Ο επίμονος πληθωρισμός και οι επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων από τη Federal Reserve θα οδηγήσουν την αμερικανική οικονομία σε ύφεση παρόμοια με εκείνη της δεκαετίας του 1990 και η οποία θα αρχίσει την άνοιξη. Η δυσοίωνη πρόβλεψη ανήκει στον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch Ratings που υποβάθμισε δραστικά τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας τόσο το τρέχον όσο και το επόμενο έτος, επικαλούμενη έναν από τους πλέον επιθετικούς γύρους αύξησης των επιτοκίων στην ιστορία της Fed.
Σε έκθεσή της που διέρρευσε στο CNN, η Fitch εκφράζει την εκτίμηση πως η οικονομία της υπερδύναμης θα αναπτυχθεί το επόμενο έτος μόλις κατά 0,5%, όταν η προηγούμενη πρόβλεψή της τον Ιούνιο μιλούσε για ανάπτυξη 1,5%. Ο εν λόγω οίκος αξιολόγησης τονίζει πως ο επιταχυνόμενος πληθωρισμός θα αποτελέσει ένα είδος «αιμορραγίας του εισοδήματος» των νοικοκυριών μέσα στο επόμενο έτος και θα οδηγήσει σε τόσο μεγάλη μείωση των καταναλωτικών δαπανών ώστε να ακολουθήσει επιβράδυνση στη διάρκεια του β΄ τριμήνου του 2023. Η δυσοίωνη πρόβλεψη προστίθεται σε μια σειρά από παρόμοιες που έχουν προηγηθεί και προέρχονται από οικονομολόγους και πιστωτικούς οργανισμούς. Εντείνει αναπόφευκτα την ανησυχία επενδυτών, οικονομολόγων και επιχειρηματιών που βλέπουν με ανησυχία τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου στα πρόθυρα ύφεσης, και ενώ δεν έχουν παρέλθει παρά μόνον δυόμισι χρόνια από την προηγούμενη ύφεση.
Η μόνη αισιόδοξη νότα είναι η εκτίμηση της Fitch ότι η επικείμενη νέα ύφεση δεν φαίνεται να είναι τόσο καταστρεπτική όσο οι προηγούμενες δύο μεγάλες κρίσεις. Οπως τονίζει ο εν λόγω οίκος αξιολόγησης, η υπερδύναμη εισέρχεται σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο από θέση ισχύος, ιδιαιτέρως επειδή οι καταναλωτές δεν έχουν επωμιστεί τόσο μεγάλο χρέος όσο στην προηγούμενη ύφεση. «Τα οικονομικά των αμερικανικών νοικοκυριών είναι πολύ πιο ισχυρά τώρα σε σύγκριση με την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν το 2008, το τραπεζικό σύστημα είναι υγιέστερο, ενώ δεν φαίνεται να υπάρχει πλεονασματική οικοδομική δραστηριότητα και ανισορροπία στην αγορά στέγης», αναφέρει η Fitch. Ο οίκος σημειώνει ότι η τελευταία μεγάλη ύφεση, εκείνη που άρχισε στα τέλη του 1997, ήταν η χειρότερη μετά τη Μεγάλη Υφεση του 1929 και απείλησε με κατάρρευση το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Μικρή αύξηση ανεργίας
Η επικείμενη ύφεση δεν φαίνεται να είναι τόσο καταστρεπτική όσο οι δύο προηγούμενες μεγάλες κρίσεις.
Στη συνέχεια, η ύφεση που προκάλεσε η πανδημία και τα lockdowns από τις αρχές του 2020 εκτόξευσαν την ανεργία που έφτασε σχεδόν στο 15%. Οπως τονίζει όμως η Fitch, στην παρούσα συγκυρία η ανεργία αναμένεται να αυξηθεί από το 3,5% στο οποίο ανέρχεται σήμερα μόλις στο 5,2% το 2024. Δεν πρόκειται, βέβαια, για ευκαταφρόνητη αύξηση δεδομένου ότι στην πράξη ισοδυναμεί με την απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνεται με τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν στη διάρκεια του δύο προηγούμενων κρίσεων. Η «καλή οικονομική κατάσταση των καταναλωτών και η ισχυρότερη αγορά εργασίας των τελευταίων δεκαετιών θα περιορίσουν τον αντίκτυπο της αναμενόμενης ύφεσης», τονίζει η Fitch.
Περιγράφει μάλιστα την επερχόμενη ύφεση ως «γενικά παρόμοια» με εκείνη που άρχισε τον Ιούλιο του 1990 και έληξε τον Μάρτιο του 1991. Εντοπίζει, άλλωστε, συγκεκριμένες ομοιότητες με εκείνην την κρίση της αμερικανικής οικονομίας όπως, για παράδειγμα, το γεγονός ότι τόσο τότε όσο και τώρα προηγήθηκε η προσπάθεια της Fed να ανακόψει την επιτάχυνση του πληθωρισμού με μια σειρά αυξήσεων επιτοκίων.
Τόσο τότε όσο και τώρα η επιβράδυνση ήρθε ύστερα από μια ενεργειακή κρίση συνεπακόλουθο ενός πολέμου, καθώς τότε είχε προηγηθεί η εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ και η αναπόφευκτη εκτόξευση των τιμών της βενζίνης και γενικότερα της ενέργειας. Και σήμερα, η επιβράδυνση και η επικείμενη ύφεση είναι απότοκος της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων που έχει προκαλέσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Οπως μας θυμίζει η Fitch, η ύφεση της διετίας 1990-1991 διακύβευσε ουσιαστικά την πολιτική καριέρα του τότε προέδρου των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους τον πρώτο. Εμεινε, άλλωστε, παροιμιώδης η δήλωση του Τζορτζ Μπους, που όταν αναδείχθηκε νικητής των προεδρικών εκλογών το 1992 τόνισε: «Είναι η οικονομία, ηλίθιε», σκιαγραφώντας το πόσο σημαντικό είναι το θέμα της οικονομίας για τους ψηφοφόρους.
Αβεβαιότητα
Τώρα οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν πως οι ψηφοφόροι ανησυχούν κυρίως για την οικονομία. Σε δημοσκόπηση που δημοσίευσαν οι New York Times, το 44% των ερωτηθέντων δήλωσε πως σημαντικότερο θέμα για την Αμερική αυτή τη στιγμή είναι το οικονομικό, που προηγείται κατά κράτος επισκιάζοντας οποιοδήποτε άλλο ζήτημα. Σημειωτέον ότι σε άλλη έρευνα μεταξύ οικονομολόγων που δημοσίευσε η Wall Street Journal, οι ερωτηθέντες δήλωσαν πως δίνουν πιθανότητα 63% να διολισθήσει σε ύφεση η αμερικανική οικονομία μέσα στους επόμενους 12 μήνες. Η Fitch αφήνει πάντως ανοικτό το ενδεχόμενο να είναι η ύφεση βαθύτερη από εκείνη που άρχισε το 1990 εν μέρει επειδή οι επιχειρήσεις έχουν επωμισθεί μεγαλύτερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ σε σύγκριση με τα αντίστοιχα επίπεδα της προηγούμενης κρίσης. Επιπλέον, τονίζει πως είναι «ιδιαίτερα αβέβαιο» ποιος θα είναι ο αντίκτυπος των προσπαθειών που καταβάλλει η Fed για να συρρικνώσει το χαρτοφυλάκιό της, στο οποίο έχει συγκεντρώσει περιουσιακά στοιχεία ύψους 9 τρισ. δολαρίων.