Την ποινική μεταχείριση τραπεζικών στελεχών θα κρίνει ο Αρειος Πάγος

Την ποινική μεταχείριση τραπεζικών στελεχών θα κρίνει ο Αρειος Πάγος

2' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Αρειος Πάγος θα κρίνει τελικώς τον νόμο για την ποινική μεταχείριση των τραπεζικών στελεχών, μετά την αναίρεση που ασκήθηκε χθες από την Εισαγγελία του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά απόφασης (βουλεύματος) που εκδόθηκε για εκκρεμή ποινική υπόθεση από δικαστικό συμβούλιο πλημμελειοδικών.

Η αναίρεση ασκήθηκε από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γ. Παπαγεωργίου και αφορά τον νόμο 4637 που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση τον Νοέμβριο του 2019, μετά και τη σύμφωνη γνώμη των εποπτικών ευρωπαϊκών μηχανισμών του τραπεζικού συστήματος, και είχε στόχο να αντιμετωπιστούν φαινόμενα μαζικής ποινικοποίησης τραπεζικών εργασιών, που είχαν οδηγήσει εκατοντάδες στελέχη των πιστωτικών ιδρυμάτων στα δικαστήρια.

Από τις υποθέσεις αυτές που είχαν κινηθεί αυτεπάγγελτα από τους εισαγγελείς, ελάχιστες είχαν οδηγηθεί σε καταδίκες, ενώ οι περισσότερες είχαν καταλήξει σε απαλλαγές ύστερα από χρόνια δικαστικής ομηρίας, δημιουργώντας κλίμα στασιμότητας και επιφυλακτικότητας σε τραπεζικά στελέχη.

Ο νόμος του Νοεμβρίου του 2019 προέβλεψε, μεταξύ άλλων, ότι στο εξής η δίωξη των τραπεζικών στελεχών δεν θα γίνεται αυτεπάγγελτα από τον εισαγγελέα, αλλά έπειτα από έγκληση που θα υποβάλλουν, όταν το κρίνουν, τα πιστωτικά ιδρύματα.
Πέραν της κατάργησης του αυτεπάγγελτου της δίωξης για τα τραπεζικά στελέχη, ο συγκεκριμένος νόμος όρισε επίσης ότι το αδίκημα της απιστίας για τα στελέχη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων από κακούργημα στο εξής θα διώκεται σε βαθμό πλημμελήματος, κάτι που είχε γίνει και για δεκάδες άλλα αδικήματα με τον νέο ποινικό κώδικα. Σημειωτέον ότι η απιστία κατά του Δημοσίου παραμένει και τώρα κακούργημα.

Για τις εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον της Δικαιοσύνης ο νόμος του περασμένου Νοεμβρίου, που πλέον θα κριθεί ως προς τη συνταγματικότητά του ή μη από το ανώτατο δικαστήριο, όρισε και κάτι ακόμα. Μετά την κατάργηση του αυτεπαγγέλτου της δίωξης των τραπεζικών στελεχών, έθεσε προθεσμία τεσσάρων μηνών στα πιστωτικά ιδρύματα για να υποβάλουν μηνύσεις κατά στελεχών τους, αν επιθυμούσαν τη διάσωση των εκκρεμών υποθέσεων, αλλιώς αυτές θα έκλειναν δικαστικά, όπως συνέβη και στην υπόθεση δανειοδότησης από πιστωτικό ίδρυμα σε επιχειρηματικό όμιλο για την οποία η δίωξη έπαυσε καθώς η τράπεζα δεν κινήθηκε με έγκληση. Κατά αυτού του βουλεύματος, που έπαυσε τη δίωξη τόσο κατά των τραπεζικών στελεχών όσο και κατά του ιδιώτη, ασκήθηκε η αναίρεση, η οποία θα κρίνει το μείζονος σημασίας θέμα υπό μορφή πιλοτικής δίκης, ξεκαθαρίζοντας μια για πάντα το τοπίο, αν δηλαδή ο νόμος αυτός θα κριθεί ή όχι συνταγματικός.

Πάντως από τα δικαστικά συμβούλια των πλημμελειοδικών ήδη έχουν εκδοθεί αντιφατικές αποφάσεις επί του θέματος, καθώς τρία βουλεύματα έχουν παύσει τη δίωξη κρίνοντας τον νόμο συνταγματικό και άλλα τρία έχουν κρίνει το αντίθετο, δηλαδή έχουν κρίνει τον νόμο αντισυνταγματικό, μεταξύ των οποίων και την υπόθεση με τα δάνεια των κομμάτων.

Μάλιστα το Εφετείο, σε σύνθεση Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων για την υπόθεση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, επίσης έπαυσε προ διμήνου τη δίωξη για τραπεζικά στελέχη για το αδίκημα της απιστίας, απόφαση η οποία αναμένεται μόλις καθαρογραφεί να απασχολήσει την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει μείζονα σημασία και για τις εκκρεμείς υποθέσεις, αλλά και για το μέλλον, καθώς αν ο νόμος ισχύσει και κριθεί συνταγματικός, θα απελευθερώσει τις δραστηριότητες των πιστωτικών ιδρυμάτων σε κρίσιμα θέματα, όπως οι δανειοδοτήσεις, οι ενισχύσεις σε επενδύσεις και τα κόκκινα δάνεια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή