαούτα που συνοδεύουν την αφήγηση-τραγούδι, σαν σε μια μπαλάντα, πλαισιώνονται από μια μικρή “μπάντα” πνευστών, η οποία αποδείχτηκε ιδανική για μια παράλληλη μουσική εξέλιξη του έργου».

Ο Β. Θεοδωρόπουλος βέβαια καμαρώνει και για τη μετάφραση. Είναι οκτώ χρόνια που του την εμπιστεύθηκε «ο φίλος Μίμης», όπως αποκαλεί τον Δημήτρη Μαρωνίτη. Και τότε ακριβώς του μπήκε η ιδέα στο μυαλό, κυρίως στάθηκε στους στίχους: «Γιατί ο τίμιος ή πρέπει να ζει/ ή να πεθάνει έντιμος. Αυτό είναι όλο». «Ο τρόπος που γνωρίζει την αρχαία ελληνική γραμματεία και τη χειρίζεται στο θέατρο, είναι σπάνιος και εξαιρετικός ειδικά στις μέρες μας».

Οσο όμως γοητευτική κι αν είναι για ένα σκηνοθέτη η προετοιμασία ενός ανεβάσματος στο αργολικό θέατρο, υπάρχει και η πραγματικότητα του δύσκολου χειμώνα που έφυγε. «Τα πράγματα είναι οριακά πια για το θέατρο», λέει ο ιδρυτής του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. «Τα θέατρα ρεπερτορίου δεν μπορούν να αντέξουν πολυπρόσωπα έργα. Ομως οι εργαζόμενοι πρέπει να αμείβονται. Αλλιώς μπλέκονται τα όρια μεταξύ του επαγγελματικού και του ερασιτεχνικού θεάτρου». Δεν το περιφρονεί, οι περισσότεροι, λέει «από εκεί αγαπήσαμε το θέατρο. Είναι ένα σπορ που ανήκει στις τέχνες, ενώ στο επαγγελματικό θέατρο πρέπει να ζουν οι άνθρωποι από τη δουλειά τους». Δεν αρνείται ότι και η δική του γενιά «πολλές φορές εκμεταλλεύεται τους νέους». Ετσι, όλα αρχίζουν και τελειώνουν στην παιδεία. Το θέμα των σχολών παραμένει, τα παιδιά που τελειώνουν κάθε χρόνο πολλαπλασιάζονται και θέλουν να εργαστούν. «Συνεπώς, ή θα μπουν σε μια ομάδα ή θα αναλάβουν μόνοι τους μια πρωτοβουλία να κάνουν κάτι γύρω από το θέατρο μέχρι να το εγκαταλείψουν». Ο αυξημένος αριθμός παραγωγών «αλλάζει τη φυσιογνωμία του θεατρικού χώρου. Ο θεατρόφιλος έχει μειώσει τον αριθμό των παραστάσεων που βλέπει, και αναφέρομαι στον συνειδητοποιημένο θεατή και όχι στο κοινό των προσκλήσεων. Αυτός, από τριάντα παραστάσεις που έβλεπε τον χρόνο, τώρα πηγαίνει σε λιγότερες από τις μισές. Επίσης ακολουθεί το θέατρο με βάση τις πληροφορίες που κινούνται από στόμα σε στόμα. Τα σόσιαλ μίντια παίζουν ρόλο, αλλά κι αυτά δεν είναι λιγότερα από τις παραστάσεις».

Το ξόδεμα

Περισσότερο τον απασχολεί τι καταργεί ο ερασιτεχνισμός που απλώνεται στο θεατρικό τοπίο. «Το θέατρο θέλει τη μαγεία του, τα σκηνικά, τα κοστούμια, τον καλό φωτισμό. Δεν είμαι εναντίον της έκφρασης, αλλά δεν μπορεί ένας να τα κάνει όλα. Ούτε όμως και να σπαταλιέται σε πολλές παραγωγές. Παρατηρείται μια νομιμοποίηση αυτής της σπατάλης εργασίας. Του ξοδέματος. Στη γενιά μου θεωρούσαμε πως ο ηθοποιός σπαταλιέται δουλεύοντας παράλληλα στο θέατρο και στην τηλεόραση. Τώρα οι νέοι ηθοποιοί χάνουν την πολυτέλεια της δημιουργικής τεμπελιάς, αναλαμβάνοντας τρεις και τέσσερις δουλειές. Δεν έχουν χρόνο να αναλύσουν και να σκεφτούν. Τρέχουν από πρόβα σε πρόβα κι αν γνωρίζουν μουσική, σε κέντρα. Αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος σήμερα. Πώς μπορεί να προχωρήσει το θέατρο με τέτοιο ξόδεμα, το οποίο μάλιστα το βαφτίζουμε ποιότητα;».

​​«Αίας» του Σοφοκλή. Παίζουν οι: Ν. Κουρής, Μ. Πρωτόπαππα, Γ. Περλέγκας, Ε. Ουζουνίδου, Γ. Τσορτέκης, Π. Δεντάκης, Γ. Κλίνης, Δ. Παπανικολάου κ.α.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή