Ακριβή ενέργεια τουλάχιστον έως τον Απρίλιο

Ακριβή ενέργεια τουλάχιστον έως τον Απρίλιο

Πολύ υψηλές τιμές και το α΄ τρίμηνο 2022 δείχνουν οι διεθνείς αγορές – Πόρους για 7μηνη στήριξη ψάχνει η κυβέρνηση

ακριβή-ενέργεια-τουλάχιστον-έως-τον-α-561521665

Σε εγρήγορση για τη διασφάλιση και της επάρκειας φυσικού αερίου λόγω της στενότητας που παρατηρείται διεθνώς από την υψηλή ζήτηση κυρίως των χωρών της Ασίας βρίσκεται η κυβέρνηση, παράλληλα με την αναζήτηση αυξημένων κονδυλίων για την επιδότηση των λογαριασμών ρεύματος και αερίου, καθώς οι συνεχιζόμενες αυξήσεις ανατρέπουν τα αρχικά σενάρια για βραχυπρόθεσμες επιδοτήσεις. Η αποκλιμάκωση των τιμών δεν πρόκειται να έρθει πριν από τον Απρίλιο με βάση τις τιμές κλεισίματος των προθεσμιακών συμβολαίων φυσικού αερίου για το πρώτο τρίμηνο του έτους, που παραμένουν στα 90 ευρώ η μεγαβατώρα, αύξηση κατά 400% σε σύγκριση με τις αρχές του έτους και 50% σε διάστημα ενός μήνα, εξέλιξη που καθιστά αναγκαία μέτρα αναχαίτισης των αυξήσεων για διάστημα τουλάχιστον επτά μηνών. Τα ήδη αυξημένα κονδύλια για την επιδότηση του ρεύματος των 200 εκατ. ευρώ που η κυβέρνηση θα διαθέσει μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, μοιάζουν πλέον με ασπιρίνη ακόμη και για το τετράμηνο Σεπτεμβρίου – Δεκεμβρίου αφού οι τιμές μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να τριπλασιαστούν. 

Η άσκηση αναχαίτισης των αυξήσεων και προστασίας των καταναλωτών δυσκολεύει ακόμη περισσότερο, καθώς αρχίζει η περίοδος θέρμανσης, με το φυσικό αέριο να διατίθεται στην αγορά σε διπλάσια τιμή από πέρυσι (πάνω από 8 ευρώ η μεγαβατώρα έναντι 4,5 ευρώ), με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα στη διεθνή αγορά, και το πετρέλαιο θέρμανσης τουλάχιστον κατά 35% ακριβότερο από πέρυσι (1,10 ευρώ το λίτρο από 0,80 ευρώ πέρυσι). Η δε χονδρεμπορική τιμή ρεύματος κυμαίνεται πλέον σταθερά πάνω από τα 120 ευρώ η μεγαβατώρα, αυξημένη κατά 164% συγκριτικά με τον Αύγουστο του 2020 (46,14 ευρώ) και κατά 90% με τον Αύγουστο του 2019 (64,2 ευρώ). 

Η κυβέρνηση με την τροπολογία που κατέθεσε την περασμένη Πέμπτη για την εφαρμογή των μέτρων κοινωνικής πολιτικής που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ, επισημοποίησε την πρόθεσή της για επιδότηση και του λογαριασμού φυσικού αερίου, ανεξάρτητα από την αύξηση του επιδόματος θέρμανσης κατά 20%. Πρόθεση, σύμφωνα με κύκλους του ΥΠΕΝ, είναι η οριζόντια επιδότηση των συνολικά 550.000 καταναλωτών φυσικού αερίου. Το ύψος της επιδότησης θα εξαρτηθεί από τα κονδύλια που αναζητούνται μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και σύμφωνα με πληροφορίες το σενάριο που εξετάζεται είναι ένα εύρος της τάξης των 35-45 ευρώ η μεγαβατώρα, για την οποία θα απαιτηθούν κονδύλια ύψους 63-100 εκατ. ευρώ για να μετριαστούν οι αυξήσεις μέχρι και το τέλος του έτους. 

Πέραν του προϋπολογισμού και των εσόδων από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, τα συναρμόδια υπουργεία αρχίζουν να εξετάζουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από κάθε διαθέσιμο ταμείο. Οι συνθήκες τούς υποχρεώνουν να ξανασκεφτούν τον πλεονασματικό Ειδικό Λογαριασμό των ΑΠΕ που απέφυγαν να αγγίξουν αρχικά, τον λογαριασμό των ΥΚΩ (Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας) αλλά και να επανεξετάσουν τα περιθώρια μείωσης των τελών δικτύου συστήματος και διανομής τόσο του ηλεκτρισμού όσο και του αερίου. Βέβαιο θεωρείται επίσης ότι στην περίπτωση του φυσικού αερίου θα κληθεί να βάλει «πλάτη» και η ΔΕΠΑ απορροφώντας  μέρος των αυξήσεων κατά τον τρόπο που το έκανε η ΔΕΗ στο ρεύμα. Είναι κοινή η εκτίμηση, ωστόσο, τόσο στην αγορά όσο και εσωτερικά στην κυβέρνηση ότι χωρίς μια παρέμβαση σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο δεν υπάρχει αποτελεσματικός τρόπος αναχαίτισης των αυξήσεων που έρχονται. 

Η μεγάλη ανησυχία της αγοράς είναι η διόγκωση ανεξόφλητων οφειλών αφού όλοι αντιλαμβάνονται τις δυσκολίες ενός νοικοκυριού ή μιας επιχείρησης να πληρώσει διπλάσιο κόστος ρεύματος ακόμη και αν πρόκειται για τον πλέον συνεπή πελάτη, καθώς μέχρι τον Απρίλιο θα πρέπει να εξοφλήσει τουλάχιστον τέσσερις φουσκωμένους λογαριασμούς. Τα ανεξόφλητα θα αποτελέσουν μια πρόσθετη πίεση για τις εταιρείες προμήθειας που καλούνται να αντεπεξέλθουν σε πρωτόγνωρες συνθήκες. Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο για τις μη καθετοποιημένες εταιρείες του κλάδου, κάποιες εκ των οποίων φαίνεται να βρίσκονται στο «κόκκινο», κάτι που επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος της ΡΑΕ, καθηγητής Δαγούμας. Μίλησε για μικρό αριθμό εταιρειών με υψηλές επισφάλειες, που δεσμεύτηκαν ότι θα κάνουν αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να καταβάλουν τις απαιτούμενες εγγυήσεις μέχρι τις 20 Οκτωβρίου για τα έσοδα που εισπράττουν για λογαριασμό του ΔΕΔΔΗΕ και του ΔΑΠΕΕΠ. Αυτό που από πολλές πλευρές επιβεβαιώνεται από την αγορά είναι ότι τρεις μικρές αναζητούν σωσίβιο χτυπώντας τις πόρτες των μεγάλων για να εξαγοραστούν. «Γιατί να αγοράσουμε  ζημιές και να φορτωθούμε πελατολόγιο με σταθερές τιμές σε χαμηλά επίπεδα», απαντούν οι τοποθετημένοι στην αγορά μεγάλοι παίκτες. Με βάση πάντως τον κώδικα λειτουργίας της αγοράς, η ΡΑΕ θα πρέπει να ανακαλέσει τις άδειες εταιρειών που δεν θα καταθέσουν εγγυητικές επιστολές. Σε αυτή την περίπτωση οι καταναλωτές που θα βρεθούν χωρίς προμηθευτή θα περάσουν αυτόματα στην Elpedison, που έχει αναλάβει για αυτή την περίοδο ρόλο «τελευταίου καταφυγίου» μέσω διαγωνισμού, όπου και έχουν δικαίωμα να παραμείνουν για ένα δίμηνο μέχρι να επιλέξουν νέο προμηθευτή. 

Ακριβή ενέργεια τουλάχιστον έως τον Απρίλιο-1

Παγκόσμιος «πόλεμος» για την εξασφάλιση φορτίων αερίου

Τα όσα συμβαίνουν στην ενεργειακή αγορά της Ελλάδας είναι απόρροια της ενεργειακής κρίσης που βιώνει η Ευρώπη τους τελευταίους μήνες και η οποία βαθαίνει καθώς, παράλληλα με τη φρενήρη κούρσα των τιμών φυσικού αερίου, προκύπτει και το ζήτημα της επάρκειας, με τις κυβερνήσεις να καλούνται ενόψει της χειμερινής περιόδου να διαχειριστούν, πέρα από το υψηλό κόστος θέρμανσης, και την ασφάλεια εφοδιασμού. Τα δεδομένα όπως διαμορφώνονται μόνο καλά δεν είναι για την πρωτοπόρο όσον αφορά τα μέτρα για την κλιματική αλλαγή, αλλά υψηλά εξαρτώμενη ενεργειακά ακόμη από εισαγωγές, Ευρώπη. Η αγωνία, μετά και τους αλυσιδωτούς τριγμούς στην πραγματική οικονομία και στα χρηματιστήρια που έχει προκαλέσει διεθνώς η παρατεταμένη αβεβαιότητα στην ενεργειακή αγορά, κορυφώνεται ενόψει του χειμώνα, ο οποίος βρίσκει τη Γηραιά Ηπειρο απροετοίμαστη ακόμη και για το καλό σενάριο των ήπιων καιρικών συνθηκών.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν μετά την πανδημία η υψηλή ζήτηση για φυσικό αέριο υπερκαλύπτει την προσφορά, με αποτέλεσμα να διεξάγεται αυτή τη στιγμή «πόλεμος» για τις ποσότητες που θέλουν να εξασφαλίσουν οι καταναλώτριες χώρες, με τις χώρες παραγωγούς να επιλέγουν αφενός να αυξήσουν τα δικά τους αποθέματα και αφετέρου να κατευθύνουν το αέριο στις αγορές με τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους. Η νέα αυτή κατάσταση άρχισε να διαμορφώνεται από την περασμένη άνοιξη, όταν και ξεκίνησε το ράλι της τιμής φυσικού αερίου, αρχικά με χαμηλές ταχύτητες, εκκινώντας από τα 30 ευρώ η μεγαβατώρα περίπου τον Ιούνιο, για να ξεπεράσει σήμερα τα 90 ευρώ/μεγαβατώρα. Ενόψει χειμώνα οι τιμές δεν πρόκειται να υποχωρήσουν, καθώς έχει ήδη προεξοφληθεί η αύξηση της ζήτησης αλλά και η περιορισμένη προσφορά αερίου, η οποία προκαλεί τριγμούς στις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη. Η Κίνα για πρώτη φορά μετά την πανδημία υποχρεώθηκε να περικόψει τη βιομηχανική παραγωγή της, δίνοντας παράλληλα εντολή στις κρατικές εταιρείες ενέργειας να διασφαλίσουν τις απαιτούμενες ποσότητες ενέργειας με κάθε κόστος, που σημαίνει ότι είναι αποφασισμένη να πληρώσει όσο όσο, κίνηση που εκτόξευσε αυτομάτως την τιμή φυσικού αερίου στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο την ίδια ημέρα στα 100 ευρώ, για να υποχωρήσει αργότερα στα 94,7 ευρώ. 

Σε αυτό το περιβάλλον η Ευρώπη, με τα αποθέματα φυσικού αερίου σε ιστορικά χαμηλά, την παραγωγή της Νορβηγίας περιορισμένη και τη Ρωσία να μην αυξάνει τη ροή ποσοτήτων για τις αυξημένες ανάγκες του χειμώνα, είναι υποχρεωμένη να πληρώσει το LNG σε τιμές Ασίας για να αλλάξει την πορεία των φορτίων που κατευθύνονται προς Ανατολάς.  Αυτό ανεβάζει το κόστος θέρμανσης και ηλεκτρισμού σε επίπεδα που δεν αντέχει κανένας εθνικός προϋπολογισμός εάν δεν υπάρξει μια κεντρική παρέμβαση. Πέραν όμως του υψηλού κόστους, η αβεβαιότητα σχετικά με την επάρκεια δεν πρόκειται να αρθεί εάν η Ρωσία δεν αυξήσει τις ποσότητες μέσω των υφιστάμενων οδών διέλευσης, κάτι που θα σήμαινε αλλαγή στρατηγικής σε σχέση με τις πιέσεις που ασκεί για τη λειτουργία του Nord Stream 2 και που δεν διαφαίνεται από τη στάση της. 

Με αυτά τα δεδομένα και ενώ ήδη μεγάλες βιομηχανίες στην Ευρώπη κλείνουν εργοστάσια γιατί δεν αντέχουν στις πιέσεις του ενεργειακού κόστους και εταιρείες προμήθειας αφανίζονται από τη βρετανική αγορά, το μόνο εργαλείο που απομένει στην Ευρώπη για να μην ξεπαγιάσουν οι πολίτες της είναι να περικόψει τη βιομηχανική παραγωγή της, ενδεχόμενο που δύσκολα θα αποφύγει. Το «κλειδί» της ενεργειακής επάρκειας της Ευρώπης σε κάθε περίπτωση εξακολουθεί να κρατάει η Ρωσία, η οποία καλύπτει ετησίως σχεδόν το 30% των αναγκών της σε αέριο. Κάποιοι θέλουν το Κρεμλίνο να χαλαρώνει τη στάση του με το που θα σφίξουν τα κρύα, περί τα τέλη Οκτωβρίου, ακόμη και εάν δεν τα βρει με την Ευρώπη στο θέμα του αγωγού Nord Stream 2, με την ηθικής διάστασης εκτίμηση «ότι δεν πρόκειται να αφήσει τον Ευρωπαίο πολίτη να παγώσει από το κρύο».

Το ζήτημα του αυξημένου ενεργειακού κόστους, λόγω του οποίου ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη σκαρφάλωσε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 13 ετών τον Σεπτέμβριο, φτάνοντας στο 3,4%, θα απασχολήσει στην αυριανή συνάντηση τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης και στις 22 Οκτωβρίου τη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών.

Ακριβή ενέργεια τουλάχιστον έως τον Απρίλιο-2
Το κόστος ενός φορτίου LNG, από 20 εκατ. δολάρια πέρυσι, έχει ανέβει στα 90-100 εκατ. ευρώ. Φωτ. EPA

Εξασφαλισμένη μέχρι τα τέλη του έτους η επάρκεια της ελληνικής αγοράς σε LNG

«Φυσικό αέριο θα έχουμε, αλλά θα το πληρώσουμε πανάκριβα». Αυτή είναι η κοινή εκτίμηση εταιρειών του κλάδου και των αρμοδίων αρχών σε σχέση με την επάρκεια της χώρας σε φυσικό αέριο, ζήτημα που αναδεικνύεται σε μείζον συνολικά για την Ευρώπη καθώς εισέρχεται στη χειμερινή περίοδο με χαμηλά αποθέματα, περιορισμένη ροή από τη Ρωσία και βλέπει τα φορτία LNG να κατευθύνονται στις αγορές της Ασίας, όπου η ζήτηση είναι υψηλή. Διασφαλισμένες πλήρως θεωρούνται από τη ΡΑΕ και τον ΔΕΣΦΑ οι ποσότητες αερίου που διέρχονται στη χώρα μέσω αγωγών από Ρωσία και Aζερμαϊτζάν και οι οποίες αντιπροσωπεύουν στο 8μηνο του έτους το 67% της συνολικής εγχώριας ζήτησης, που είναι αυξημένη κατά 13,76% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι. Η ελληνική αγορά παρότι έχει ενισχυθεί σημαντικά μετά τη λειτουργία του TΑΡ, μέσω του οποίου εισέρχονται ποσότητες 1 δισ. κ.μ. ετησίως, είναι εκτεθειμένη στην ασταθή και πανάκριβη αγορά του LNG σε ποσοστό 37%, κάτι που υποχρεώνει τις αρμόδιες Αρχές να είναι σε εγρήγορση, χωρίς ωστόσο να κρίνουν ότι τουλάχιστον επί του παρόντος υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Τα φορτία που έχουν προγραμματιστεί μέχρι τον Νοέμβριο είναι, όπως τονίζουν, εξασφαλισμένα, ενώ εκτιμούν ότι θα υπάρξει κανονική τροφοδοσία από τη spot αγορά, όπου κάποιος μπορεί να βρει φορτία αρκεί να πληρώσει υψηλές τιμές. Η κατάσταση σε σχέση με την επάρκεια της αγοράς θα αξιολογηθεί πιθανότατα μέσα στην εβδομάδα σε συνάντηση που θα έχει η ΡΑΕ με τους διαχειριστές του συστήματος φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, ΔΕΣΦΑ και ΑΔΜΗΕ αντίστοιχα, αφού η επάρκεια της αγοράς ηλεκτρισμού συναρτάται άμεσα από αυτήν του φυσικού αερίου, δεδομένου ότι το 40% της ηλεκτροπαραγωγής στηρίζεται στο φυσικό αέριο. Το διάστημα μέχρι και το τέλος του έτους φαίνεται να είναι διασφαλισμένο. Οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας είναι υποχρεωμένοι στην αρχή κάθε χρονιάς να τεκμηριώνουν στη ΡΑΕ ότι έχουν συμβολαιοποιήσει τις ποσότητες που χρειάζονται για τη λειτουργία των μονάδων τους, όπως επίσης και να διατηρούν αποθέματα ασφαλείας πέντε ημερών στις εγκαταστάσεις της Ρεβυθούσας, με εξαίρεση την Elpedison που υποχρεούται να διατηρεί αποθέματα ντίζελ για να λειτουργήσει τη μονάδα αν χρειαστεί σε πετρέλαιο, όπως προβλέπει η άδειά της. Το εάν, ωστόσο, οι ηλεκτροπαραγωγοί θα συνεχίσουν να φέρνουν φορτία για την κάλυψη των αναγκών τους θα εξαρτηθεί και από την πορεία των τιμών. 

Το κόστος ενός φορτίου LNG από 20 εκατ. δολάρια πέρυσι έχει ανέβει στα 90-100 εκατ. ευρώ. Μέσα στο καλοκαίρι, εταιρεία του κλάδου ακύρωσε φορτίο λόγω των υψηλών τιμών, ενώ προκειμένου να περιορίσουν το κόστος κάποιοι αγόρασαν φορτία από κοινού, τάση που εκτιμάται ότι θα κυριαρχήσει στην αγορά το επόμενο διάστημα και μέχρι να υπάρξει αποκλιμάκωση των τιμών.

Οι υψηλές τιμές LNG έχουν ήδη πάντως ανατρέψει τα δεδομένα στην εγχώρια αγορά φυσικού αερίου, με τις εταιρείες να καταφεύγουν στα φθηνότερα συμβόλαια που προσφέρουν χονδρέμποροι που διαθέτουν και αέριο μέσω αγωγών, όπως η ΔΕΠΑ, η Mytilineos και ο όμιλος Κοπελούζου. Το μερίδιο του LNG που ανέβηκε κατακόρυφα το 2020 λόγω των χαμηλών τιμών, με τους συμμετέχοντες στην αγορά να επεκτείνουν το πελατολόγιό τους και στη Βουλγαρία μέσω εξαγωγών, υποχώρησε σημαντικά φέτος, όπως και οι εξαγωγές, οι οποίες μειώθηκαν στο 8μηνο σε ποσοστό 31,27%. Στον τερματικό σταθμό της Ρεβυθούσας εκφόρτωσαν φέτος 22 δεξαμενόπλοια από 38 πέρυσι το αντίστοιχο διάστημα. Οι μειώσεις αφορούν κυρίως σε φορτία LNG από τις ΗΠΑ και το Κατάρ (-41% και -35%), τα οποία κατευθύνθηκαν στις αγορές της Ασίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή