«Ανοσία» έχουν οι επενδύσεις σε ακίνητα

«Ανοσία» έχουν οι επενδύσεις σε ακίνητα

Ο κίνδυνος για επιστροφή στη «μονοκαλλιέργεια» του real estate είναι μικρός, εκτιμά το οικονομικό επιτελείο

3' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι το 2007 και ο «ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου»  –το οικονομικό μέγεθος που ουσιαστικά αποτυπώνει την πορεία των επενδύσεων– φτάνει στα 60 δισ. ευρώ, ποσό που έμελλε να αποτελέσει και το υψηλότερο νούμερο όλης της περιόδου από το 1995 μέχρι και σήμερα. Τα επιμέρους στοιχεία της χρονιάς αποκαλύπτουν την εξάρτηση από την οικοδομή: οι επενδύσεις στις κατοικίες –χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι υπόλοιπες κατασκευές– έχουν εκτοξευτεί στα 25 δισ. ευρώ: 4 στα 10 ευρώ των επενδύσεων δίνονται για τα τούβλα. Και ξεσπάει η οικονομική κρίση. Φρενάρουν τα στεγαστικά δάνεια, αρχίζει να πέφτει η ζήτηση για την αγορά κατοικίας και το όλο επενδυτικό οικοδόμημα της χώρας τραντάζεται μέχρι που τελικώς «καταρρέει». 

Οι επενδύσεις στις κατοικίες «βούλιαξαν» σε ποσοστό άνω του 95% και δεν έχουν «σηκωθεί» μέχρι τώρα: από τα 25 δισ. ευρώ, φτάσαμε το 2020 οι κατοικίες να προσθέτουν στις συνολικές επενδύσεις της χώρας λιγότερο από 1,5 δισ. ευρώ. Το τίμημα ήταν πολύ βαρύ: δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ κόκκινων δανείων και απώλειες εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας. Πάνω από 400.000 άνθρωποι απασχολούνταν πριν ξεσπάσει η κρίση στην οικοδομή, με τον συγκεκριμένο αριθμό να αντιστοιχεί περίπου στο 8%-9% του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων. Πόσοι έχουν μείνει σήμερα στον χώρο των κατασκευών; Περίπου 185.000 με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2020, εκ των οποίων περίπου 85.000 αυτοαπασχολούμενοι και οι υπόλοιποι μισθωτοί. Είναι προφανές ότι η χώρα πλήρωσε πολύ ακριβά την επενδυτική «μονοκαλλιέργεια», όπως πλήρωσε ακριβά και την εξάρτηση της οικονομίας από την κατανάλωση. Το ερώτημα λοιπόν που επανέρχεται είναι πολύ συγκεκριμένο: έχει διασφαλιστεί ότι αυτή τη φορά το νέο επενδυτικό κύμα που δείχνει να έρχεται μετά και το τέλος της πανδημίας –ένα κύμα το οποίο θα χρηματοδοτηθεί κυρίως με τους επενδυτικούς πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης– θα διαχυθεί και σε άλλους κλάδους της οικονομίας, διασφαλίζοντας αύξηση του ΑΕΠ αλλά και δημιουργία καλά πληρωμένων θέσεων εργασίας;               

Ανώτατο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου εμφανίζεται καθησυχαστικό, υποστηρίζοντας ότι ο τρόπος με τον οποίο έχει σχεδιαστεί η ελληνική πρόταση για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης διασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό την επενδυτική διασπορά. 

Ηδη, οι επαφές που γίνονται ενόψει και της εκταμίευσης των πρώτων πόρων μέσα στο καλοκαίρι –η κυβέρνηση προσβλέπει ότι θα απορροφήσει φέτος περί τα 7,9 δισ. ευρώ σε επιδοτήσεις και δάνεια– δείχνουν ενδιαφέρον για πολλούς τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας, επισημαίνει το ίδιο κυβερνητικό στέλεχος και απαριθμεί: τομέας της ενέργειας, έρευνα, τουρισμός, ιατρικός και φαρμακευτικός τομέας, ακόμη και βιομηχανικές επενδύσεις. Φυσικά, παραδέχεται ότι υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για το real estate, ωστόσο δηλώνει ότι δεν θα δούμε την επενδυτική μονοκαλλιέργεια της περιόδου πριν από τα μνημόνια. «Αντιθέτως, εκτιμούμε ότι θα υπάρξει σημαντική ανάκαμψη στην αγορά ακινήτων η οποία, μεταξύ άλλων, θα βοηθήσει και το εγχώριο τραπεζικό σύστημα που σήμερα είναι ουσιαστικά ο δεύτερος μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων της χώρας μετά το ίδιο το Δημόσιο», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την αγορά των ακινήτων, πάντως, θα πρέπει να θεωρείται ήδη δεδομένη. Μετά την απόφαση της κυβέρνησης να «παγώσει» τον ΦΠΑ για μια τριετία (αρχής γενομένης από το 2020 και με προσωρινή ημερομηνία λήξεως το τέλος του 2022) καταγράφηκε αύξηση του ενδιαφέροντος για την έκδοση οικοδομικών αδειών, δεδομένου ότι με αυτές τις άδειες θα μπορούν οι κατασκευαστές να οικοδομούν σπίτια που απαλλάσσονται του ΦΠΑ. 

Αυτό το ενδιαφέρον δεν ανακόπηκε ούτε μέσα στην πανδημία παρά τις δυσλειτουργίες που προκλήθηκαν στις πολεοδομίες από την καραντίνα. Επίσης, η Τράπεζα της Ελλάδος καταγράφει συνεχή αύξηση τιμών, η οποία μάλιστα αναμένεται να ενταθεί το επόμενο διάστημα και λόγω της πανδημίας, μία από τις συνέπειες της οποίας ήταν και η «στροφή» του αγοραστικού ενδιαφέροντος προς τη μεγαλύτερη και πιο άνετη κατοικία.

Η πτώση

Οι συνέπειες της επενδυτικής μονοκαλλιέργειας που κυριάρχησε ειδικά στη δεκαετία 2000-2010 αποτυπώθηκαν πολύ έντονα στις επίσημες στατιστικές. Από τα 25 δισ. ευρώ που ήταν οι επενδύσεις στην κατοικία το 2007 –ποσοστό 40% των συνολικών επενδύσεων ύψους 60 δισ. ευρώ– φτάσαμε το 2020 στο 1,555 δισ. ευρώ, με το σύνολο των επενδύσεων της περασμένης χρονιάς να διαμορφώνεται στα 18,4 δισ. ευρώ. Είναι προφανές επομένως ότι η κατάρρευση των επενδύσεων στην κατοικία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη δημιουργία του επενδυτικού κενού. Η πτώση είναι συνεχής και τα 18 δισ. ευρώ του 2020 είναι ουσιαστικά η χειρότερη επίδοση από το 1995 έως σήμερα, η χειρότερη επίδοση των τελευταίων 25 ετών. Η κατακόρυφη πτώση ήταν αναμενόμενο να αποτυπωθεί και στην απασχόληση. Το 2020 στον κλάδο των κατασκευών απασχολήθηκαν 185.000 άτομα, με τον συνολικό αριθμό των απασχολουμένων να διαμορφώνεται στα 4,5 εκατομμύρια. Από μερίδιο 8%-9% που είχε ο χώρος των κατασκευών στη συνολική απασχόληση –το 2007 καταγράφηκαν 390.000 θέσεις σε σύνολο 4,8 εκατομμυρίων απασχολουμένων– πέσαμε ουσιαστικά στα μισά. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή