Το επονείδιστο υποσυνείδητο

Το επονείδιστο υποσυνείδητο

3' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΡΙΑΡΙΔΗΣ

Οιδίνους

σκηνοθ.: Λάζαρος Γεωργακόπουλος

θέατρο: Θησείον

Οι ωραιότερες γάτες που είχα (και είχα πολλές) ήταν η Ιοκάστη και ο Τρίστρατος. Μάνα και γιος, αργότερα ζευγάρι με παιδιά, εγγόνια και άλλα ζευγαρώματα. Ποτέ τους δεν αντιμετώπισαν πρόβλημα ταυτότητας, προσωπικότητας ή διχασμού της, όπως οι ήρωες της παράστασης «Οιδίνους», που είναι το ομώνυμο έργο – κατασκευή – απόπειρα συνδυασμού Σοφοκλή/Αλμπι, του Θανάση Τριαρίδη. Κι αν δεν είχαν τους δικούς μας ενοχικούς, ονοματοδοτικούς συνειρμούς (καθώς επιμένουμε να λησμονούμε πως δεν είμαστε μονογαμικοί όπως δελφίνια, γίββωνες και ταμαρίνοι πίθηκοι, κύκνοι και άλλα πετεινά) οι γάτες μας θα έφεραν διαφορετικά ονόματα από τα ευθέως παραπέμποντα στον μύθο του Οιδίποδα με έμφαση στη φροϋδική, ψυχαναλυτική προβληματική του.

Ο Λ (Λάιος) και η Ι (Ιοκάστη), ζευγάρι μεσήλικων φιλολόγων, ετοιμάζονται ένα πρωί να γιορτάσουν τα 18α γενέθλια του γιου τους με μήλα ψητά (συνταγή της… Εδέμ;) που μάλιστα πρόκειται να φτιάξει ο ανίδεος από ζαχαροπλαστική πατέρας. Στη συνέχεια, αντιλαμβανόμαστε αποσπασματικά και με σχετικό μυστήριο, πως ο γιος (αδήλωτος σε κάθε αρχή) έχει πεθάνει βρέφος από ξαφνικό θάνατο, το πτώμα του έχει θάψει ο Λ κάπου στον κήπο σε άγνωστο για την Ι σημείο και τον ρόλο του έχει ενσαρκωθεί επί 18 έτη ο ίδιος, με διπλή ταυτότητα συζύγου – γιου πλάι στη σύζυγο – μάνα. Κατά τα άλλα, η ζωή (και στη μία και στην άλλη της εκδοχή) προβάλλει μιαν αστική «κανονικότητα» γεμάτη διαρκείς εντάσεις και παροξυσμούς. «Κανονικότητα» που μπορεί να μπερδεύει τα πράγματα μα ελάχιστα συνδέει τον Σοφοκλή με τον Αλμπι (Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ), όπως θα επιθυμούσε ο συγγραφέας όταν αντικαθιστούσε τα πρησμένα πόδια (Οιδί-πους) του βρέφους με τον πρησμένο/διεσταλμένο νου (Οιδί-νους) των ανθρώπινων συνθηκών και πρόσθετε την ιδέα του επινοημένου παιδιού του Τζορτζ και της Μάρθας από την περιώνυμη «σφαγή» δωματίου του Αλμπι.

Ολοι οι τόποι αναφοράς και τα τρίστρατα του Σοφοκλή γίνονται ένα κενό δωμάτιο αστικού θρίλερ «επιπλωμένο» με συμβολικά αντικείμενα: γαλάζιο παιδικό καρεκλάκι, στοίβες βιβλίων για ανακούρκουδο κάθισμα, μπαλόνια γιορτής, παιδική ζωγραφιά και πίνακας στον τοίχο, κιμωλίες, σχοινί οριοθέτησης, μαχαίρι, μήλο. Η υπαρξιακή τραγωδία – υπόδειγμα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας αποδομείται και ξαναμοντάρεται ώστε να εκθέτει κυρίως τις ψυχαναλυτικές εμμονές της Δύσης και να καταγγέλλει ίσως το καταπιεστικό οικοδόμημα της οικογένειας για ένα πρωτεύον γένος θηλαστικών, όχι μονογαμικό.

Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος, εκτός από συμπρωταγωνιστής θέλησε να είναι και σκηνοθέτης αυτού του πυκνού, φιλόδοξου, πληθωρικού, ενίοτε όμως φλύαρου έργου, ανεβάζοντας εντάσεις, ταχύτητα, ορμή συχνά στα όρια της παράκρουσης. Δεν γνωρίζω το έργο του Τριαρίδη αλλά υποθέτω, του Γεωργακόπουλου ήταν και η επιμέλεια χώρου (έμφαση στον τοίχο απέναντι στο κοινό) και κοστουμιών (προσθήκη μαύρου σακακιού πάνω από λευκό μπλουζάκι για διαφοροποίηση ως πατέρας). Η σκηνοθεσία του πάντως, με μέτρο τις γνωστές υποκριτικές αρετές αλλά και εμμονές του, ήταν άπληστη σε πολυφορεμένα χαρακτηριστικά «μοντέρνων» παραστάσεων. Εναρξη με μαχαίρι που καρφώνει ο ίδιος σαν αστραπή στο «προσκήνιο» ως (προαγώνα;) κυλίσματα στο πάτωμα, πασαλείμματα με αίμα, ξεσκίσματα ρούχων (ως οδυνηρή αποκόλληση του νοσηρού, υιικού ρόλου;).

Η από αρκετά νωρίς προβλέψιμη εξέλιξη αφαιρεί σασπένς από το έργο στρέφοντας τη μεν περιέργεια στο είδος της κάθαρσης, την δε προσοχή, στις ερμηνείες. Η κάθαρση μένει θολή και αμφίβολη κατά τη γνώμη μου. Αντίθετα, οι ερμηνείες αξίζουν την προσοχή του κοινού. Η χημεία των δύο πρωταγωνιστών έδωσε εξαιρετικές ενώσεις και αντιδράσεις. Η παροξυσμική ερμηνεία του Γεωργακόπουλου με την εγγενή σκηνική έπαρση, σχεδόν βασιλική στην περίπτωση, με τη διαρκώς κραυγάζουσα εκφορά λόγου που του στερούσε δυνατότητες κορύφωσης, έδενε με τη σεμνή, πηγαία, εσωτερική οδύνη της Μάσχα που δρούσε συμφιλιωτικά, εξισορροπητικά, υποτακτικά με αναφορές σε αυθεντικά τραγικό ύφος. Η ήρεμη μεταστροφή της στο τέλος, ενώ μαζεύει το σχοινί της οικογενειακής περιχαράκωσης, μοιάζει να γίνεται ρυθμιστική (τόσο για τον ερμηνευτικό ισολογισμό της παράστασης) όσο και για την κατάλυση νοσηρότητας και απομόνωσης σ’ αυτόν τον διασαλευμένο οίκο των νεο-Λαβδακιδών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή