Το Σίτι του Λονδίνου γίνεται πιο ελκυστικό

Το Σίτι του Λονδίνου γίνεται πιο ελκυστικό

Το ρυθμιστικό πλαίσιο καθίσταται πιο ευέλικτο και πιο αυστηρό για την προστασία των καταναλωτών

2' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το Σίτι, εκεί όπου χτυπάει η καρδιά του χρηματοοικονομικού κλάδου του Λονδίνου, έχει διατηρήσει περιορισμένη απευθείας πρόσβαση στην αντίστοιχη αγορά της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αφότου η Βρετανία αποχώρησε τον Δεκέμβριο από τους κόλπους της. Και επειδή δεν υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι αυτό θα αλλάξει, η χώρα τώρα συντάσσει εκ νέου τους νόμους οι οποίοι της κληροδοτήθηκαν από την Ε.Ε. και συνήθως συνδυάζουν τη χονδρική και τη λιανική αγορά. Και αυτό το χαρακτηριστικό τους αποτρέπει τη γρήγορη τροποποίησή τους. Αυτό το οποίο προκύπτει είναι μια διττή προσέγγιση, η οποία συνίσταται σε ένα νέο κεφάλαιο ευελιξίας για τη χονδρική αγορά, παράλληλα με τις προσπάθειες να οριστεί ένα αυστηρότερο πλαίσιο προστασίας των καταναλωτών. Παρά το γεγονός πως η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου δεν επέφερε τόσο δραστικό πλήγμα όσο αρχικά αναμενόταν και το Λονδίνο εξακολουθεί να λογίζεται ως το δεύτερο μεγαλύτερο κέντρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών σε διεθνή κατάταξη μετά τη Νέα Υόρκη, δεν μπορεί να επαναπαυθεί κιόλας στις δάφνες του.

Μέχρι στιγμής έχει προωθήσει μεταρρυθμίσεις για να διευκολύνει την εισαγωγή εταιρειών και να χαλαρώσει τους κανόνες για τη γνωστοποίηση συναλλαγών, ενώ έχει αποσύρει τους περιορισμούς στις ανώνυμες πράξεις μετοχών, τις οποίες επιλέγουν συχνά οι μεγαλοεπενδυτές. Παράλληλα, το Λονδίνο επιζητεί να επιβάλει αυστηρότερες ρυθμίσεις στις τράπεζες, οι οποίες πωλούν συνταξιοδοτικά προγράμματα ή στεγαστικά δάνεια, διότι ξέσπασαν αρκετά σκάνδαλα σε αυτό το πεδίο. Επίσης αναμένεται να εμφανιστεί πολύ πιο έντονη σύγχυση μεταξύ των καταναλωτών σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά και τα επενδυτικά προϊόντα ως απόρροια της πανδημίας του κορωνοϊού. «Ολοι μας έχουμε πλέον προσαρμοστεί σε ένα είδος εκκρεμούς ως προς το ρυθμιστικό πλαίσιο. Και αυτό το εκκρεμές κινείται προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, αλλά επί του παρόντος έχουμε δύο αιχμές, τη χονδρική και τη λιανική αγορά», επισημαίνει ο Κρις Γούλαρντ, ο οποίος το 2020 είχε διατελέσει προσωρινά διευθύνων σύμβουλος της Αρχής Χρηματοπιστωτικής Συμπεριφοράς στη Βρετανία. 

Η αγορά χονδρικής για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες έχει αναχθεί σε προτεραιότητα για το Σίτι αφότου οι συναλλαγές μετοχών αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ μετακινήθηκαν από εκεί τον Ιανουάριο και κατευθύνθηκαν προς το Αμστερνταμ. Εν τω μεταξύ, το Λονδίνο υστερεί έναντι της Νέας Υόρκης με κριτήριο την εισαγωγή εταιρειών υψηλής τεχνολογίας. «Το υπουργείο Οικονομικών της Βρετανίας και η Αρχή Χρηματοπιστωτικής Συμπεριφοράς διαμορφώνουν ένα περιβάλλον, εντός του οποίου μπορείς να συναλλαγείς σε ευρωπαϊκές μετοχές με τρόπο πιο ανοικτό, ακριβώς όπως το επιθυμούν και οι ίδιες οι αγορές», επισημαίνει ο Μάικλ Χόραν, διευθυντής και επικεφαλής του τμήματος συναλλαγών σε μετοχές Ευρώπης, Β. Αφρικής και Μ. Ανατολής στην Pershing/BNY Mellon.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή