Επενδύσεις συνολικού ύψους 1,22 δισ. ευρώ για την απόκτηση ακινήτων στην ελληνική αγορά καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια του 2021. Σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε η εταιρεία παροχής υπηρεσιών ακινήτων JLL-Αθηναϊκή Οικονομική, πρόκειται για ποσό που ήταν αυξημένο κατά 34% έναντι του 2020 και κατά 35% έναντι του 2019, δείγμα της αυξημένης ζήτησης για ακίνητα εισοδήματος από τους επενδυτές τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό. Ενα ακόμα χαρακτηριστικό των επενδύσεων σε ακίνητα κατά το 2021 είναι ότι σχεδόν οι μισές αγοραπωλησίες (45%) αφορούσαν συμφωνίες μεγάλου ύψους, από 20 εκατ. ευρώ έως και 100 εκατ. ευρώ.
Οπως αναφέρει η Δίκα Αγαπητίδου, γενική διευθύντρια της JLL-Αθηναϊκή Οικονομική, «η ανθεκτικότητα της αγοράς ακινήτων στην Ελλάδα εξηγείται από τρεις κύριους λόγους: το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων που διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια, τις υψηλότερες αποδόσεις που προσφέρουν τα ακίνητα στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες, πιο ώριμες, αγορές και την έλλειψη επαρκούς και ποιοτικού προϊόντος, που αποδίδεται στην καθίζηση που υπέστη η κατασκευαστική δραστηριότητα κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης».
Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2022 η θετική πορεία των επενδύσεων στην αγορά ακινήτων διατηρήθηκε. Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, όπως αυξανόμενα επιτόκια δανεισμού, πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, υψηλό ενεργειακό κόστος και ακρίβεια πρώτων υλών και τροφίμων. Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Αγαπητίδου σημειώνει ότι «οι νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί τον τελευταίο μήνα συνηγορούν υπέρ μιας πιο επιφυλακτικής στάσης των επενδυτών στο άμεσο μέλλον».
Εφτασαν το 2021 το 1,22 δισ. ευρώ, ποσό που ήταν αυξημένο κατά 34% έναντι του 2020 και κατά 35% έναντι του 2019.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για το 2021, τη μερίδα του λέοντος απορρόφησαν για ακόμα μια χρονιά τα ξενοδοχειακά ακίνητα, καθώς καταγράφηκαν συναλλαγές συνολικού ύψους 445 εκατ. ευρώ, ή το 37% του συνόλου. Μεταξύ των κινήσεων που ξεχώρισαν περιλαμβάνεται η απόκτηση του ξενοδοχείου Capsis στην Κρήτη από τον αμερικανικό όμιλο ανάπτυξης ακινήτων Hines σε συνεργασία με τον επενδυτικό όμιλο Henderson Park. Το τουριστικό θέρετρο στην περιοχή της Αγίας Πελαγίας εκτιμάται ότι αποκτήθηκε αντί ποσού της τάξεως των 125 εκατ. ευρώ. Το συγκρότημα Capsis προσφέρει μοναδικά χαρακτηριστικά λόγω της τοποθεσίας του σε μια ιδιωτική χερσόνησο με απρόσκοπτη θέα στο Αιγαίο, ενώ προσφέρει 1.155 δωμάτια και συνολική δομημένη επιφάνεια 45.255 τ.μ.
Σύμφωνα με την ανάλυση της JLL-Αθηναϊκή Οικονομική, τα ξενοδοχεία διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες, τα καταλύματα πόλης και τα καταλύματα διακοπών (τουριστικά θέρετρα). Στην πρώτη περίπτωση, οι επενδυτές κινούνται για την απόκτηση παλιών και συχνά εγκαταλελειμμένων κτιρίων, τα οποία στη συνέχεια ανακατασκευάζουν και προχωρούν σε αλλαγή χρήσης. Αντιστοίχως, τα καταλύματα διακοπών αποκτώνται κυρίως με σκοπό την πλήρη ανακαίνισή τους και την ανάθεση της διαχείρισής τους σε κάποιον επώνυμο ξενοδοχειακό όμιλο ή εταιρεία διαχείρισης ξενοδοχείων. Ετσι, και στις δύο περιπτώσεις οι επενδυτές προσθέτουν αξία στα υπάρχοντα κτίρια, την οποία δύνανται να κεφαλαιοποιήσουν σε μια πιθανή μεταπώληση στο μέλλον.
Μία ακόμα σαφής τάση που διακρίνεται αφορά τη στροφή όλο και περισσότερων επενδυτών στην κατηγορία των logistics. Το 2021 οι αποθήκες αποτέλεσαν τη δεύτερη δημοφιλέστερη κατηγορία επενδυτικών ακινήτων, προσελκύοντας κεφάλαια 196 εκατ. ευρώ (16,11% του συνόλου). Πρόκειται για μια τάση η οποία έχει τροφοδοτηθεί και από την πανδημία, λόγω της μετατόπισης του καταναλωτικού ενδιαφέροντος από τα καταστήματα με φυσική παρουσία προς το ηλεκτρονικό εμπόριο. Σύμφωνα με την κ. Αγαπητίδου, η εξέλιξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση του επενδυτικού και κατασκευαστικού ενδιαφέροντος σε αποθηκευτικούς χώρους – last mile logistics για διανομή αγαθών κοντά στα αστικά κέντρα και ειδικούς χώρους για αποθήκευση ειδών σούπερ μάρκετ, επίσης σε μικρή απόσταση από τους τελικούς παραλήπτες.
Αλλη μια τάση που έχει γίνει εμφανής στην αγορά τα τελευταία χρόνια αφορά τη γενικευμένη πλέον συνειδητοποίηση της κλιματικής αλλαγής. «Είναι γεγονός ότι οι προτεραιότητες της βιώσιμης ανάπτυξης έχουν μπει για τα καλά στη ζωή και στις προτεραιότητες όλων όσοι μετέχουν στο γίγνεσθαι του real estate – κατασκευαστές και σχεδιαστές, επενδυτές και σύμβουλοι, εταιρείες που ιδιοχρησιμοποιούν τα κτίριά τους και μισθωτές», σημειώνει η κ. Αγαπητίδου. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερης μνείας χρήζει και ο ρόλος των κριτηρίων βιωσιμότητας που λαμβάνει ολοένα και περισσότερο υπόψη του ο τραπεζικός κλάδος, προσφέροντας καλύτερους όρους ή και κίνητρα στη δανειοδότηση πράσινων κατασκευών.
Τα κτίρια γραφείων
Τα κτίρια γραφείων, τα οποία μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν ο πρωταγωνιστής της αγοράς επενδυτικών ακινήτων, αποτελούν πλέον την τρίτη μεγαλύτερη κατηγορία, χωρίς βέβαια αυτό να οφείλεται τόσο στην έλλειψη ζήτησης. Αντιθέτως, οι επενδυτές συνεχίζουν να αναζητούν σύγχρονους χώρους γραφείων. Το πρόβλημα έγκειται περισσότερο στην απουσία επαρκούς προσφοράς, γεγονός που έχει αντίκτυπο και στον όγκο των συναλλαγών που υλοποιούνται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της JLL – Αθηναϊκή Οικονομική, το 2021 καταγράφηκαν αγοραπωλησίες ύψους άνω των 190 εκατ. ευρώ, αποτελώντας το 15,7% του συνόλου. Οπως αναφέρει η ανάλυση της εταιρείας, εξακολουθούν να καταγράφονται νέα δεδομένα στην αγορά, όπως π.χ. τηλεργασία, χώροι ανάπαυλας στην εργασία και μεγαλύτερη έμφαση στις αποστάσεις των εργαζομένων. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχει παρατηρηθεί κάποια κάμψη ούτε στην απορρόφηση γραφείων, αλλά ούτε και στην ένταση της κατασκευαστικής δραστηριότητας, η οποία έχει ενισχυθεί, καθώς προβλέπεται να προστεθούν πάνω από 200.000 τ.μ. νέων κτιρίων γραφείων έως το 2024-2025.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr