Φρουρώντας με πείσμα ιδέες

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΛΙΛΙΑΝ ΧΕΛΜΑΝ

Φρουρά στον Ρήνο

σκηνοθ.: Φώτης Μακρής

θέατρο: Στούντιο Μαυρομιχάλη

Μεταξύ Βουλγαροκτόνου και Κομνηνών, στην οδό Μαυρομιχάλη, σ’ ένα διόλου βυζαντινής μεγαλοπρέπειας, αντιθέτως ασκητικής σεμνότητας, θεατράκι επιμένουν με πείσμα, συνέπεια και συνέχεια τα τελευταία χρόνια. Είναι ο εταιρικός θίασος «Συν-θήκη», που έχει εκεί έδρα με ψυχή του τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Φώτη Μακρή.

Μέσα στην ανατριχιαστική άνοδο ακροδεξιών δυνάμεων στη Δύση, που το προσφυγικό επέσπευσε την εκτόξευσή τους σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, η έξοχη περυσινή παράσταση της Σαουμπίνε με τις «Μικρές αλεπούδες» της Λίλιαν Χέλμαν (σκηνοθεσία Οστερμάιερ) προανήγγειλε την επιστροφή αυτής της δυνατής, μαχητικής και διορατικής φωνής, που είχε μεταπολεμικά ατονήσει. Φέτος επίκαιρη, δυστυχώς, η «Φρουρά στον Ρήνο» – έργο γραμμένο, παιγμένο και βραβευμένο το 1941 στη Νέα Υόρκη, στη δίνη της ναζιστικής παράνοιας, η δύναμη της οποίας είχε ήδη απλωθεί πέρα από την Ευρώπη. Διόλου τυχαία η μεταφορά του αμέσως μετά (1943) στον κινηματογράφο με την Μπέτι Ντέιβις. Σ’ εμάς, πρωτοπαίχθηκε στη χούντα (1972) από τον θίασο Πέτρου Φυσσούν και συνεχίστηκε ως τη μεταπολίτευση (1974-1975) με μεγάλη επιτυχία.

Οι κεραίες της «Συν-θήκης» και του Φώτη Μακρή, άγρυπνες και περισκοπικές πολιτικά, κοινωνικά και ιδεολογικά, επέλεξαν το έργο για τη στιγμή που ζούμε. Εύστοχη αλλά και επικίνδυνη επιλογή, αφού το πολυπρόσωπο δράμα (με θέμα την αφοσίωση και την υπεράσπιση πατρίδας και ιδεολογίας) θα μπορούσε να θυμίζει παρωχημένο θέατρο στο «κουτί με τα μόμπιλα» (όπως ο Πλωρίτης αποκαλούσε τη συμβατική σκηνή του αστικού δράματος). Ευτυχώς, ο σκηνοθέτης διέβλεψε την πηγαία δύναμη με την οποία η Χέλμαν προικίζει χαρακτήρες, σχέσεις, ιδίως συγκρούσεις και καταστάσεις των έργων της, παρουσιάζοντας μια σύγχρονη, λιτή, αφαιρετική ως προς τόπο (σκηνικά- κοστούμια: Διονύσης Μανουσάκης) και χρόνο παράσταση, στηριγμένη στην εξαιρετικά δουλεμένη –και σημαίνουσα πλήθος παραλειπομένων– ερμηνεία των ηθοποιών της. Χαρακτηριστική –όπως και στις «Μικρές αλεπούδες»– η επιμονή στα αγγίγματα, στην επαφή των προσώπων μεταξύ τους, που δεν είναι τυχαία αλλά απόλυτα ελεγχόμενη, έως και χαρτογραφημένη.

Μόνη ένσταση, η μικρομέγαλη, λίγο επιτηδευμένη παρουσία (Νατάσα Παπαδάκη) της κορούλας των κυνηγημένων από τους ναζί Κουρτ και Σάρας Μίλερ, που αλώνιζε τη σκηνή με σαματά κάθε στιγμή κρίσης, όσο πάγωνε κάθε άλλη δράση και άλλαζε ο φωτισμός.

Ο θίασος

Στα προτερήματα της παράστασης η ζωντανή γλώσσα (ελεύθερη απόδοση Δέσποινας Πόγκα πάνω σε μετάφραση Μέλπως Ζαρόκωστα), το χιούμορ και η ελαφράδα μέσα στον ζόφο και την απειλή ακραίων ιδεολογικών και συναισθηματικών συγκρούσεων, η μουσική επιμέλεια του Αγγελου Κεχαγιά και ο θίασος. Δεμένος υφολογικά απέδωσε με ταλέντο και δουλεμένα μέσα τις διαφορετικές καταγωγές και προσωπικότητες των ηρώων: Την ανοιχτόκαρδη, ανοιχτοχέρα και τελικά ανοιχτόμυαλη Αμερικανίδα μεγαλοαστή Φάνι Φάρελι ζωντάνεψε η εξαιρετική στο είδος Μαρία Μακρή. Την υπηρέτρια Ανίς –πονηροβλεπούσα, παντεπόπτη και τρυφερά αποφασιστική, με ασυλία στη συνήθεια να… ελέγχει τους πάντες και τα πάντα στον οίκο των Φάρελι– η πολύ εκφραστική Κλεοπάτρα Ροντήρη. Τον καταπιεσμένο γιο της μαμάς του Ντέιβιντ Φάρελι, ο σκηνικά ενδιαφέρων Δημήτρης Παπαδάτος. Την όμορφη Μάρτι, κόμισα Μπράνκοβιτς, μπερδεμένη ανάμεσα στις… τιτλομανείς φιλοδοξίες της μαμάς και στην εφιαλτική της πραγματικότητα, παίζει η ντελικάτη αλλά με σκηνική δύναμη και εμβέλεια Μαρία Καρακίτσου. Τον γοητευτικό Τεκ ντε Μπράνκοβιτς, Ρουμάνο χρεοκοπημένο ευγενή, φιλοναζί, βίαιο, αδίστακτο και εκβιαστή για ωφελιμιστικούς λόγους, ερμηνεύει με τους ελιγμούς και τα προσωπεία που απαιτεί ο ρόλος ο πολύ καλός Δημήτρης Πλειώνης. Την τραγική σχεδόν Σάρα Μίλερ, θυγατέρα μεγαλοαστών από την Ουάσιγκτον, αδελφή της Φάνις, ερωτευμένη με τον άντρα της και πατέρα της κόρης τους, Γερμανό μηχανικό Κουρτ Μίλερ, στρατευμένο στην καταδίωξη πρωτεργατών Ναζί, σε διαρκή στέρηση, αγωνία και καταδίωξη, παίζει με αποτυπωμένη κακουχία, τρόμο, αυταπάρνηση, πίστη και έρωτα η Δέσποινα Πόγκα. Τον επιφυλακτικό, σημαδεμένο από τραυματισμούς και βασανιστήρια, ωστόσο αλύγιστο και ταγμένο ιδεολόγο Κουρτ ερμήνευσε με εσωτερική δύναμη και ευγένεια ο Γιώργος Κροντήρης σ’ ένα έργο που 75 χρόνια μετά τη συγγραφή του εκθέτει τις κοινωνίες μας με την επικαιρότητά του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή