Ποια Επίδαυρο θέλουμε τελικά;

Ποια Επίδαυρο θέλουμε τελικά;

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι πλέον σε αρκούντως ώριμη ηλικία το Φεστιβάλ Επιδαύρου, που συμπληρώνει φέτος τα 60 χρόνια του. Ολα αυτά τα χρόνια, κάθε καλοκαίρι, πολλοί πέρασαν μία ή περισσότερες ημέρες απολαμβάνοντας το μεγαλείο του αργολικού θεάτρου και τις παραστάσεις που φιλοξενούσε.

Το φετινό Φεστιβάλ Επιδαύρου ξεκινάει την Παρασκευή 3 Ιουλίου, με το Εθνικό Θέατρο και τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη. Τα φετινά Επιδαύρια φιλοξενούν εννέα παραστάσεις και θα ολοκληρωθούν στις 28 και 29 Αυγούστου, πάλι με ένα έργο του Ευριπίδη, τον «Ορέστη», σε σκηνοθεσία Σίμου Κακάλα.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, ακούγονται πολλές και διαφορετικές φωνές για το περιεχόμενο των Επιδαυρίων. Και όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα, οι γνώμες είναι μοιρασμένες σε, τουλάχιστον, δύο στρατόπεδα.

Υπάρχει η πλευρά που θεωρεί ότι η επανάληψη μόνο παραστάσεων αρχαίου δράματος συνοδεύεται από κόπωση και ότι το περιεχόμενο των Επιδαυρίων χρειάζεται ανανέωση.

Η άλλη πλευρά υπερασπίζεται τη συνέχιση του ύφους που έχει το Φεστιβάλ Επιδαύρου από τότε που ξεκίνησε και επιδεικνύουν επιφυλακτικότητα (αν όχι δυσανεξία) σε οποιαδήποτε ανανέωση επιχειρείται σε παραστάσεις αρχαίου δράματος.

Ενόψει της έναρξης των φετινών Επιδαυρίων, απευθυνθήκαμε στον διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου, Γιώργο Λούκο, και στον ηθοποιό Νίκο Ψαρρά, που υποδύεται τον Ταλθίβιο στις φετινές «Τρωάδες».

Ο Γιώργος Λούκος έχει επιχειρήσει στα δέκα χρόνια της θητείας του να ανανεώσει ή να τροποποιήσει το ύφος των Επιδαυρίων. Είτε εμπιστευόμενος νεότερους σκηνοθέτες είτε εντάσσοντας στο πρόγραμμα των Επιδαυρίων ξένες παραγωγές και μεγάλους καλλιτέχνες. «Και τότε μου έκαναν κριτική», λέει στην «Κ», «ότι παίρνω τα λεφτά του Δημοσίου και φέρνω το Χόλιγουντ. Οταν φέρνουμε κάτι καινούργιο, αρκετοί παραπονιούνται, όταν δεν φέρνουμε, ακούγεται “πάλι τα ίδια;”». Και μας εμπιστεύεται ότι είναι πολύ δύσκολο να φέρεις κάτι πολύ καινούργιο στην Επίδαυρο. «Είναι δύσκολος ως χώρος, δεν είναι ένα θέατρο όπου μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις και τρομάζει τους ξένους σκηνοθέτες. Η Μνουσκίν, ο Καστελούτσι και άλλοι τη φοβήθηκαν. Μόνο ο Οστερμάγερ, με μεγάλο δέος αρχικά, το τόλμησε». Δεν αρνείται ότι αντιμετωπίζει αντιδράσεις και από το τοπικό περιβάλλον για τις όποιες καινοτομίες. «Οταν έρχονται νέοι σκηνοθέτες, όπως πέρυσι ο Δημήτρης Καραντζάς, ο Εκτορας Λυγίζος, ο Σίμος Κακάλας, υπάρχει, από την τοπική κοινωνία, μια αντίδραση old fashion», λέει ο Γιώργος Λούκος. Και προσθέτει: «Παρ’ όλα αυτά, κάθε χρονιά επιχειρούμε κάτι διαφορετικό. Φέτος θα είναι η παρουσία, για πρώτη φορά στην Επίδαυρο, του Θεάτρου Νο της Ιαπωνίας». (Το Θέατρο Νο και ο Μιχαήλ Μαρμαρινός θα παρουσιάσουν στις 24 και 25 Ιουλίου την παράσταση «Νέκυια» βασισμένη στη ραψωδία λ της «Οδύσσειας».)

«Το θέατρο αλλάζει…»

Ο Νίκος Ψαρράς μάς θυμίζει ότι, όταν πρωτοξεκίνησε η Επίδαυρος, πριν από 60 χρόνια, οι παραστάσεις παίζονταν με το ύφος της γερμανικής σχολής και παράδοσης. Το έφερε στην Ελλάδα ο Δημήτρης Ροντήρης που είχε γερμανική παιδεία. «Πιστεύω ότι τότε πέτυχε, γιατί ήταν βασισμένο σε νότες, είχε ρυθμό και θεωρήθηκε ότι έτσι έπρεπε να παίζονται οι τραγωδίες». Ο Νίκος Ψαρράς πιστεύει ότι αυτή η προσέγγιση είναι πολύ μακριά από τη νοτιοευρωπαϊκή προσέγγιση.

Του επισημαίνω όμως ότι οι όποιες προσπάθειες ανανέωσης, είχαν, τουλάχιστον, ψυχρή υποδοχή. «Το πρόβλημα είναι οι θεατές, οι οποίοι απαιτούν να βλέπουν και να ακούν κάτι γνώριμο. Το 2008 πήγαμε στην Επίδαυρο με τη “Μήδεια” και είχαμε έναν σπουδαίο δάσκαλο, που λέγεται Ανατόλι Βασίλιεφ, ο οποίος μας έλεγε ότι το ποιητικό κείμενο δεν πρέπει να παίζεται συναισθηματικά. Εμείς στην Ελλάδα κατά κόρον συναισθηματικά παίζουμε το αρχαίο δράμα.

Ο Βασίλιεφ μας έλεγε “μην το κάνετε αυτό, το μικραίνετε. Μην κλαίτε, γιατί τότε γίνεται μικρό, πεζό. Αυτά τα έργα ανήκουν στο σύμπαν, να παίζετε μη ρεαλιστικούς χαρακτήρες, μην τους κάνετε μικρούς”». Ο Νίκος Ψαρράς πιστεύει ότι «το κοινό ασφαλώς εκπαιδεύεται. Και πιστεύω ότι ένα μεγάλο μέρος του κοινού θέλει να βλέπει καινούργια πράγματα. Το μόνο που μας μένει είναι να ρισκάρουμε, να ψάχνουμε, να βασανιζόμαστε, κι ας αποτύχουμε. Το θέατρο της Επιδαύρου δημιουργεί σεβασμό και ρίγος κάθε φορά που πηγαίνουμε να παίξουμε. Απλώς για να μη γίνει μουσειακό, ας δεχθούμε και τις πιο νέες ματιές. Αλλωστε, το θέατρο στον κόσμο αλλάζει κάθε πέντε χρόνια», προσθέτει.

Το Φεστιβάλ Επιδαύρου έχει ν’ αντιμετωπίσει όχι μόνο τη συνέχεια της διαδρομής του και την προσπάθεια να συνδυάσει το παλιό με το καινούργιο, αλλά και τις σημερινές οικονομικές συνθήκες. Τόσο του κοινού όσο και των διοργανωτών, που χρειάζονται χρήματα για να στηρίξουν νέες και πολυπρόσωπες παραγωγές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή