Βυθίζονται τα ομόλογα, ανησυχία για νέα κρίση

Βυθίζονται τα ομόλογα, ανησυχία για νέα κρίση

Οι ισχυρές πιέσεις σε ευρωπαϊκούς τίτλους και η «τρύπα» της Ιταλίας

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα κόστη δανεισμού στην Ευρωζώνη έχουν εκτοξευθεί σε πολυετή υψηλά, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποσύρει τα προγράμματα τόνωσης της οικονομίας και οδεύει προς την αύξηση των επιτοκίων, κάτι που υπογραμμίζει την τεράστια πρόκληση με την οποία είναι αντιμέτωποι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην προσπάθειά τους να «χαλιναγωγήσουν» τον πληθωρισμό χωρίς να προκαλέσουν τριγμούς στις αγορές ομολόγων.

Η απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων της σκαρφάλωσε την περασμένη εβδομάδα πάνω από το 1%, καθώς οι επενδυτές προετοιμάζονται για το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης τον Ιούνιο, ακολουθούμενο από μια σειρά αυξήσεων επιτοκίων, με αρχή ακόμα και τον Ιούλιο.

Τα ελληνικά ομόλογα έχουν δεχθεί από τις αρχές του έτους ισχυρές πιέσεις, καταγράφοντας τις χειρότερες επιδόσεις στην περιοχή, με την απόδοση του 10ετούς να έχει εκτοξευθεί στο 3,5% και σε υψηλά δύο ετών, οδηγώντας σε αρκετά ακριβότερους όρους δανεισμού για το ελληνικό Δημόσιο σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όπως έδειξε και η πρόσφατη έξοδος στις αγορές. Παρά την έντονα ανοδική τροχιά που έχει η αξιολόγηση της χώρας από τους οίκους, η Ελλάδα παραμένει κάτω από την επενδυτική βαθμίδα και αυτό παίζει ρόλο σε συνθήκες αυξημένου ρίσκου στις αγορές.

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν και οι αναλυτές ευρέως, η Ελλάδα δεν αποτελεί τη μεγάλη πηγή ανησυχίας αυτή τη στιγμή, όπως πριν από περίπου 10 χρόνια, και «δείχνουν» προς την Ιταλία. Οι αποδόσεις των ιταλικών 10ετών ομολόγων ξεπέρασαν το 3% για πρώτη φορά από το 2018 και την πολιτική κρίση που βίωνε τότε η χώρα. Ούτε τον Μάρτιο του 2020 και εν μέσω του ισχυρού sell-off των ομολόγων της Ευρωζώνης που είχε προκαλέσει το ξέσπασμα της πανδημίας και το οποίο οδήγησε στη συνέχεια στην ενεργοποίηση του έκτακτου προγράμματος PEPP, το κόστος δανεισμού της Ιταλίας δεν ήταν σε αυτά τα επίπεδα. Εάν εξαιρεθεί το 2018, τότε οι ιταλικές αποδόσεις δεν είχαν κινηθεί πάνω από το 3% από το 2014.

Βυθίζονται τα ομόλογα, ανησυχία για νέα κρίση-1

Σαφώς, η άνοδος των αποδόσεων είναι ένα γενικό φαινόμενο. Ακόμα και οι αποδόσεις στα 10ετή ισπανικά και τα 10ετή πορτογαλικά ομόλογα έχουν ξεπεράσει το 2%, ενώ τα γαλλικά ομόλογα που είχαν αρνητική απόδοση πριν από μερικούς μήνες, κινούνται στο 1,6%.

Οι επενδυτές απαιτούν επίσης μεγαλύτερο ασφάλιστρο (premium) στο κόστος δανεισμού για να δανείσουν χώρες υψηλού ρίσκου και χρέους της Ευρωζώνης. Το ελληνικό spread κινείται σήμερα στις 241 μονάδες βάσης, όταν τον Αύγουστο είχε βρεθεί κάτω από τις 100 μ.β., ωστόσο είναι σημαντικά χαμηλότερο από ό,τι τον Μάρτιο του 2020 (προ PEPP) όταν είχε ξεπεράσει τις 400 μ.β.

Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς έχει εκτοξευθεί στο 3,5% και σε υψηλά δύο ετών.

Το spread της Ιταλίας αγγίζει πλέον τις 198 μονάδες βάσης, το υψηλότερο επίπεδο από την αρχή της πανδημίας, όταν οι επενδυτές τράπηκαν σε φυγή από τα περιουσιακά στοιχεία υψηλού ρίσκου. Κατά τους αναλυτές, αυτό το επίπεδο, κοντά στις 200 μ.β., ήταν και το «όριο» που ανάγκασε τότε την ΕΚΤ να δράσει, σχεδιάζοντας το PEPP. Στη συνεδρίαση του Απριλίου η Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε πως η ΕΚΤ μπορεί να κάνει αυτό που έκανε δύο χρόνια πριν, μπορεί να σχεδιάσει οποιαδήποτε πρόσθετο εργαλείο ώστε να παραδώσει την ευελιξία που χρειάζεται, προσθέτοντας πάντως πως το πρόγραμμα τομών επανεπενδύσεων του PEPP αφορά την αρχή της ευελιξίας και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αντιμετωπίσει πιθανό κατακερματισμό της αγοράς. «Συνεχώς προσπαθούμε να βελτιώσουμε την εργαλειοθήκη μας», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι αυτή τη στιγμή η ΕΚΤ δεν βρίσκεται στη διαδικασία σχεδιασμού ή απόφασης εφαρμογής ενός νέου εργαλείου και πως κάτι τέτοιο είναι πολύ πρόωρο.

Οπως φαίνεται, η ΕΚΤ δεν… δέχεται ακόμη πως υπάρχει κάποια υπερβολή στην αγορά ομολόγων. Την περασμένη εβδομάδα, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος τόνισε πως αν και τα ονομαστικά επιτόκια για το δημόσιο χρέος έχουν αυξηθεί σε όλο τον κόσμο, τα ασφάλιστρα κινδύνου παραμένουν σχετικά σταθερά. «Ο κίνδυνος κατακερματισμού δεν έχει υλοποιηθεί», όπως τόνισε.

Οι αγορές ωστόσο, μέσω του ιταλικού spread, ενδέχεται να δοκιμάσουν τις αντοχές της ΕΚΤ, όπως σχολιάζουν παρατηρητές της κεντρικής τράπεζας. Το γεγονός ότι συζητήσεις περί νέου εργαλείου, όσο ασαφείς κι αν είναι, γίνονται, δείχνει ότι η ΕΚΤ κάθε άλλο παρά ήσυχη είναι σχετικά με τον αντίκτυπο της αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής στα spreads. Οπως σημείωσε η GlobalCapital, το δημόσιο χρέος της περιφέρειας θα χάνει όλο και περισσότερο την ελκυστικότητά του στους επενδυτές, εάν η ΕΚΤ δεν «αντιδράσει». Αν και δεν είναι «δουλειά» της να διασφαλίζει ότι οι επενδυτές θα έχουν τις αποδόσεις που θέλουν, ωστόσο τα spreads θα έχουν έντονο αντίκτυπο στην ικανότητα των εκδοτών της περιφέρειας να χρηματοδοτούνται, κάτι που αρχίζει να υπονομεύει την αρμοδιότητα της κεντρικής τράπεζας. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, ένας εκδότης όπως η Ελλάδα, θα έπρεπε να πληρώσει 10 μ.β., 15 μ.β. ή και 20 μ.β. περισσότερo σε premium νέας έκδοσης, σχεδόν τα διπλάσια, εάν η έκδοση του 7ετούς γινόταν μία εβδομάδα αργότερα.

Καθόλου… τυχαία δεν θεωρεί η αγορά την πρόταση που παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας για τη σύσταση ενός νέου ταμείου βοήθειας, ύψους 250 δισ. ευρώ, το οποίο θα μπορεί να δίνει χαμηλότοκα δάνεια σε κράτη-μέλη που αντιμετωπίζουν προβλήματα από εξωτερικά σοκ.

«Οι ευρωπαϊκές αγορές χρέους ενδέχεται να κινδυνεύουν από κρίση στην αγορά ομολόγων της περιφέρειας, με αύξηση των επιπέδων χρέους, επιδείνωση των δεικτών χρέους προς ΑΕΠ και ακόμη και την πιθανότητα των ίδιων κινδύνων χρεοκοπίας που οδήγησαν στην εισαγωγή του προγράμματος OMT από τον Μάριο Ντράγκι το 2012», όπως σημειώνει σε ανάλυσή της η Macro Thoughts Research.

Και η Deutsche Bank δεν αποκλείει μία νέα κρίση χρέους. Οπως επισημαίνει, τα καλά νέα είναι ότι όλες οι χώρες της Ευρωζώνης έχουν καταφέρει να μειώσουν σημαντικά το επιτοκιακό κόστος σε σχέση με το ΑΕΠ. Επίσης, οι περισσότερες χώρες έχουν εκμεταλλευτεί το εξαιρετικά χαλαρό περιβάλλον νομισματικής πολιτικής τα τελευταία 10 χρόνια για να αυξήσουν τη διάρκεια του ανεξόφλητου χρέους τους, που τις καθιστά λιγότερο ευαίσθητες σε προσωρινά αυξανόμενα επιτόκια και αποδόσεις.

Τα κακά νέα ωστόσο είναι ότι τα επίπεδα χρέους συνέχισαν να αυξάνονται – ιδιαίτερα σε χώρες που είχαν ήδη υψηλά επίπεδα χρέους/ΑΕΠ το 2011. Αν και οι χαμηλότερες αποδόσεις των ομολόγων τους παρέχουν ανακούφιση, αυτές οι χώρες θα αντιμετωπίσουν παρόμοιο κόστος τόκων ως ποσοστό του ΑΕΠ ακόμα σε χαμηλότερα επίπεδα απόδοσης από ό,τι το 2011. Για παράδειγμα, εάν η απόδοση των 10ετών ιταλικών ομολόγων αυξηθεί κατά 2% το επόμενο έτος, μέχρι το τέλος του 2025 η Ιταλία θα αντιμετωπίσει το ίδιο επιτόκιο ως ποσοστό του ΑΕΠ όπως και το 2011. «Εάν οι αποδόσεις αυξηθούν απότομα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, μπορεί κάλλιστα να βρεθούμε αντιμέτωποι με την «Ευρωκρίση 2.0», όπως προειδοποιεί η Deutsche Bank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή