Ανθησαν μέσα στην πανδημία, δυσκολεύονται λόγω της ακρίβειας

Ανθησαν μέσα στην πανδημία, δυσκολεύονται λόγω της ακρίβειας

Τηλεοπτικές πλατφόρμες, εταιρείες delivery, fintech μειώνουν τα κόστη

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εποχή της ανάπτυξης δίχως όρια έχει αρχίσει να φθάνει στο τέλος της για πολλές εταιρείες τεχνολογίας σε κλάδους που δείχνουν σημάδια διόρθωσης και εξορθολογισμού έπειτα από μια περίοδο άντλησης τεράστιων κεφαλαίων κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το τελευταίο διάστημα, εταιρείες όπως η Netflix, η Klarna, η Gorillas, η PayPal, η Delivery Hero κ.ά. περιορίζουν τα κόστη και στρέφονται σε πιο κερδοφόρες αγορές.

Εκτός από περικοπές δαπανών, ολοένα και περισσότερες εταιρείες εστιάζουν στις πιο κερδοφόρες αγορές.

«Τον Ιανουάριο του 2020 ο κλάδος μας μετρούσε 30 παίκτες, τον Ιανουάριο του 2021 έμειναν 15, τον Ιανουάριο του 2022 μόνο 4», ανέφερε, μεταξύ άλλων, σε μήνυμά του προς τους εργαζομένους του ο Kagan Sumer, CEO της quick commerce εταιρείας Gorillas, εκτιμώντας πως σε ένα χρόνο από τώρα θα παραμείνουν στη συγκεκριμένη αγορά 1-2 παίκτες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο καλπάζων πληθωρισμός, η διαφαινόμενη ύφεση αλλά και οι αυξήσεις στα επιτόκια έχουν αλλάξει τις προθέσεις των μετόχων, πολλοί εκ των οποίων έχουν πλέον απαιτήσεις για κέρδη. Ετσι, οι εταιρείες αποφασίζουν τελευταία να αναπροσαρμόσουν τη στρατηγική τους και να περιορίσουν τα κόστη τους. H Gorillas, startup εταιρεία με έδρα το Βερολίνο που εμφανίστηκε στο προσκήνιο τον Μάρτιο του 2020 με την υπόσχεση να παραδίδει φαγητό και είδη σούπερ μάρκετ σε λιγότερο από 10 λεπτά, έφθασε να έχει σηκώσει μέχρι σήμερα 1,3 δισ. δολ. από μεγάλα επενδυτικά κεφάλαια, και να μετράει, μέσα σε δύο χρόνια, πάνω από 10.000 υπαλλήλους. Ωστόσο, η εταιρεία που υπολογίζεται –σύμφωνα με το Sifted– ότι μέχρι το τέλος της περυσινής χρονιάς «έκαιγε» 60-90 εκατομμύρια τον μήνα για να υποστηρίξει τις δραστηριότητές της, αποφάσισε να απολύσει 300 άτομα και να αποσυρθεί από τέσσερις αγορές, τονίζοντας την ανάγκη να γυρίσει στην κερδοφορία μακροπρόθεσμα. Σε αντίστοιχες κινήσεις προέβησαν εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην κοστοβόρο αγορά του quick commerce (παράδοση προϊόντων σε μόνο λίγα λεπτά), όπως η τουρκική Getir, αλλά και η βρετανική Zapp, η οποία σχεδιάζει να απολύσει το 10% των εργαζομένων της.

Τις τελευταίες εβδομάδες «βουλιάζουν» κατά 50%-70% και οι μετοχές των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου, δηλαδή της γερμανικής Delivery Hero, στην οποία ανήκουν η ελληνική efood και το InstaShop, της Doordash που εξαγόρασε τη Wolt, της Deliveroo αλλά και της JustEat Takeaway. Οπως σχολιάζουν παράγοντες του κλάδου στην «Κ», παρότι όλες αυτές οι εταιρείες χάνουν τη χρηματιστηριακή αξία τους, στην πραγματική αγορά όλες μεγαλώνουν σε σύγκριση με πέρυσι, απλώς οι επενδυτές θέλουν ταυτόχρονα να δουν και κερδοφορίες. Η δε δραστηριότητα στην Ελλάδα φαίνεται να μην έχει διαταραχθεί, δεδομένου ότι η efood προχωρεί την επένδυσή της μέσα από την εξαγορά του ομίλου Μούχαλη από την Delivery Hero. Εκτός από εταιρείες στο quick commerce, σφοδρό πλήγμα έχει δεχθεί και η διαδικτυακή πλατφόρμα Netflix, η οποία απέλυσε 150 εργαζομένους έπειτα και από τις απώλειες σε συνδρομητές που κατέγραψε το πρώτο τρίμηνο του 2022. Αντίστοιχα, η σουηδική fintech Klarna αποφάσισε να απολύσει 700 υπαλλήλους από τους συνολικά 7.000, ενώ δημοσιεύματα λένε πως η εταιρεία σκέφτεται να σηκώσει κεφάλαια σε χαμηλότερη αποτίμηση από εκείνη των 46 δισ. δολ. Σημειώνεται πως η εταιρεία προετοίμαζε και την απόβασή της στη χώρα μας, σχέδιο που –προς το παρόν– θα προχωρήσει με αναπροσαρμογές και καθυστερήσεις.

Το quick commerce αναπτύσσεται στην Ελλάδα

Ενώ οι εταιρείες τεχνολογίας συρρικνώνουν τα κόστη, στη χώρα μας κλάδοι που αναδιαρθρώνονται παγκοσμίως, όπως αυτός του quick commerce, συνεχίζουν να αναπτύσσονται. Αυτό συμβαίνει καθώς στην Ελλάδα οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι συνήθως βραδύτεροι σε σύγκριση με εκείνους άλλων χωρών. Ενδεικτικά, μόλις πριν από δύο μήνες ξεκίνησε τη λειτουργία της η εταιρεία Rabbit, η οποία έχει έδρα την Αθήνα και υπόσχεται την αποστολή ειδών σούπερ μάρκετ σε λιγότερο από 15 λεπτά. Οπως έχει γράψει η «Κ», η εταιρεία έχει «σηκώσει» 3 εκατ. ευρώ από εγχώριους και διεθνείς επενδυτές και αναπτύσσει και εκείνη δικούς της αποθηκευτικούς χώρους (dark stores) που λειτουργούν σαν μικρά σούπερ μάρκετ, χωρίς να μπορεί το κοινό να έχει πρόσβαση σε αυτούς. Παράλληλα, έχει δημιουργήσει τη δική της εφαρμογή αλλά και τη δική της ομάδα διανομέων. Το μοντέλο της «τρέχει» ομάδα Ελλήνων στελεχών που προέρχονται από τον κλάδο του λιανεμπορίου, ενώ ως ιδρυτής και CEO εμφανίζεται ο Λιβανέζος Malek Fatte, ο οποίος υπήρξε έως το 2020 country director της InstaShop, εταιρείας παράδοσης ειδών σούπερ μάρκετ που ιδρύθηκε από την Ιωάννα Αγγελιδάκη και τον Γιάννη Τσιώρη. Η Rabbit ξεκίνησε τη δραστηριότητά της τον περασμένο Απρίλιο και αυτή τη στιγμή εξυπηρετεί το κέντρο της Αθήνας. Αφού καλύψει ολόκληρη την Αττική, προτίθεται να επεκτείνει τις υπηρεσίες της και σε άλλα αστικά κέντρα, ενώ στα πλάνα της είναι και η εξάπλωσή της σε περιφερειακό επίπεδο, ξεκινώντας από την Ανατολική Ευρώπη. Από το dark store που διατηρεί στο κέντρο της Αθήνας η εταιρεία εξυπηρετεί τις περιοχές από τη Νέα Σμύρνη έως το Κολωνάκι, ενώ τον Ιούνιο θα λειτουργούν άλλα τέσσερα καταστήματα τα οποία θα εξυπηρετούν καταναλωτές από τα βόρεια έως τα νότια προάστια της Αττικής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή