Η νύχτα όπου όλα επιτρέπονται

Η νύχτα όπου όλα επιτρέπονται

4' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H σεζόν προσφέρει πολλά ανεβάσματα, ερμηνείες και σκηνοθετικές προσεγγίσεις έργων του Σαίξπηρ, σε μεγάλες σκηνές αλλά και εναλλακτικούς χώρους, σε ένα αφιερωματικό έτος (400 χρόνια από τον θάνατό του) που ολοκληρώνεται σε δύο μήνες. Ανεβάσματα κλασικά, αιρετικές παραλλαγές έργων, νέες ματιές. Μια απ’ αυτές και η παράσταση «Δωδεκάτη νύχτα ή ό,τι προαιρείσθε», που ανέβηκε πριν από δύο ημέρες και θα παίζεται έως τις αρχές του Ιανουαρίου στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά. Αυτομάτως ξυπνάει και το ενδιαφέρον των θεατών. Αλλωστε όλοι γνωρίζουν ότι ο 29χρονος σκηνοθέτης έχει τσαγανό. Οσο για τις παραστάσεις του, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, ποτέ δεν είναι αδιάφορες θεατρικά. Ποια είναι η δική του «Δωδεκάτη νύχτα», η μοναδική νύχτα μετά τα Χριστούγεννα όπου όλα επιτρέπονται, φτάνοντας σε ακραία όρια; Κωμωδία παρεξηγήσεων για πολλούς, «κωμωδία με ερωτηματικό», απαντά ο σκηνοθέτης. Αλλωστε εκείνος στέκεται σε όσα θίγει ο Σαίξπηρ με το πρόσχημα της μεταμφίεσης. Ζητήματα υπαρξιακά, ταυτότητας, ανθρώπινης φύσης, του έρωτα μέσα από την ιστορία της Βιόλας και του Σεμπαστιάν, των δύο αδερφών που ναυαγούν στις ακτές της Ιλλυρίας. Τα αδέρφια χάνονται, η Βιόλα μεταμφιέζεται σε Σεζάριο προκειμένου να επιβιώσει, ερωτεύεται τον δούκα της περιοχής, τον Ορσίνο, αλλά εκείνος έχει μάτια μόνο για την κόμισσα Ολίβια, η οποία είναι γοητευμένη από τον Σεζάριο που δεν είναι άλλος από τη Βιόλα…

«Απελευθέρωση»

Η ιστορία φαινομενικά απλή. «Το ότι ο Σαίξπηρ γράφει για μια νύχτα σε έναν παραλληλισμό για μένα με το “Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας”, όπου όλα επιτρέπονται τη δωδέκατη νύχτα όταν απελευθερώνονται τα ένστικτα και τα πάνω έρχονται κάτω, στην ουσία είναι σαν να ζητάει απ’ όλους μια απελευθέρωση του ορίου. Με την έννοια: τι επιτρέπεται, τι δεν επιτρέπεται και τι μπορείς να ζήσεις. Δεν νομίζω ότι επέλεξε να συμβεί αυτό στην πλοκή μόνο και μόνο για να χαχανίσουν οι θεατές», λέει ο Δημήτρης Καραντζάς.

Είναι μια κωμωδία της ύπαρξης «με την έννοια του πόσο τραγικοί μπορούμε να γίνουμε όταν όντως κολλήσουμε την αρρώστια, τον έρωτα. Και εστιάζει σε θέματα όπως αυτό του εγκλωβισμού σε άλλη ταυτότητα, της επιλογής του φύλου αν είναι αυτό που ορίζει τον έρωτα, το αδιέξοδο της ύπαρξης. Στην ουσία, όταν μπλεκόμαστε με τον έρωτα γινόμαστε αδύναμοι και μόνο ο χρόνος μπορεί να δείξει τι θα γίνει. Η Βιόλα είναι σε απόλυτο αναβρασμό. Από τη μια νιώθει έναν απόλυτο έρωτα για τον Ορσίνο κι από την άλλη είναι ένα δοχείο που δέχεται όσα της φοράνε. Για μένα τόσο αυτή όσο και ο αδερφός της, ο Σεμπαστιάν, είναι σαν ένας τύπος βαρβάρων που βρίσκονται στο σύμπτωμα της δωδέκατης νύχτας που τους φοράνε ό,τι θέλουν να δουν. Είναι σαν δύο ουδέτερα άφυλα σώματα στα οποία δίνεται μια ετικέτα που θέλει ο ένας για τον άλλον, κάτι που συμβαίνει κατά κόρον στον έρωτα», σημειώνει ο σκηνοθέτης.

Στο τέλος έρχονται όλοι αντιμέτωποι με τις επιλογές τους και με το πόσο δύσκολα σχήματα έφτιαξαν προκειμένου να προσεγγίσουν τον έρωτα, ο οποίος στην ουσία είναι κάτι πολύ απλό. «Δυστυχώς, το πρόβλημά μας είναι ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ο ένας τον άλλον ευθέως. Αν το καταφέρναμε στις σχέσεις μας, θα εκφράζαμε απλά τον έρωτα». Η παράσταση επιχειρεί να δει πόσο εύκολα υποχωρούν οι χαρακτήρες στο σύμπτωμα της δωδεκάτης νύχτας. «Επίσης πώς από μια αυστηρή φόρμα θα περάσουν όλοι σε μια ακραία φαντασίωση και πώς δημιουργείται στη σκηνή ένα λιβάδι με έντονα ψυχότροπα χρώματα το οποίο στο τέλος ακολουθεί κι αυτό τον μαρασμό των ανθρώπων», συμπληρώνει ο Δημήτρης Καραντζάς. Η μετάφραση του Νίκου Χατζόπουλου (ιδωμένη ξανά για την παράσταση) «δίνει τον ρυθμό και το μέτρο».

Ανάγκη επανεκκίνησης

Στα 29 του χρόνια και έπειτα από τόσες εμπειρίες στο θέατρο, ο Δημήτρης Καραντζάς δηλώνει «ευγνώμων για όσα ήρθαν στη ζωή μου. Δουλεύω με τους όρους που θέλω». Το γεγονός ότι κάποια πράγματα ήρθαν τόσο νωρίς του δημιουργεί την ανάγκη να ξαναβρεθεί στο μηδέν και να προσπαθήσει εκ νέου. «Σαν να θέλεις να ξανάρθεις αντιμέτωπος με τα πράγματα που σε κάνουν ενεργό». Εξ ου και η ανάγκη της φυγής στο εξωτερικό. «Πώς θα πάω παρακάτω; Φοβάμαι στους σκηνοθέτες που θαυμάζω όταν τους βλέπω να εκφυλίζονται. Ψάχνω τρόπους να διατηρήσω ενεργό το ερώτημα που με έκανε να στραφώ στο θέατρο ως τη μοναδική λύση».

Στο ξεκίνημά του, η «Λιμπερασιόν» του αφιέρωσε δισέλιδο ύμνο για τον «Κυκλισμό του Τετραγώνου» που είχε ανεβεί στη Στέγη στο πλαίσιο αφιερώματος στον Δημήτρη Δημητριάδη και έπειτα στο Φεστιβάλ Αβινιόν. Πέρυσι είχε πάει στις Βρυξέλλες, τώρα εξετάζει πρόταση για την Ελβετία. «Συζητάω μια δουλειά με ηθοποιούς εκεί. Δεν γνωρίζω αν θα είναι μια δίχρονη απομόνωση, κάτι σποραδικό, ή θα καταλήξω να μείνω». Οσα έζησε –την αποδοχή αλλά και την αμφισβήτηση– τα κατανοεί. «Καταλαβαίνω αυτούς που με έβλεπαν ως μόδα αλλά κι εκείνους που έλεγαν “σιγά και τι κάνει;”. Είναι ένα σύμπτωμα της κοινωνίας μας. Δεν έγιναν μόνο σε μένα αυτά».

Τώρα σειρά έχει η «Πλατεία Ηρώων» του Τόμας Μπέρνχαρντ στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων τον Φεβρουάριο. Εργο που ερωτεύθηκε μόλις το διάβασε. Μιλάει για τον φασισμό, την Αυστρία του 1988, χαρακτηρίζοντας τους Αυστριακούς «μαζικούς δολοφόνους». Η παρουσίαση του τότε ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών αλλά και επευφημίες.

Του ζητάμε να περιγράψει τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. «Είναι μια επικίνδυνη κατάσταση. Πρέπει να αναρωτηθούμε ειλικρινά: Θέλουμε να δομήσουμε το κράτος ώστε να σταθεί στα πόδια του; Μπορούμε σαν λαός να αντέξουμε το προσφυγικό; Είναι δυνατόν να ξεχνάμε ότι είμαστε κατά κύριο λόγο πρόσφυγες κι εμείς; Γίνεται να μην έχουμε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση ως χώρα;».

Ανήσυχος από μικρός. Δεν είναι τυχαίο ότι έγραψε το πρώτο του έργο στα 15. Τώρα βρήκε την εκτόνωση που αναζητούσε στη σκηνοθεσία. Κλειστός ως χαρακτήρας όπως και τότε, την εποχή που ασφυκτιούσε ως μαθητής. «Πήγαινα στο Αρσάκειο στην Εκάλη σε μια εποχή που καθόριζε άλλες συμπεριφορές. Ηταν βόρεια προάστια και οι περισσότεροι ενδιαφέρονταν για την εξωτερική εμφάνιση και ποιος είναι πιο πλούσιος.

Εγώ έμενα στην περιοχή της Πατησίων και κάθε μέρα έβλεπα στο σχολείο μια εικονική πραγματικότητα». Το θέατρο του άλλαξε τη ζωή. Ολα ήρθαν γρήγορα αλλά όχι ρόδινα. Βίωσε τη δυσκολία των μεγάλων οργανισμών και συνεργατών, όμως βρήκε «μια εσωτερική ησυχία». «Το θέατρο συντονίζει την αναπνοή μου».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή