Οι χαμηλοί δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές στις ευρωπαϊκές χώρες υποδηλώνουν πως οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των μέτρων στήριξης της οικονομίας που πιθανώς θα φέρει το νέο κύμα της πανδημίας, θα οδηγήσει σε νέα αύξηση των δεικτών χρέους και θα ασκήσει πιέσεις στα κρατικά ταμεία, εκτιμά ο οίκος αξιολόγησης Moody’s.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες βρέθηκαν αντιμέτωπες με την κρίση που προκάλεσε η πανδημία, έχουν χρησιμοποιήσει τη δημοσιονομική πολιτική για τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης, ενώ στην Ευρωζώνη ειδικότερα εναποθέτουν τις ελπίδες τους ότι το Ταμείο Ανάκαμψης θα ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα και τις δαπάνες τα επόμενα χρόνια, αναφέρει ο οίκος. Εάν όμως προκύψουν περαιτέρω αρνητικά σοκ ή η ανάκαμψη της οικονομίας είναι χαμηλότερη από ό,τι έχει προβλεφθεί, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μπορεί να εξετάσουν το ενδεχόμενο να παράσχουν περαιτέρω δημοσιονομικά κίνητρα πέρα από τα ήδη ανακοινωθέντα σχέδια. Οι υψηλότερες κυβερνητικές δαπάνες μπορεί να ενισχύσουν την οικονομική ανάπτυξη, αλλά ο αντίκτυπος στους δείκτες του δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ θα εξαρτηθεί από το πόση πρόσθετη ανάπτυξη δημιουργεί στην οικονομία η επιπλέον δαπάνη, από τον γνωστό «δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή» δηλαδή, τον οποίο ο οίκος υπολογίζει ότι είναι χαμηλός, ακόμα και στις μεγαλύτερες οικονομίες της περιοχής όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γερμανία.
Ως αποτέλεσμα, όπως εκτιμά η Moody’s, η περαιτέρω δημοσιονομική τόνωση που θα χρηματοδοτηθεί από το χρέος, είναι πιθανό να αυξήσει τους δείκτες χρέους / ΑΕΠ, αντί να τους μειώσει. Δεδομένης της ήδη σημαντικής αύξησης του δημόσιου χρέους που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας τους τελευταίους 18 μήνες, αυτό θα ενισχύσει τις πιστωτικές πιέσεις στους κρατικούς ισολογισμούς, όπως προειδοποιεί ο οίκος. Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική κατά την περίοδο της οξείας φάσης της πανδημίας βοήθησε στη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας και της πλευράς της προσφοράς των οικονομιών. Σε ό,τι αφορά ωστόσο το επόμενο διάστημα, οι εκτιμήσεις της Moody’s υποδηλώνουν ότι τα περαιτέρω εγχώρια δημοσιονομικά κίνητρα –τα οποία πιθανόν να προκαλέσει η εξάπλωση της μετάλλαξης «Δέλτα» και ο αντίκτυπός της στη δραστηριότητα– θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση των δεικτών χρέους/ΑΕΠ εάν χρηματοδοτηθούν από χρέος.
Αυτό, όπως εξηγεί ο οίκος, είναι το λογικό συμπέρασμα εάν η ανάπτυξη αυξάνεται με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με τις κρατικές δαπάνες (που χρηματοδοτούνται από το χρέος) που τη «δημιουργούν», δηλαδή ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής είναι μικρότερος από το «1», κάτι που αποτελεί και την «πραγματικότητα» στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. Αντίθετα, εάν οι κυβερνήσεις «σφίξουν» τη δημοσιονομική πολιτική σε μια προσπάθεια μείωσης των δεικτών χρέους, τότε οι εκτιμήσεις του οίκου υποδηλώνουν ότι ο ρυθμός μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας θα ήταν μικρότερος σε σχέση με αυτόν της περικοπής των δαπανών.