Στην απόφαση να πετύχει πάση θυσία τον στόχο για το έλλειμμα 1,7% του ΑΕΠ ή και καλύτερο φέτος, ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών και να μεταθέσει για το 2023 τις ενδεχόμενες νέες παροχές, λόγω και των εκλογών, οδηγείται το οικονομικό επιτελείο, ενόψει της κατάθεσης του οριστικού σχεδίου προϋπολογισμού, σύμφωνα με πηγές του.
Οι χαμηλότερες τιμές του φυσικού αερίου εξασφαλίζουν τουλάχιστον τον Νοέμβριο έναν επιπλέον δημοσιονομικό χώρο, αφού η κυβέρνηση δεν θα χρειαστεί να βάλει βαθιά το χέρι στο δημόσιο ταμείο για να επιδοτήσει τα τιμολόγια του ρεύματος. Ο δημοσιονομικός χώρος αναμένεται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω από την αύξηση του ΑΕΠ κατά ποσοστό υψηλότερο του προβλεφθέντος στον προϋπολογισμό (5,3%). Είναι πιθανό, σύμφωνα με αναλυτές αλλά και εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών, να κινηθεί στο 6% ή και υψηλότερα.
Ωστόσο, επί του παρόντος τουλάχιστον, στο οικονομικό επιτελείο κινούνται πολύ συντηρητικά στον σχεδιασμό νέων μέτρων στήριξης για φέτος, περιοριζόμενοι στην ενίσχυση του πετρελαίου κίνησης, η τιμή του οποίου έχει αυξηθεί σημαντικά.
Το κόστος του μέτρου αυτού, ωστόσο, δεν ξεπερνάει τα 30 εκατ. ευρώ τον μήνα, με βάση την προηγούμενη εφαρμογή του, επομένως δεν θα εξαντλήσει τον διαθέσιμο χώρο, που μπορεί να φθάσει και να ξεπεράσει τα 500 εκατ. ευρώ, αν η ανάπτυξη αποδειχθεί όντως δυναμική.
Αν επιμείνει τελικά το οικονομικό επιτελείο σε αυτή τη γραμμή, το πρωτογενές έλλειμμα θα μπορούσε να προσγειωθεί σημαντικά κάτω από το 1,7% του ΑΕΠ, έως και 1,3% του ΑΕΠ. Κάτι τέτοιο θα έστελνε ένα θετικό σήμα στις αγορές ενόψει της ανάκτησης επενδυτικής βαθμίδας αλλά και του ανερχόμενου κόστους δανεισμού.
Αντίθετα, το 2023 αναμένεται επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης και ενδεχομένως πρόσθετες ανάγκες για μέτρα, τις οποίες ασφαλώς η κυβέρνηση θα θέλει να ικανοποιήσει ενόψει και των εκλογών. Στον προϋπολογισμό, άλλωστε, έχει προβλεφθεί αποθεματικό μόνο 1 δισ. ευρώ για τη στήριξη των τιμολογίων ρεύματος, κάτι που ίσως αποδειχθεί ανεπαρκές.
Εφόσον η κυβέρνηση έχει αποδείξει τη δημοσιονομική της συνέπεια το 2022, στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι θα μπορούσε να διευρύνει τη στήριξη το 2023, αξιοποιώντας τη δημοσιονομική ευελιξία που θα εξακολουθεί να παρέχει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, θα παραμείνει ο στόχος επιστροφής σε πρωτογενές πλεόνασμα (προβλέπεται 0,7% του ΑΕΠ στο προσχέδιο προϋπολογισμού). Αυτόν τον στόχο θα μπορεί, άλλωστε, να πετύχει ευκολότερα αν μειώσει το φετινό έλλειμμα, αφού η απόσταση δημοσιονομικής προσαρμογής που θα κληθεί να καλύψει θα είναι μικρότερη.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης, πάντως, είπε χθες μιλώντας στη Βουλή για τον προϋπολογισμό ότι «η Ελλάδα, εκτός ακραίων σεναρίων, δεν θα μπει σε ύφεση» το 2023, και αυτό χάρη στα επενδυτικά σχέδια του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων επενδυτικών εργαλείων. «Φέτος ο στόχος του ελλείμματος 1,7% του ΑΕΠ θα επιτευχθεί, όπως και το πλεόνασμα 0,7% το 2023, που είναι μια συντηρητική πρόβλεψη, και έτσι του χρόνου θα έχουμε την επενδυτική βαθμίδα που θέλουμε για να απελευθερωθεί η δυναμική της χώρας», είπε.