Τα δύο χρόνια μπορεί να μοιάζουν πολύς καιρός. Οταν οι πιο διακεκριμένοι τραπεζίτες και δικηγόροι της Γουόλ Στριτ είχαν συναντηθεί τον Μάρτιο του 2020 στη Νέα Ορλεάνη, στο πλαίσιο του συνεδρίου του Ινστιτούτου Εταιρικού Δικαίου Τιούλαν, συνέπεσε να είναι μόλις μία εβδομάδα προ της επιβολής των μέτρων εγκλεισμού λόγω κορωνοϊού από τη μία άκρη των Ηνωμένων Πολιτειών έως την άλλη.
Οι τιμές των μετοχών κατρακυλούσαν, αλλά αυτό το γεγονός δεν έκανε τους συμβούλους να σταματήσουν να απολαμβάνουν το γεύμα τους με γαρίδες, ενόσω ο ιδρυτής της επενδυτικής εταιρείας Centerview Partners, Μπλερ Εφρον, διακήρυττε τα οφέλη των εταιρειών ειδικού σκοπού. Εχοντας πλέον περάσει δύο χρόνια δραστηριότητας έκτοτε, το συνέδριο οργανώνεται και πάλι, και αυτή τη φορά στη σκιά του πολέμου. Υπάρχουν λόγοι απαισιοδοξίας. Ο δείκτης S&P 500 από τις αρχές της χρονιάς έχει απολέσει 10% της αξίας του, ενώ η εμπιστοσύνη των διευθυνόντων συμβούλων, βασικός μοχλός των συμφωνιών, έχει εξασθενήσει σημαντικά σε σχέση με τα υψηλά επίπεδα ρεκόρ του 2021, σύμφωνα με τα στοιχεία τού The Conference Board. Οι αρμόδιες Αρχές των ΗΠΑ που παρακολουθούν τις συγχωνεύσεις αναζητούν λόγους να εμποδίσουν επιχειρηματικές κινήσεις. Και τουλάχιστον μία κινητήρια δύναμη των τελευταίων έχει πατήσει φρένο. Τον Φεβρουάριο μόνον εννέα εταιρείες ειδικού σκοπού έκαναν εξαγορές, όταν πέρυσι τον ίδιο μήνα είχαν κινηθεί περισσότερες από σαράντα.
Και για να μην αναφερθούμε στη σύρραξη στην Ουκρανία, η οποία, εκτός του ότι έβγαλε από τον εφησυχασμό τους πολλούς παίκτες, έχει οδηγήσει τις αγορές εμπορευμάτων σε μια περιδίνηση. Οι κυρώσεις της Δύσης εις βάρος της Ρωσίας έφεραν την τελευταία στα πρόθυρα της χρεοκοπίας λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης του διεθνούς χρέους της. Παρά ταύτα, τα στελέχη των τραπεζών και οι δικηγόροι είναι οι άνθρωποι εκείνοι οι οποίοι βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο.
Κατά την περασμένη εβδομάδα, η Amazon.com ολοκλήρωσε τη συμφωνία εξαγοράς των κινηματογραφικών στούντιο MGM, ενώ η Discovery έκλεισε τη συγχώνευσή της με τα περιουσιακά στοιχεία της WarnerMedia, ιδιοκτησίας ΑΤ&Τ. Και ορισμένα θησαυροφυλάκια ανοίγουν ακριβώς τη στιγμή που οι αποτιμήσεις των μετοχών υποχωρούν. Τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλια έχουν στα χέρια τους περισσότερα από 3,4 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με την Bain & Company, ενώ οι εταιρείες ειδικού σκοπού αναζητούν στόχους εξαγοράς, διαθέτοντας σε λογαριασμούς καταπιστευμάτων περί τα 190 δισ. δολάρια.
Το περιβάλλον, όπως καθορίζεται από τις ρυθμιστικές Αρχές, αποτελεί βασικό μέλημα όσων ασχολούνται με εξαγορές και συγχωνεύσεις, όπως φαίνεται από τις εισηγήσεις των συμμετεχόντων στο συνέδριο. Μεταξύ αυτών, ο πρώην εκτελών χρέη διευθυντή για εταιρικές χρηματοδοτήσεις στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, Τζον Κόουτς. Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση που οι ίδιοι οι όμιλοι παραγκωνιστούν, οι επενδυτικοί οίκοι τύπου Blackstone και Apollo Global Management θα εκμεταλλευθούν την ευκαιρία, ακριβώς όπως ενεργεί η Elliott Management, προωθώντας με εταίρους τα συμφέροντά της. Παράδειγμα είναι η εταιρεία μέτρησης τηλεθέασης Nielsen, η οποία έχει αξία της τάξεως των σχεδόν 14 δισ. δολαρίων. Είναι πιθανό ο φρενήρης ρυθμός εξαγορών και συγχωνεύσεων που ακολουθήθηκε κατά την παρελθούσα διετία να επιβραδυνθεί. Ούτως ή άλλως, όμως, τα στελέχη της επενδυτικής τραπεζικής έχουν πάντα τον τρόπο τους, ακόμα κι αν υπάρχει πανώλη ή πόλεμος, να κρατούν τις μηχανές αναμμένες.