Κύμα πτωχεύσεων επιχειρήσεων σημειώνεται τους τελευταίους μήνες στην Κίνα και πρόκειται για επιχειρήσεις κρατικά ελεγχόμενες και με την ανώτερη βαθμολογία πιστοληπτικής αξιολόγησης των τριών Α από κινεζικό οίκο. Το γεγονός ότι το Πεκίνο έχει παραμείνει ώς τώρα απαθές και δεν έχει επιχειρήσει να αποτρέψει αυτές τις πτωχεύσεις, έχει αιφνιδιάσει τους επενδυτές που θεωρούσαν ώς τώρα δεδομένη τη σωτηρία των κρατικών κινεζικών επιχειρήσεων.
Είναι γεγονός ότι μεταξύ επενδυτών επικρατούσε η πεποίθηση πως υπάρχει «μια άρρητη εγγύηση ότι οι κινεζικές αρχές θα παρέμβουν για να σώσουν όσες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα». Στην πράξη αυτό σημαίνει πως πολλοί επενδυτές στρέφονταν στις κρατικές επιχειρήσεις της Κίνας, θεωρώντας τες ένα είδος ασφαλούς καταφυγίου, βασιζόμενοι ακριβώς σε αυτήν την «άρρητη εγγύηση» του Πεκίνου.
Σύμφωνα, πάντως, με τον Χάο Χονγκ, στέλεχος της Τράπεζας Διεθνών Επικοινωνιών, είναι πιθανή μια παρέμβαση του κινεζικού κράτους προκειμένου να ελεγχθεί η κατάσταση. Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο εν λόγω αναλυτής τόνισε πως είναι «προς το συμφέρον» της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας να παρέμβει και να διασφαλίσει επάρκεια ρευστότητας ώστε να απομακρύνει «τους συστημικούς κινδύνους».
Ανάμεσα στις πιο εντυπωσιακές πτωχεύσεις των τελευταίων μηνών συγκαταλέγεται η επιχείρηση ορυχείων άνθρακα Yongcheng Coal and Electricity που αιφνιδίασε τους επενδυτές στις αρχές Νοεμβρίου, όταν δήλωσε αδυναμία να αποπληρώσει ομόλογο ύψους περίπου 152,01 εκατ. δολαρίων. Ηταν μία εκ των επιχειρήσεων με τριπλό Α, όπως άλλωστε και οι δύο άλλες που πτώχευσαν στη συνέχεια. Ακολούθησε η επίσης κρατική βιομηχανία μικροεπεργαστών Tsinghua Unigroup που επίσης είχε την ανώτερη βαθμολογία πιστοληπτικής ικανότητας. Και στη συνέχεια η αυτοκινητοβιομηχανία Huachen Automotive Group.
Στην πρόσφατη έκθεσή της για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας επισημαίνει πως εγκυμονούν κινδύνους για το σύνολο της οικονομίας παράγοντες όπως η υπερβολική εξάρτηση των κινεζικών επιχειρήσεων από τον δανεισμό για την αποπληρωμή των χρεών τους. Οπως τόνισε ο Χάο Χονγκ, «τελευταία αυτές οι πτωχεύσεις εταιρειών έχουν τραβήξει την προσοχή πολλών». Προσέθεσε, μάλιστα, πως η κατάσταση είναι ανησυχητική ακριβώς επειδή αυτό το κύμα πτωχεύσεων αφορά κρατικές επιχειρήσεις, «αν και σε τελική ανάλυση πρόκειται για ένα σχετικό περιορισμένο τμήμα μιας πολύ μεγάλης αγοράς».
Ο Χονγκ συνέκρινε μάλιστα την τρέχουσα κατάσταση με την «άνευ προηγουμένου κρίση ρευστότητας» που γνώρισε η Κίνα μόλις πριν από επτά χρόνια, όταν εκτινάχθηκαν στα ύψη τα επιτόκια της αγοράς και βρέθηκαν και σε ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα και τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια. Οπως τόνισε αναφερόμενος στην ίδια περίοδο, εκείνη την εποχή το overnight επιτόκιο δανεισμού πλησίασε σχεδόν το 50%, «ένα επίπεδο επιτοκίου που δεν είχαμε δει για πολλά χρόνια ούτε και έχουμε ξαναδεί έκτοτε».
Δεν συμμερίζονται όλοι οι αναλυτές την προσέγγιση του Χονγκ στο θέμα. Στελέχη της εταιρείας ερευνών CreditSights υπογραμμίζουν κάπως σκωπτικά πως «οι παράγοντες της αγοράς διαπίστωσαν για μία ακόμη φορά ότι δεν έχουν γεννηθεί ίσες όλες οι κρατικές επιχειρήσεις, γιατί κάποιες είναι πιο ίσες από τις άλλες».
Στο μεταξύ, άλλοι αναλυτές επισημαίνουν πως οι πτωχεύσεις κρατικών επιχειρήσεων υπονομεύουν μεν την εμπιστοσύνη της αγοράς βραχυπρόθεσμα, αλλά όταν αφήνονται να πτωχεύσουν οι «νεκροζώντανες» επιχειρήσεις, ωφελούνται μακροπρόθεσμα τόσο οι τράπεζες όσο και οι επενδυτές. Οπως τόνισαν αναλυτές της CreditSights, «συνολικά ορισμένες πτωχεύσεις αποτελούν τμήμα μιας υγιούς και λειτουργικής αγοράς». Κάποιοι εξ αυτών τόνισαν στο CNBC πως όταν αφήνεται να πτωχεύσει μια «εταιρεία που δεν είναι βιώσιμη», το αποτέλεσμα είναι να απελευθερώνονται πρώτες ύλες και να προωθούνται η ανανέωση και ο «μεγαλύτερος οικονομικός δυναμισμός» για την Κίνα.