Η αλιεία χωρίζει προς το παρόν Βρυξέλλες και Λονδίνο

Η αλιεία χωρίζει προς το παρόν Βρυξέλλες και Λονδίνο

2' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δύο θεωρούνται τα μείζονα ακανθώδη θέματα που ακόμα δεν έχουν επιλυθεί για να συναφθεί η συμφωνία εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία θα διέπει τις σχέσεις τους από την 1η Ιανουαρίου και μετά. Πρώτον, ακόμα υπάρχουν διαφωνίες ως προς τους κανόνες του παιχνιδιού, ειδικά όσον αφορά τις μελλοντικές κρατικές ενισχύσεις και τη διακυβέρνηση. Δεδομένου πως όλες οι πτυχές της συμφωνίας αξίας 677 δισ. στερλινών μπορούν δυνητικά να επηρεαστούν από αυτούς τους κανόνες, είναι προφανές γιατί έχουν αναχθεί σε ένα ζήτημα αδιαπραγμάτευτο καθ’ οδόν προς την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Αλλά το δεύτερο θέμα αναφορικά με τα δικαιώματα αλιείας, το οποίο φαίνεται περιορισμένο και οικονομικά τετριμμένο, δεν είναι τόσο προφανές. Πάντως, παραμένει ανεπίλυτο.

Οταν η Βρετανία αποχωρήσει από την ευρωπαϊκή κοινή αγορά, δεν θα υπάγεται στην κοινή πολιτική αλιείας της Ε.Ε., βάσει της οποίας δίδονται με ποσοστώσεις δικαιώματα πρόσβασης στα βρετανικά ύδατα και αντιστρόφως. Οι ποσοστώσεις ορίζονται από το συμβούλιο των αρμόδιων υπουργών των χωρών της Ε.Ε. Αντ’ αυτής της συνθήκης πλέον, η Βρετανία θα μπορεί να αρνηθεί την πρόσβαση ή να συνάψει νέες συμφωνίες, ορίζοντας ποιος μπορεί να ψαρεύει και πόσο. Στο πλαίσιο της νέας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ της χώρας και των Βρυξελλών αμφότερα τα μέρη θέλουν προνομιούχο πρόσβαση στα ύδατα ένθεν κακείθεν. Η Βρετανία επιθυμεί να μειώσει δραστικά τις ποσοστώσεις επί των Ευρωπαίων αλιέων, ώστε να στηρίξει τους δικούς της, κάνοντας αναδιαπραγμάτευση, η Ε.Ε. προτιμά μία μακρόπνοη συμφωνία με μικρή μόνο μείωση ποσοστώσεων.

Το 2019 ο κλάδος αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου συνεισέφερε 446 εκατ. στερλίνες στο ΑΕΠ, όπερ σημαίνει μόλις 0,02% της προστιθέμενης ακαθάριστης αξίας. Αν και οι υπέρμαχοι της εξόδου ισχυρίζονταν πως θα ήταν πολύ μεγαλύτερος ο κλάδος, εάν η χώρα ήλεγχε πλήρως τα ύδατά της, αρκεί μία σύγκριση. Η γεωργία καλλιεργεί το 72% των γαιών και συνεισφέρει 0,6% στην ακαθάριστη αξία, οπότε είναι αναληθές πως η αλιεία θα μπορούσε ποτέ να λειτουργούσε ως ατμομηχανή της οικονομίας. Οπως συνέβη στη μεταποίηση, έτσι και η αλιεία σταδιακά εξέπεσε, ενώ το έδαφος κέρδιζαν οι αναπτυσσόμενες και επικερδέστερες υπηρεσίες. Κι αυτό είχε αντίκτυπο στις παράλιες πόλεις, που λόγω λιμένος και αλιείας ήταν κάποτε ισχυρές και πλούσιες. Εάν δεν προασπιστεί το Λονδίνο τα δικαιώματα αλιείας, θα φανεί ότι κλονίζεται η δέσμευση της κυβέρνησης των Συντηρητικών να περιορίσει το εισοδηματικό χάσμα μεταξύ πλουσίων μεγαλουπόλεων και φτωχών περιφερειών.

Τέλος, από οικονομικής απόψεως, δεν θα είχε καμία λογική να ναυαγήσει μία διμερής συμφωνία εξαιτίας της αλιείας, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε λίγο μεγαλύτερη από την επιθυμητή πρόσβαση της Ε.Ε. στα βρετανικά ύδατα. Στο κάτω κάτω της γραφής είναι θέμα χρημάτων.

* Ο κ. Kallum Pickering είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή