Νέες προκλήσεις στην εποπτεία των κεφαλαιαγορών

Νέες προκλήσεις στην εποπτεία των κεφαλαιαγορών

4' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αποκεντρωμένη χρηματοοικονομική δραστηριότητα (Decentralized Finance, DeFi) ονομάζουμε αυτή που λαμβάνει χώρα εκτός του κεντρικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Χρησιμοποιώντας τεχνολογία, συχνά καινοτόμο (Distributed Ledger Technology, Blockchain), παρέχει πρόσβαση σε υπηρεσίες χωρίς την παρεμβολή μεσαζόντων (επαγγελματιών διαμεσολαβητών), την καταβολή προμηθειών και χωρίς την παραμονή των κεφαλαίων και των περιουσιακών στοιχείων εντός του ρυθμιζόμενου χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Βασίζεται στο μοντέλο της αποδιαμεσολάβησης και της δημοκρατικοποίησης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που διευκολύνει την εύκολη και φθηνότερη πρόσβαση περισσότερων πολιτών σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και περισσότερων επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση. Ωστόσο, η χρήση της ψηφιακής χρηματοπιστωτικής τεχνολογίας (FinTech), η χρηματοδότηση της οικονομίας, καθώς και η χρηματοοικονομική ενσωμάτωση μέσω της κινητοποίησης των επενδυτών λιανικής, αποτελούν, διεθνώς, στρατηγικές επιλογές του κεντρικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Επιπλέον, η διαφάνεια, η σύμμετρη πληροφόρηση, η προστασία των επενδυτών και η αναλογικότητα, αποτελούν βασικές αρχές του ρυθμιστικού πλαισίου της κεφαλαιαγοράς. Οι αρχές αυτές μετουσιώνονται σε στόχους και δράσεις που αποσκοπούν στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας.

Πώς δικαιολογείται λοιπόν η τάση «αποκέντρωσης»; Και ποια ερωτήματα γεννώνται ως προς τις εποπτικές εξουσίες;

Η ιστορία είναι γνωστή. Τον περασμένο Ιανουάριο πλήθος ερασιτεχνών επενδυτών στις ΗΠΑ «οργάνωσαν» μέσω της πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης Reddit, έπειτα από διαδικτυακές συζητήσεις στην υποπλατφόρμα r/WallStreetBets, την αγορά μετοχών της εισηγμένης εταιρείας GameStop, μέσω εφαρμογών (όπως η Robinhood) που προσφέρουν άμεση πρόσβαση στη χρηματιστηριακή αγορά, χωρίς καταβολή προμήθειας. Η εταιρεία ήταν υπό οικονομική κατάρρευση, με τους θεσμικούς επενδυτές να έχουν λάβει θέσεις «short» (προβλέποντας δηλ. πτώση της τιμής). Η τεράστια ζήτηση οδήγησε σε απρόβλεπτη άνοδο της τιμής και σε αντίστοιχες απώλειες για τους θεσμικούς επενδυτές. Αναλυτές προσπάθησαν να εξηγήσουν το φαινόμενο που χαρακτηρίστηκε «Γαλλική Επανάσταση»: «χομπίστες» έναντι επαγγελματιών; «Εκδίκηση» των εξωσυστημικών επενδυτών λιανικής; Ιδιότυπος μετοχικός ακτιβισμός; Αντίδραση στην κρίση της πανδημίας;

Ανεξάρτητα από την εξήγηση, το ζήτημα της χρήσης των κοινωνικών δικτύων στο περιβάλλον της κεφαλαιαγοράς έχει δύο ενδιαφέρουσες εποπτικές παραμέτρους:
Η πρώτη αφορά το ερώτημα αν μία δημόσια συμπεριφορά, που δεν υπόκειται σε ειδικό ρυθμιστικό πλαίσιο και δεν είναι απατηλή, όπως μία έκφραση γνώμης, ανταλλαγή απόψεων ή προτροπή, μπορεί, παρ’ όλα αυτά, να συνιστά παράνομη συμπεριφορά, είτε λόγω του τρόπου δημοσιοποίησής της, είτε της επίπτωσης που τελικά έχει στην αγορά. Δεν πρόκειται για το ζήτημα της αυτονόητης ελευθερίας του λόγου ή του επιχειρείν, αλλά για το ποια έκταση μπορούν να πάρουν οι περιορισμοί της νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς προκειμένου να προστατέψουν την αξιοπιστία της και τα συμφέροντα των επενδυτών της. Στο πλαίσιο αυτό, η στοχευμένη ή συλλογική δράση μπορεί να εμπίπτει, υπό προϋποθέσεις, στην έννοια της κατάχρησης αγοράς (διάδοση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών, χειραγώγηση, βλ. ανακοινώσεις ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών). Επιπλέον, η «σύσταση» με τη μορφή έκφρασης άποψης, που γίνεται εκτός ρυθμιστικού πλαισίου, θέτει τον μεν «συστήνοντα» υπό ρυθμιστικό έλεγχο, στερεί δε τον επενδυτή από την προστασία που θα είχε αν συναλλασσόταν με αδειοδοτημένο επαγγελματία.

Η δεύτερη αφορά τον τρόπο διαμόρφωσης συλλογικών επενδυτικών αποφάσεων, «αυθόρμητα», με τη δημιουργία ενός τεχνητού momentum, την καθιέρωση ενός «ρεύματος» (hype), ή ως αντίδραση σε «συστημικές» πρακτικές. Τέτοια αγελαία συμπεριφορά έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αγορά βραχυπρόθεσμα, λόγω της υψηλής μεταβλητότητας που συνεπάγεται και μακροπρόθεσμα, λόγω της θεσμικής ανασφάλειας που επιφέρει. Γι’ αυτό, συστήνονται η μελέτη των θεμελιωδών μεγεθών και η συνεχής ενημέρωση του κοινού, ώστε να αποτρέπονται πρακτικές που θέτουν υπό διακινδύνευση την ακεραιότητα της αγοράς και τον μηχανισμό διαμόρφωσης τιμών.
Τους τελευταίους μήνες παρατηρείται, επίσης, τεράστια άνοδος στις συναλλαγές και στην αξία των κρυπτονομισμάτων, συνδεόμενη εν μέρει και στη δημοσιοποίηση απόψεων ή προτροπών από περισσότερο ή λιγότερο επιδραστικά πρόσωπα (από τον Ελον Μασκ ώς τον ράπερ Snoop Dogg). Η ανάγκη ανεύρεσης εναλλακτικών μέσων πληρωμής και επένδυσης, ο πεπερασμένος αριθμός τους και η ευρύτερη αποδοχή των κρυπτονομισμάτων από γνωστές στους καταναλωτές επιχειρήσεις, αποτελούν βασικούς λόγους «αποενοχοποίησής» τους, η σχετική δραστηριότητα παραμένει όμως αρρύθμιστη. Αντίστοιχες και οι εποπτικές προκλήσεις: η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών ελέγχου «ξεπλύματος», η δυσκολία προστασίας των χρηστών, η κατηγοριοποίηση ως μέσο πληρωμής ή επένδυσης, η ανωνυμία και η ασφάλεια των συναλλαγών, η απότομη μεταβλητότητα των τιμών, η φορολογική μεταχείριση/λογιστική αποτύπωση.

Στις ΗΠΑ αναμένεται από δύο πρόσωπα-κλειδιά, την υπουργό Οικονομικών Τζ. Γέλεν και τον επικεφαλής της SEC, Gary Gensler (που θεωρείται «γκουρού» των κρυπτονομισμάτων), ανάληψη (αυστηρών) πρωτοβουλιών. Στην Ε.Ε. προχωρά η πρόταση Κανονισμού για τα κρυπτο-περιουσιακά στοιχεία που δεν αποτελούν χρηματοπιστωτικά μέσα, αλλά μέχρι την εφαρμογή του, η σύγχυση ως προς το τι ισχύει παραμένει. Το ίδιο και οι κίνδυνοι: στην Τουρκία, η πρόσφατη κατάρρευση των ανταλλακτηρίων Thodex και Vebitcoin οδήγησε στην απαγόρευση της χρήσης κρυπτονομισμάτων ως μέσων πληρωμής. Ανεξάρτητα από τις πραγματικές αιτίες της, η κίνηση αυτή δείχνει πως, γενικά, η ανησυχία και η έλλειψη ενημέρωσης μπορεί να οδηγήσουν γρηγορότερα σε ρύθμιση ή υπερρύθμιση των κρυπτονομισμάτων.
Η απευθείας σύζευξη δυνητικών επενδυτών ή δανειστών με τις επιχειρήσεις που αναζητούν χρηματοδότηση, μέσω του crowdfunding, μειώνει την εξάρτηση από την τραπεζική χρηματοδότηση, που ενεργοποιεί αδρανή κεφάλαια, ιδίως από τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Εποπτικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο χαρακτηρισμός των συνεισφερόντων ως επενδυτών ή καταναλωτών, ιδίως σε περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στενά στον θεσμό, αν και απευθύνονται άμεσα και δημόσια σε ευρύ φάσμα προσώπων και προσφέρουν, έναντι μικρής συνεισφοράς, αντάλλαγμα με οικονομική σημασία (έκπτωση σε προϊόντα/υπηρεσίες, επιστροφές με τη μορφή «απόδοσης»).
Στο ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον η εποπτική πρόκληση αφορά την ανεύρεση του σωστού μείγματος που θα ικανοποιεί την ανάγκη χρηματοοικονομικής ενσωμάτωσης, αξιοποίησης της τεχνολογίας, προστασίας του κοινού, οικονομικής σταθερότητας και ανθεκτικότητας.

* Η κ. Αναστασία Στάμου είναι Αντιπρόεδρος Β΄ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή