Εχουν περάσει σχεδόν 18 μήνες αφότου οι ευρωπαϊκές εταιρείες ξεκίνησαν να στηρίζονται σε δαπανηρά προγράμματα επείγουσας βοήθειας για να λειτουργήσουν εν μέσω πανδημίας. Σήμερα πλέον, οι αντίστοιχες κυβερνήσεις αποσύρουν ορισμένα από τα εν λόγω μέτρα, βασιζόμενες στην οικονομική ανάπτυξη και στη δύναμη των εμβολίων. Ωστόσο, η εκ νέου εμφάνιση μετάλλαξης, της «Δέλτα» αυτή τη φορά, έχει εισαγάγει μια νέα μεταβλητή στους υπολογισμούς αυτούς, θέτοντας το ερώτημα, κατά πόσον είναι καλή στιγμή να αποσυρθούν τα μέτρα στήριξης. Η ένταση που έχει δημιουργηθεί γύρω από το θέμα αυτό μπορεί να γίνει ορατή στη Γαλλία. Πριν από δύο εβδομάδες ο αριθμός των μολύνσεων εκτινάχθηκε κατά 200%, υποχρεώνοντας τον πρόεδρο της χώρας, Εμανουέλ Μακρόν, να ασκεί πιέσεις στους πολίτες για εμβολιασμό, απειλώντας τους πως, σε αντίθετη περίπτωση, θα δυσκολευθούν να πάνε για ψώνια, να βγουν για φαγητό ή να εργασθούν. Την ίδια στιγμή μέρος της βοήθειας, συμπεριλαμβανομένης της γενναιόδωρης κρατικής αρωγής για να αποφευχθούν οι μαζικές απολύσεις, μειώνεται.
Οι κυβερνήσεις της Ε.Ε., οι οποίες έχουν δαπανήσει σχεδόν 2 τρισ. ευρώ σε πρωτοβουλίες συνδρομής νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έχουν άρει σχεδόν όλους τους περιορισμούς. Στόχος των Βρυξελλών, να εμβολιάσει πλήρως το 70% των ενηλίκων έως το φθινόπωρο, ώστε να εδραιωθεί η ανάκαμψη. «Η γενναιόδωρη στήριξη των κυβερνήσεων εντός πανδημίας απέδωσε καλά. Εάν την περιορίσουν πολύ γρήγορα, όμως, ίσως προκαλέσουν ένα είδος μετατραυματικού σοκ με δυσμενείς συνέπειες, παρά το ότι έχουν ήδη κάνει τόσο πολλά», επισημαίνει ο Μπερτ Κόλιν, υψηλόβαθμος οικονομολόγος της ING. Προσφάτως, η Γερμανία έπαυσε την περίοδο χάριτος για να κηρύξουν πτώχευση οι εταιρείες εάν δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδά τους. Τα δε προγράμματα επιδότησης της απασχόλησης, τα οποία σε πολλές χώρες πήραν παρατάσεις και ανήλθαν σε 540 δισ. ευρώ, θα ολοκληρωθούν τον Σεπτέμβριο σε Ισπανία, Ολλανδία, Σουηδία και Ιρλανδία και θα καταστούν λιγότερο γενναιόδωρα σε γειτονικές χώρες, εξαιρουμένων των πληγέντων κλάδων τουρισμού και φιλοξενίας.
Τα προγράμματα που συνέβαλαν στο να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις από την απώλεια εισοδήματος για 60 εκατομμύρια ανθρώπους, εξακολουθούν να στηρίζουν πολλούς από αυτούς, χωρίς εκείνοι να εργάζονται. Εν τω μεταξύ, πολυάριθμοι υπάλληλοι επιστρέφουν σταδιακά στα γραφεία, στα εργοστάσια και στα καταστήματα. Οι μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες επιδιώκουν να αντεπεξέλθουν σε ζητήματα προμηθειών, ενώ οι μικροί λιανέμποροι προσφέρουν έναν συνδυασμό ψηφιακών και πραγματικών αγορών και τα καφέ παρέχουν τη δυνατότητα διανομής κατ’ οίκον. Στοιχηματίζοντας ότι η ανάκαμψη θα αιμοδοτεί την οικονομία, οι κυβερνήσεις επιδιώκουν να διοχετεύσουν περισσότερα κονδύλια σε υποσχόμενους κλάδους.