Η εισβολή της Ρωσίας, έπειτα από την πανδημική κρίση, αποτέλεσε τον δεύτερο αστάθμητο όσο και σημαντικό παράγοντα πρόκλησης της «τέλειας καταιγίδας» για τον παγκόσμιο, αλλά και τον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα, δημιουργώντας στασιμοπληθωριστικές τάσεις και ποικίλα διλήμματα, λ.χ. νομισματικής πολιτικής για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), καθώς επίσης δημοσιονομικά, ενεργειακά και αμυντικά ζητήματα για την Ευρωζώνη και τις εθνικές κυβερνήσεις, όπως υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), Γιάννης Στουρνάρας, με την οποία εγκαινιάστηκε η 7η και τελευταία ενότητα του Moneyreview Banking Summit.
Ο κ. Στουρνάρας σημείωσε πως η λήψη μέτρων στήριξης από τις δημοσιονομικές, νομισματικές και εποπτικές αρχές συνέβαλαν στην αποφυγή της δημιουργίας νέου κύματος μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τόσο στην Κοινότητα, όσο και στην Ελλάδα, ωστόσο η συμπεριφορά των οφειλετών μετά την πλήρη κατάργηση των μέτρων κρατικής στήριξης, θα καθορίσει την ποιότητα του ενεργητικού των Ευρωπαϊκών τραπεζών. Ο ίδιος θεωρεί πως ο υψηλός πληθωρισμός και το αυξημένο ενεργειακό κόστος, η συμπίεση του διαθέσιμου εισοδήματος και τα αδύναμα εταιρικά χρηματο-οικονομικά μεγέθη, αναμένεται να ασκήσουν έντονη πίεση στους ευάλωτους οφειλέτες.
Σε ότι αφορά την πορεία αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην εγχώρια αγορά, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας παρατήρησε πως έχει σημειωθεί «πολύ σημαντική πρόοδος», καθώς στα τέλη του περασμένου έτους, ο δείκτης NPLs στην χώρα μας διαμορφωνόταν στο 13%, το χαμηλότερο ποσοστό που έχει παρατηρηθεί κατά την τελευταία δεκαετία, τη στιγμή κατά την οποία στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης ο ίδιος δείκτης ανερχόταν στο 45%. Ωστόσο, απαιτείται η συνέχιση της συντονισμένης προσπάθειας προκειμένου η χώρα μας να προσεγγίσει τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο του 2,1%.
Ο κ. Στουρνάρας τόνισε πως είναι «υψίστης σημασίας» να υπάρξει σημαντική πρόοδος ως προς την επίλυση του ιδιωτικού χρέους στην χώρα μας, καθώς μπορεί σήμερα να έχουν μεταφερθεί εκτός των ισολογισμό των τραπεζών, ωστόσο δεν έχει εξαλειφθεί η δανειακή υποχρέωση. Αυτή τη στιγμή, το ιδιωτικό χρέος που διαχειρίζονται οι εταιρείες διαχείρισης ιδιωτικού χρέους υπερβαίνει τα 120 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο ίδιος τόνισε πως στόχος τους θα πρέπει να είναι η αποτελεσματική αξιοποίηση του αδρανούς ενέχυρου, το οποίο θα πρέπει να επανέλθει στην οικονομία και να γίνει ξανά παραγωγικό για τους “μη βιώσιμους” πελάτες και η προσφορά μιας αποτελεσματικής λύσης αναδιάρθρωσης που θα διασφαλίζει υγιή χρηματοοικονομικά μεγέθη και θα διευκολύνει την επανένταξή τους στους ισολογισμούς των τραπεζών, για τους “βιώσιμους” πελάτες.
Ο Διοικητής της ΤτΕ σημείωσε πως οι ελληνικές τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, καθώς κατάφεραν να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκές συνθήκες στις αγορές τα τελευταία χρόνια και να εκδώσουν κοινές μετοχές και άλλα κεφαλαιακά μέσα. Ως εκδότες μη επενδυτικής βαθμίδας, έχουν λάβει και λαμβάνουν μια σειρά από μέτρα αύξησης κεφαλαίου που τους επέτρεψαν να εφαρμόσουν τις έως σήμερα στρατηγικές μείωσης των NPLs, καθώς επίσης και να αντιμετωπίσουν τις μελλοντικές προκλήσεις, όπως λ.χ. ο αντίκτυπος από την πλήρη επίπτωση από την υιοθέτηση του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης.
Παράλληλά, ο κ. Στουρνάρας χαρακτήρισε ως έναν ακόμη τομέα ανησυχίας την βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μοντέλου πολλών ευρωπαϊκών τραπεζών, εν μέσω του περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων.
Ο ίδιος εξέφρασε την πίστη του πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βγει πιο δυνατή από την πρόσφατη γεωπολιτική κρίση, αξιοποιώντας ως παρακαταθήκη το επίπεδο συντονισμού που επιτεύχθηκε στη δημόσια υγεία και τη δημοσιονομική πολιτική κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά και την κοινή στάση που επιτεύχθηκε σχετικά με την Ουκρανία. Μάλιστα, εκτίμησε ως πολύ πιθανό κατά τα επόμενα χρόνια να υπάρξουν σημαντικά βήματα προς την περαιτέρω ολοκλήρωση σε κρίσιμους τομείς, όπως λ.χ. η άμυνα, η ενέργεια και η δημοσιονομική πολιτική. Περαιτέρω πρόοδο αναμένει ο κ. Στουρνάρας και στην ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης και της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, ιδιαίτερα στο κομμάτι που αφορά στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης Καταθέσεων. Το τελευταίο θα έχει θετικό αντίκτυπο στο τραπεζικό σύστημα στη ζώνη του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των ελληνικών τραπεζών, διευκολύνοντας τη διασυνοριακή ενοποίηση των τραπεζών.
Η χρηματοδότηση μέσω του σχεδίου ανάκαμψης της ΕΕ (NGEU), η αυξανόμενη ζήτηση και η ανάκαμψη στον τουρισμό αναμένεται να αποτελέσουν τους τρεις κύριους μοχλούς της ανάκαμψης. Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, η Ελλάδα δικαιούται να λάβει περισσότερα από 70 δισεκατομμύρια ευρώ κοινοτικών κονδυλίων κατά τα επόμενα επτά χρόνια, με τα μισά εξ’ αυτών (30,9 δισεκατομμύρια ευρώ) να σχετίζονται με το NGEU και τα υπόλοιπα να αποτελούν διαρθρωτικά κεφάλαια από τον Κοινοτικό προϋπολογισμό 2021-2027. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΤτΕ, η πλήρης εκτέλεση του Σχεδίου Ανάκαμψης της Ε.Ε. θα συμβάλει σε σημαντική αύξηση κατά 7% του πραγματικού ΑΕΠ έως το 2026, κυρίως λόγω της αύξησης των συνολικών επενδύσεων και της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής. Παράλληλα, θα συμβάλει στην αύξηση της απασχόλησης, των ιδιωτικών επενδύσεων, των εξαγωγών και των φορολογικών εσόδων. Όσο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που συνδέονται με το NGEU, εκτιμάται πως θα επιφέρει μόνιμη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ και της παραγωγικότητας, σε βάθος δεκαετίας, ενώ θα δημιουργήσει και σημαντικές ευκαιρίες για την πιστωτική επέκταση των ελληνικών τραπεζών.
Moneyreview Banking Summit – Γ. Στουρνάρας: Η «τέλεια καταιγίδα» φέρνει στασιμοπληθωρισμό
Μιλώντας στο Moneyreview Banking Summit, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σημείωσε πως η εισβολή της Ρωσίας, έπειτα από την πανδημική κρίση, αποτέλεσε τον δεύτερο αστάθμητο όσο και σημαντικό παράγοντα πρόκλησης της «τέλειας καταιγίδας» για τον παγκόσμιο, αλλά και τον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα
3' 54" χρόνος ανάγνωσης