Τα χρόνια των μνημονίων θύμισαν τα πάνελ του συνεδρίου του Εconomist, μόνο που σε αντίθεση με το παρελθόν και τις αυστηρές συστάσεις για μεταρρυθμίσεις και πρωτογενή πλεονάσματα, κατατέθηκαν κυρίως εύσημα για το ελληνικό πρόγραμμα ανάκαμψης τόσο από τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ όσο και από τον αναπληρωτή γενικό διευθυντή Οικονομικών Υποθέσεων της Ε.Ε. Ντέκλαν Κοστέλο, με τον τελευταίο μάλιστα να σημειώνει ότι μέχρι τα τέλη Ιουλίου θα διατεθεί η προκαταβολή ύψους 4 δισ. ευρώ. Στο συνέδριο μίλησε και ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος τόνισε μεταξύ άλλων ότι η χώρα μας πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις για να κερδίσει ανταγωνιστικότητα.
Εφικτός ο στόχος
Οι συζητήσεις κινήθηκαν γύρω από τα προγράμματα των χωρών για το Ταμείο Ανάκαμψης και την υγειονομική κρίση, με τον κ. Ρέγκλινγκ να τονίζει ότι είναι εφικτός ο στόχος ανάπτυξης που έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση, επισημαίνοντας, ωστόσο, ότι υπάρχουν και κίνδυνοι σχετιζόμενοι με την πανδημία και τη μετάλλαξη «Δέλτα». Σημείωσε πως έχουν άμεσο αντίκτυπο στον τουρισμό, φέρνοντας ως παράδειγμα τους τουρίστες από τη Βρετανία.
Οι δύο προκλήσεις για την Ελλάδα είναι αυτήν τη στιγμή η ορθή υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και η δυνατότητα χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας από το τραπεζικό σύστημα προκειμένου να αποκαταστήσει μεσοπρόθεσμα υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας έδωσε τα εύσημα στις ελληνικές αρχές για την έγκαιρη προετοιμασία του ελληνικού προγράμματος ανάκαμψης, που οδήγησε και στην ταχεία έγκρισή του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οπως είπε, λόγω του μεγάλου ποσού των κονδυλίων που θα πρέπει να απορροφηθούν σε μικρό χρονικό διάστημα αλλά και κάποιων διαχειριστικών αδυναμιών που έχουν δείξει στο παρελθόν οι ελληνικές αρχές εγείρονται ερωτήματα κατά πόσον τα χρήματα του Ταμείου θα ωφελήσουν όσο αναμένεται την ελληνική οικονομία. Ωστόσο συμπλήρωσε: «Υπάρχουν ανάλογα ερωτήματα για τους ίδιους λόγους και σε άλλες χώρες, ακόμη και στη Γερμανία, λόγω της δομής και της μικρής χρονικής διάρκειας του προγράμματος».
Ο κ. Ρέγκλινγκ ανέφερε επίσης πως υπάρχουν θετικά σημάδια για την πορεία του τραπεζικού κλάδου στην Ελλάδα, όπως η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και οι πρόσφατες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου στην Τράπεζα Πειραιώς και στην Alpha Bank.
«Το Σχέδιο Ανάκαμψης είναι μία μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη συνολικά» επεσήμανε ο Ντέκλαν Κοστέλο. Ανέφερε ότι είναι ένας συνδυασμός μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, ενώ στα προγράμματα προσαρμογής υπήρχαν μεταρρυθμίσεις, χωρίς όμως να δίδονται οι οικονομικοί πόροι. Οπως είπε, η Ελλάδα θα λάβει κάτι παραπάνω από 30 δισ. σε δάνεια και επιδοτήσεις, τονίζοντας ότι αυτό το ποσό μπορεί να μετασχηματίσει την οικονομία, καθώς πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, σαφώς εδραιωμένο πάνω σε μια καλά σχεδιασμένη στρατηγική.
Κρίσιμη η εφαρμογή
Τα εύσημα στην Ελλάδα απένειμε και ο πρόεδρος του Eurogroup Working Group Τ. Saarenheimo, ο οποίος αναγνώρισε ότι η χώρα «τα έχει πάει πολύ καλύτερα» σε σχέση με άλλες, όσον αφορά την προετοιμασία του Ταμείου Ανάκαμψης. Οπως είπε, «όλα τα σχέδια για το Ταμείο Ανάκαμψης είναι φιλόδοξα κι αυτό συνιστά επιτυχία για την ΕΕ και την Κομισιόν», ενώ χαιρέτισε ιδιαίτερα το ελληνικό σχέδιο, το οποίο ξεκινάει από καλύτερη βάση σε σχέση με αρκετές άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ο κ. Saarenheimo δεν παρέλειψε να επισημάνει ότι παρότι έχουμε μια θετική βάση, πολλά θα κριθούν στην εφαρμογή όσον αφορά τόσο τη λήψη αποφάσεων όσο και την ταχύτητα. «Εχουμε να λύσουμε πολλές προκλήσεις» είπε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στην αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων. «Πρόκειται για τεράστια πλάνα και ο ρόλος μας είναι να τα ελέγξουμε» συμπλήρωσε. Κλείνοντας την παρέμβασή του επανέλαβε ότι η εφαρμογή παραμένει το σημαντικότερο ζήτημα. «Εχουμε κάνει μια καλή αρχή, αλλά έχουμε πολλά να κάνουμε ακόμη» κατέληξε ο κ. Saarenheimo.
Από την πλευρά του ο υπουργός Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρας ανέφερε ότι η πρόβλεψη της κυβέρνησης για ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 3,6% φέτος είναι ρεαλιστική, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα έχει τις προϋποθέσεις για να επιτύχει τον στόχο της για μια ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη από το 2022, μετά τη φετινή ανάκαμψη, η οποία θα βασισθεί στις επενδύσεις και τις εξαγωγές. «Ολοι συμφωνούμε, είπε ο υπουργός, ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε την υγειονομική κρίση και την επίπτωσή της στην οικονομία με ικανοποιητικό τρόπο.
Ιδιωτικές επενδύσεις
Για μια σπουδαία ευκαιρία τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη έκανε λόγο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος αναφέρθηκε στα οφέλη του Ταμείου Ανάκαμψης στην ελληνική και την ευρωπαϊκή οικονομία. O κ. Σκυλακάκης σημείωσε ότι το φιλόδοξο σχέδιο κινητοποιεί πάρα πολλούς πόρους, πολύ περισσότερους από αυτούς που λαμβάνει η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ενωση, δίνοντας έμφαση στις ιδιωτικές επενδύσεις. Και αυτό είναι κάτι πολύ σημαντικό, όπως εξήγησε, γιατί ένα από τα βασικά προβλήματα της χώρας τα τελευταία χρόνια είναι το επενδυτικό κενό, το οποίο παραμένει μεγάλο. «Αυτό καθιστά τις ιδιωτικές επενδύσεις εξαιρετικά σημαντικές για την ελληνική οικονομία. Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στο μέλλον χωρίς αυτές, ιδίως σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από μεγάλη καινοτομία».