Δουλεύουν στη Silicon Valley, αλλά ζουν στην Τουρκία

Δουλεύουν στη Silicon Valley, αλλά ζουν στην Τουρκία

Διέξοδος η τηλεργασία για χιλιάδες νέους καταρτισμένους Τούρκους

3' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενώ η πτώση της τουρκικής λίρας εξακολουθεί να συμπιέζει το βιοτικό επίπεδο του τουρκικού λαού, μερίδα των τεχνολογικά καταρτισμένων νέων της Τουρκίας βρίσκει διέξοδο δουλεύοντας για αμερικανικές εταιρείες εξ αποστάσεως ώστε να πληρώνεται σε δολάρια και να ξοδεύει σε τουρκικές λίρες. Την ίδια στιγμή, το ευρύτερο σύστημα του Τούρκου προέδρου στρέφεται εναντίον οικονομολόγων, δημοσιογράφων και πρώην κεντρικών τραπεζιτών, κατηγορώντας τους για έμμεση χειραγώγηση του νομίσματος μέσω των δηλώσεών τους και των επικρίσεών τους για τη νομισματική πολιτική της κεντρικής τράπεζας.

Σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times αναφέρεται στην ευκαιρία που έδωσε στους νέους της Τουρκίας η τηλεργασία και η έκταση που πήρε εν μέσω πανδημίας. Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα ο Γκονούλ Καμαλί, πρόεδρος της Τουρκικής Ενωσης Τεχνολόγων Λογισμικού (YASAD), ανέφερε ότι μια πολυεθνική μπορεί να καταβάλλει μισθό 5.000 ή 6.000 ευρώ τον μήνα για έναν μηχανολόγο λογισμικού από την Ανατολική Ευρώπη και 2.500 ευρώ σε έναν Τούρκο με την ίδια ειδικότητα. Την ίδια στιγμή, ο μισθός ενός Τούρκου με πείρα τεσσάρων ετών σε τουρκική εταιρεία δεν υπερβαίνει τις 15.000 τουρκικές λίρες, ποσό αντίστοιχο περίπου των 1.180 ευρώ τον μήνα.

Οπως τόνισε ένας από τους νέους της Τουρκίας που έχουν καταφύγει σε αυτήν τη διέξοδο, το να ζεις στην Τουρκία και να πληρώνεσαι σε ευρώ «είναι πολύ πιο ελκυστικό από το εργάζεσαι και να ζεις στο Βερολίνο και να πληρώνεσαι αλλά και να δαπανάς σε ευρώ». Αν, όμως, αυτό αποτελεί ιδανική λύση για μερίδα των νέων της Τουρκίας, δεν ισχύει το ίδιο για τις τουρκικές επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν αυτή την ιδιότυπη εκροή ταλέντων, το γνωστό πλέον «brain drain».

Οπως ανέφερε στους F.T. ο οικονομολόγος Τζιζέμ Οζτόκ Αλτινσάκ, ο επιχειρηματικός κόσμος δεν είναι «καθόλου ευτυχής» καθώς μπορεί να είναι καλό για τους νέους ανθρώπους που πλήττονται από την ανεργία, αλλά στερεί τις επιχειρήσεις και την πραγματική οικονομία από τους ταλαντούχους και εξειδικευμένους. Ο ίδιος διευκρινίζει πως αιτία είναι ότι οι τουρκικές επιχειρήσεις «δεν μπορούν να καταβάλλουν τους ίδιους υψηλούς μισθούς».  

Ενας μηχανολόγος λογισμικού από την Ανατολική Ευρώπη κοστίζει για μια πολυεθνική 6.000 ευρώ τον μήνα, ενώ από την Τουρκία 2.500 ευρώ.

Ο Βιβέκ Ραβισανκάρ, στέλεχος της HackerRank, πλατφόρμας ανεύρεσης ταλέντων για λογαριασμό εταιρειών της Silicon Valley, επισημαίνει πως αυτή η κατάσταση στην Τουρκία αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης τάσης που αναπτύχθηκε εν μέσω πανδημίας, όταν εταιρείες ανά τον κόσμο, και ιδιαιτέρως οι τεχνολογικές, αποφάσισαν να αρχίσουν να αναζητούν ταλέντα πολύ πέραν των συνόρων της χώρας στην οποία έχουν έδρα. Και βέβαια αυτό έχει επιπτώσεις στο ύψος των μισθών που καταβάλλουν και όπως προβλέπει ο ίδιος «δεν θα αποτελεί έκπληξη αν στο μέλλον υπάρξει κάποιου είδους σύγκλιση ανάμεσα στα επίπεδα των μισθών ανά τον κόσμο».

Οι μηνύσεις συνεχίζονται

Στο μεταξύ, η εποπτική αρχή των τουρκικών τραπεζών επιχειρεί να ανακόψει τη διάθεση των οικονομολόγων και των δημοσιογράφων να επικρίνουν την ανορθόδοξη νομισματική πολιτική της Τράπεζας της Τουρκίας, με την ιδιαιτέρως προσφιλή στον Τούρκο πρόεδρο τακτική των μηνύσεων. Στο στόχαστρό της βρίσκονται τώρα 26 άνθρωποι καθώς και οι λογαριασμοί τους στο Twitter και «οι αναρτήσεις τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης» σχετικά με τη νομισματική κρίση που έχει μειώσει την αξία του νομίσματος κατά τουλάχιστον 35% από την αρχή του έτους. Ανάμεσά τους ο Ντουρμούς Γιλμάζ, που διετέλεσε επικεφαλής της Τράπεζας της Τουρκίας από το 2006 έως το 2011 και σήμερα είναι βουλευτής του αντιπολιτευόμενου Καλού Κόμματος. Οπως επισημαίνει το Bloomberg, ο Γιλμάζ σχολίασε στις 20 Δεκεμβρίου στον τηλεοπτικό σταθμό Halk TV ότι οι μεγάλες διακυμάνσεις της τουρκικής λίρας αποτελούσαν «ευκαιρία για αγορές». Το σχόλιό του δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος τον κατηγόρησε αυτομάτως για «χειραγώγηση των χρηματαγορών» και προειδοποίησε όσους επιχειρούν το ίδιο ότι «θα πληρώσουν το τίμημα».

Στους εναγόμενους συγκαταλέγονται επίσης και ο Ρουσντού Σαράτσογλου, πρώην στέλεχος της νομισματικής επιτροπής της κεντρικής τράπεζας, ο βουλευτής της αντιπολίτευσης Μπουρανετίν Μουλούτ και σχολιαστές διαφόρων ΜΜΕ. Μεταξύ των οικονομολόγων συγκαταλέγεται επίσης και η Γκιουλντέμ Αταμπαΐ, οικονομολόγος που αρθρογραφεί στην ιστοσελίδα Para Analiz και η οποία εξέφρασε προ ημερών ανησυχία για τις ενδεχόμενες επιπτώσεις του σχεδίου εγγύησης των καταθέσεων. Μιλώντας στο Bloomberg, η οικονομολόγος αρνήθηκε τις κατηγορίες και τόνισε πως «δεν υπερέβη τα εσκαμμένα», ενώ ανέφερε πως θα διεξαγάγει «νομική μάχη και στο μεταξύ θα συνεχίσει το έργο της». Σημειωτέον ότι στη μήνυσή της η εποπτική αρχή επικαλείται άρθρο του δικαίου που διέπει τις τράπεζες και το οποίο απαγορεύει τον δημόσιο σχολιασμό σε μέσα μαζικής ενημέρωσης, όταν αυτός μπορεί να πλήξει τη φήμη μιας τράπεζας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή