Ομόλογα: Αυξήθηκε το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου

Ομόλογα: Αυξήθηκε το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου

Αντλησε 1,5 δισ. με επιτόκιο 2,366% από την επανέκδοση του 7ετούς ομολόγου

4' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε πολύ δύσκολες διεθνείς συνθήκες και σε σαφώς εντελώς διαφορετικό κλίμα από ό,τι είχε συνηθίσει κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2020 και ολόκληρο το 2021, το ελληνικό Δημόσιο «αναμετρήθηκε» με τις αγορές, αντιμετωπίζοντας, όπως αναμενόταν, υψηλό κόστος δανεισμού, καθώς άντλησε 1,5 δισ. ευρώ από την επανέκδοση του 7ετούς ομολόγου με επιτόκιο 2,366%.

Εν μέσω γεωπολιτικής και ενεργειακής «καταιγίδας» και με τα spreads σε ολόκληρη την Ευρωζώνη να έχουν διευρυνθεί σημαντικά, η Ελλάδα έδωσε το «παρών» στις αγορές σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τα ταμειακά διαθέσιμα κοντά στα 39 δισ. ευρώ, καθώς και να κεφαλαιοποιήσει τη διπλή αναβάθμιση από S&P και DBRS, την ηρεμία που έφερε το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών, αλλά και τις βελτιώσεις στο προφίλ του ελληνικού χρέους, που έχουν φέρει βήματα όπως η πρόωρη πλήρης αποπληρωμή των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Οπως δήλωσε και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, «έχοντας, πλέον, καλύψει ένα σημαντικό μέρος του εκδοτικού προγράμματος του 2022, διατηρούμε σε ασφαλή επίπεδα τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας, εξασφαλίζοντας παράλληλα τους απαιτούμενους πόρους προκειμένου να είμαστε σε θέση να συνεχίσουμε τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων που πλήττονται από την αύξηση των τιμών της ενέργειας». Με την επανέκδοση του 7ετούς καλύπτεται το 38% περίπου του ανώτερου φετινού εκδοτικού στόχου του ΟΔΔΗΧ των 12 δισ. ευρώ, ή τα 4,5 δισ. ευρώ. Το βέβαιο είναι πως ο φθηνός δανεισμός έχει πλέον τελειώσει οριστικά και ενόψει της ομαλοποίησης της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το πιθανότερο είναι να γίνει ακριβότερος το επόμενο διάστημα, παρά τις θετικές εξελίξεις που περιβάλλουν την ελληνική οικονομία.

Η εικόνα της ζήτησης

Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του βιβλίου προσφορών, το αρχικό επιτόκιο για το «άνοιγμα» του 7ετούς ομολόγου –το οποίο είχε εκδοθεί τον Απρίλιο του 2020, σε μια επίσης «ταραχώδη» περίοδο λίγο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας και μετά την ενεργοποίηση του PEPP της ΕΚΤ με κουπόνι 2% και απόδοση 2,013%– ορίστηκε στις 115 μονάδες βάσης πάνω από το mid swap. Μέσα σε δύο ώρες συγκεντρώθηκαν προσφορές ύψους 5,8 δισ. ευρώ, ωστόσο στη συνέχεια το επιτόκιο διαμορφώθηκε χαμηλότερα καθορίζοντας και το τελικό spread στις 110 μ.β. πάνω από το mid swap, δηλαδή κοντά στο 2,4%. Η μείωση αυτή του spread σε σχέση με το αρχικό κατά 5 μ.β. οδήγησε στην ακύρωση προσφορών ύψους 1 δισ. ευρώ, καθώς οι συγκεκριμένοι επενδυτές έκριναν ότι δεν ήταν ελκυστικό να συμμετέχουν τελικά στην έκδοση, με το σύνολο των προσφορών να διαμορφώνεται έτσι στα 4,8 δισ. ευρώ και το ελληνικό Δημόσιο να αντλεί 1,5 δισ. ευρώ.

Ο φθηνός δανεισμός έχει τελειώσει οριστικά και ενόψει της ομαλοποίησης της πολιτικής της ΕΚΤ το πιθανότερο είναι να γίνει ακριβότερος.

Η εικόνα της ζήτησης αλλά και της απόδοση του ελληνικού τίτλου είναι χαρακτηριστική της δυσκολίας που αντιμετωπίζει πλέον η Ελλάδα σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο διάστημα, απόρροια της αλλαγής της πολιτικής της ΕΚΤ, η οποία άλλαξε πλεύση προς μια πιο επιθετική πολιτική σε σχέση με τα δύο χρόνια στήριξης που προσέφερε στα κόστη δανεισμού, αλλά και των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία. Επιπλέον, παρά την έντονα ανοδική τροχιά που έχει η αξιολόγηση της χώρας από τους οίκους, η Ελλάδα παραμένει κάτω από την επενδυτική βαθμίδα και αυτό παίζει ρόλο σε συνθήκες αυξημένου ρίσκου στις αγορές. Η απόδοση κοντά στο 2,4% που φέρει ο τίτλος, ο οποίος έχει λήξη τον Απρίλιο του 2027 και άρα ουσιαστικά έχει 5ετή διάρκεια, αν συγκριθεί με την αντίστοιχης διάρκειας περυσινή έκδοση, δείχνει ακριβώς αυτή την αλλαγή στο σκηνικό των αγορών και της αντίληψης των επενδυτών. Τον Μάιο του 2021 το ελληνικό Δημόσιο εξέδωσε 5ετές ομόλογο με ιστορικά χαμηλή απόδοση της τάξης του 0,2%. Βέβαια, αν αναλογισθεί κανείς ότι κατά την έκδοση 5ετούς ομολόγου τον Φεβρουάριο του 2019 η απόδοση ήταν 3,6%, αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα είναι σχετικά «ελεγχόμενα» και οι ελληνικοί τίτλοι διατηρούν τη θετική αποδοχή τους από την επενδυτική κοινότητα. Οπως δήλωσε και ο κ. Σταϊκούρας, «το κόστος δανεισμού αν και υψηλό –λόγω της δυσμενούς διεθνούς συγκυρίας– παραμένει χαμηλότερο σε σχέση με τα επίπεδα του 2019. Συγκυρία στην οποία καταγράφεται αύξηση της αβεβαιότητας και επιδείνωση των συνθηκών στην παγκόσμια αγορά ομολόγων, η οποία διέρχεται μια από τις δυσκολότερες περιόδους της ιστορίας της, με σημαντική άνοδο των αποδόσεων στους κρατικούς τίτλους. Αβεβαιότητα που προκαλείται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τη συνεχιζόμενη υγειονομική και ενεργειακή κρίση, τη σημαντική αύξηση του πληθωρισμού, αλλά και τη στροφή των κεντρικών τραπεζών προς μια πιο συσταλτική νομισματική πολιτική».

Οι ποιοτικοί επενδυτές

Ωστόσο, αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι πως οι διεθνείς αλλά και οι ποιοτικοί επενδυτές ήταν πιο… δυσεύρετοι στη χθεσινή «έξοδο». Οπως έδειξαν τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, 110 επενδυτές συμμετείχαν, με το 68% της έκδοσης να διανέμεται σε ξένους, έναντι 85% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό το 2021 αλλά και το σύνηθες ποσοστό στις πρόσφατες ελληνικές εκδόσεις. Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», τα 700 εκατ. ευρώ από το 1,5 δισ. ευρώ του συνολικού μεγέθους του τίτλου «αφορούν» ποιοτικούς επενδυτές.

Σε ό,τι αφορά το timing της έκδοσης, δηλαδή «γιατί βγήκε τώρα στις αγορές το ελληνικό Δημόσιο», αρμόδιες πηγές απαντούν «μετά και τα θετικά νέα για την Ελλάδα, αν όχι τώρα, πότε;». Είναι γεγονός πως οι συνθήκες της αγοράς δεν είναι ιδανικές, ωστόσο δεν σημαίνει ότι θα βελτιωθούν απαραίτητα όσο προχωράει η χρονιά με τις αυξήσεις επιτοκίων που θα γίνουν από την ΕΚΤ. Επίσης, όπως επισημαίνουν, το να βγαίνει η Ελλάδα τακτικά και σταθερά στις αγορές υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, αποτελεί την απόδειξη ότι δημιουργεί ένα προφίλ κανονικού εκδότη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή