Βέβαιη για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ήταν η Citigroup

Βέβαιη για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ήταν η Citigroup

Η αμερικανική τράπεζα ξεκίνησε να περιορίζει την έκθεσή της στη ρωσική αγορά ήδη από τον Ιανουάριο.

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Τζέιν Φρέιζερ, διευθύνουσα σύμβουλος του χρηματοπιστωτικού κολοσσού της Citigroup, είχε έγκαιρα διαπιστώσει μαζί με τους στενούς συνεργάτες της ότι η κατάσταση στην Ουκρανία εκτραχύνεται, εξ ου και δεν περίμενε την εισβολή της Ρωσίας για να δράσει. Εβδομάδες πριν από το ξέσπασμα του πολέμου είχε ξεκινήσει η περιστολή των δραστηριοτήτων του ομίλου, εφόσον η κλιμάκωση της έντασης μεταξύ των δύο χωρών ήταν ορατή. Από τον Ιανουάριο η Citigroup ήταν έτοιμη να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα, όπως αναφέρει σχετικώς σε δημοσίευμά του το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg. Ειδικότερα, όπως ανέφερε η ίδια η τράπεζα, έχει περιορίσει την έκθεσή της στη ρωσική αγορά κατά 2 δισ. δολάρια το πρώτο τρίμηνο, συμπεριλαμβανομένων και παραγώγων, που σχετίζονταν με τη χώρα και έφθαναν τα 300 εκατ. δολάρια. Αξίζει να επισημανθεί ότι αντιθέτως με όσα συμβαίνουν στην περίπτωση άλλων ανταγωνιστριών της, η Citigroup δεν παρουσίασε, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, κάποια υλική ζημία από την προσπάθειά της να μειώσει τις δραστηριότητές της. «Ξεκινήσαμε να ελαττώνουμε προσεκτικά τις δραστηριότητές μας στη Ρωσία και την έκθεσή μας εκεί τον Ιανουάριο», διευκρίνισε η κ. Φρέιζερ.

Η Citigroup έχει δεσμευθεί ότι τελικώς θα αποχωρήσει τόσο από την καταναλωτική τραπεζική όσο και από την εμπορική τραπεζική της Ρωσίας. Σήμερα έχει δάνεια, περιουσιακά στοιχεία και άλλου είδους έκθεση στη χώρα, των οποίων η αξία ανέρχεται σε 7,8 δισ. δολάρια, ενώ διατηρεί δεσμούς με τοπικές επιχειρήσεις, καθώς και την κεντρική τράπεζα. Το σύνολο της παρουσίας της αυτής την καθιστά και την τράπεζα με τη μεγαλύτερη έκθεση στη Ρωσία από το σύνολο των αμερικανικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Πάντως, προσφάτως τα διοικητικά στελέχη της δήλωσαν πως θα συνεχίσουν την αναδίπλωση. Λόγου χάριν, τον Μάρτιο είχε αναφέρει το Bloomberg πως η Citigroup δεν κατόρθωσε να πωλήσει τις ρωσικές της δραστηριότητες, αλλά οι προσπάθειες συνεχίζονται, όπως τόνισε η Τζέιν Φρέιζερ. Σημειωτέον πως πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, ο όμιλος εξυπηρετούσε σχεδόν 1.200 εταιρικούς πελάτες στη χώρα, ενώ προχθές δήλωσε στους επενδυτές ότι σχεδόν 85% εξ αυτών ήταν τοπικές θυγατρικές μεγάλων πολυεθνικών με κεντρικά γραφεία είτε στις Ηνωμένες Πολιτείες είτε στη Γηραιά Ηπειρο.

Τις τελευταίες εβδομάδες τα στελέχη της Citigroup έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα να παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες στους προαναφερθέντες πελάτες ως προς το πώς θα περιορίσουν τις δραστηριότητές τους και θα διακόψουν τη λειτουργία τους. Η Τζέιν Φρέιζερ, η οποία προσφάτως ανέρρωσε από κορωνοϊό, δήλωσε ότι είχε μόλις επιστρέψει στις ΗΠΑ από ταξίδι, όπου συνάντησε πελάτες στην Ευρώπη και τη Μ. Ανατολή. «Οι προτεραιότητές τους τώρα σε επίπεδο στρατηγικής είναι η ανθεκτικότητά τους σε θέματα ασφάλειας, ενέργειας, τροφίμων, άμυνας, κυβερνοεπιθέσεων και λειτουργικότητας», επισήμανε η επικεφαλής της Citigroup. Τέλος, αναφέρεται ότι ο αμερικανικός τραπεζικός όμιλος εξακολουθεί να πληρώνει τους 3.000 υπαλλήλους του στη Ρωσία, κατά τις δηλώσεις του γενικού οικονομικού του διευθυντή Μάρκ Μέισον, ενώ ήδη από πέρυσι είχε κάνει γνωστό ότι επιδιώκει να αποχωρήσει από τη λιανική τραπεζική εκεί.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή