Δουλεύουμε 181 ημέρες για το κράτος

Δουλεύουμε 181 ημέρες για το κράτος

Το 2022 δουλέψαμε 181 ημέρες (δύο λιγότερες σε σύγκριση με το περυσινό έτος) για να αποπληρώσουμε φόρους και εισφορές ύψους 76,2 δισ. ευρώ.

3' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Απελευθερωμένα από την 1η Ιουλίου είναι τα νοικοκυριά έχοντας καλύψει με την εργασία τους τις υποχρεώσεις τους, είτε αυτές είναι φορολογικές είτε ασφαλιστικές. Το 2022 δουλέψαμε 181 ημέρες (δύο λιγότερες σε σύγκριση με το περυσινό έτος) για να αποπληρώσουμε φόρους και εισφορές ύψους 76,2 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό μάλιστα είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό που χρειάζονται τα νοικοκυριά για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες.

Δουλεύουμε 181 ημέρες για το κράτος-1

Με βάση λοιπόν την έρευνα του ΚΕΦίΜ το τρέχον έτος χρειάστηκε να δουλέψουμε 181 από τις 365 ημέρες του χρόνου για το κράτος, ενώ εάν συνυπολογιστεί και το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2022, το οποίο θα κληθούν να πληρώσουν μελλοντικές γενιές, τότε θα έπρεπε να εργαστούμε μέχρι την 20ή Ιουλίου για να πληρώσουμε φόρους, εισφορές και ελλείμματα.

Βάσει των κυριότερων κατηγοριών των κρατικών εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, το 2022 δουλέψαμε 76 ημέρες για την πληρωμή έμμεσων φόρων, 62 ημέρες για την πληρωμή ασφαλιστικών εισφορών, 42 ημέρες για την πληρωμή άμεσων φόρων και 1 ημέρα για την πληρωμή των φόρων κεφαλαίου.

Ειδικότερα, και σύμφωνα με τα ευρήματα της φετινής μελέτης:

Για να αποπληρώσουμε φόρους και εισφορές ύψους 76,2 δισ. ευρώ.

• Σε σύγκριση με την περυσινή χρονιά το 2022 εργαστήκαμε 2 ημέρες λιγότερο για να πληρώσουμε φόρους και εισφορές, καθώς σύμφωνα με τα απολογιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2021 εργαστήκαμε για το κράτος 183 ημέρες (Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας 2021: 3 Ιουλίου).

• Από το 2010 έως το 2020 προστέθηκαν 25 επιπλέον ημέρες εργασίας για το κράτος, μία αύξηση που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη ανάμεσα σε 28 ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες.

• Το 2020 η Ελλάδα είχε μία από τις μεγαλύτερες φορολογικές επιβαρύνσεις στην Ευρώπη, ενώ παράλληλα κατέγραφε υψηλό μέγεθος παραοικονομίας (7η χειρότερη επίδοση), χαμηλή ανταγωνιστικότητα φορολογίας επιχειρήσεων (8η χειρότερη επίδοση), υψηλή ανισότητα (7η χειρότερη επίδοση) και υψηλό ποσοστό πολιτών κάτω από το όριο της φτώχειας (9η χειρότερη επίδοση) ανάμεσα στις 29 ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες που εξετάζονται.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΚΕΦίΜ Αλέξανδρο Σκούρα, «παρά τις μειώσεις σε φόρους και εισφορές που έχει εφαρμόσει η κυβέρνηση, είναι σαφές ότι το πρόβλημα της υπερφορολόγησης παραμένει. Οι Ελληνες φορολογούμενοι συνεχίζουν να πληρώνουν κάθε χρόνο έναν πολύ ακριβό λογαριασμό στο κράτος, και παραμένουν απογοητευμένοι από την ποιότητα των υπηρεσιών που αυτό τους επιστρέφει».

Από την πλευρά του ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Αδωνις Γεωργιάδης ανέφερε ότι «η φετινή έκθεση του ΚΕΦίΜ, όπως και οι αντίστοιχες εκθέσεις άλλων οργανισμών και φορέων, έρχεται να επιβεβαιώσει ότι η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη βρίσκεται σε σταθερή τροχιά μείωσης φόρων και ασφαλιστικών εισφορών. Συνεπής στην ιδεολογία και στις προγραμματικές δεσμεύσεις της, επιλέγει στρατηγικά να απαντήσει στην παροδική αλλά πρωτόγνωρη διπλή κρίση, πόλεμο και πανδημία, και με φοροαπαλλαγές μόνιμου χαρακτήρα, ακριβώς για να στηρίξει τον παραγωγικό ιστό μαζί βεβαίως με το εισόδημα, ιδίως των πιο ευάλωτων».

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή