Γιατί η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα δεν είναι η λύση

Γιατί η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα δεν είναι η λύση

Η εξελισσόμενη συζήτηση για τη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα μονοπωλεί εδώ και καιρό το ενδιαφέρον, πυροδοτώντας υπό το βάρος της ακρίβειας σφοδρές αντιπαραθέσεις με ιδεολογικές προεκτάσεις στη δημόσια συζήτηση

2' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εξελισσόμενη συζήτηση για τη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα μονοπωλεί εδώ και καιρό το ενδιαφέρον, πυροδοτώντας υπό το βάρος της ακρίβειας σφοδρές αντιπαραθέσεις με ιδεολογικές προεκτάσεις στη δημόσια συζήτηση. Εξηγώ γιατί, κατά μία άποψη, θα ήταν μία χαμηλής έντασης λύση στο πρόβλημα με αντιστρόφως δυσμενέστερες μακρο-κοινωνικές επιπτώσεις, οι οποίες, παρά τις ασκούμενες πιέσεις για την άμεση εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου, θα πρέπει απεναντίας να το καθιστούν λελογισμένα μία μη ελκυστική επιλογή, στην οποία καλό είναι να μπορέσουμε να αντισταθούμε.

Ενα αγαθό ενσωματώνει, σχηματικά, δύο βασικά οικονομικά βάρη, τα οποία καταλήγουν να επιβαρύνουν τον τελικό καταναλωτή: Από τη μία πλευρά, το κόστος παραγωγής, το κόστος διακίνησης (από τον τόπο παραγωγής στην κατανάλωση), καθώς επίσης το περιθώριο κέρδους του παραγωγού, του πωλητή και των ενδιαμέσων τους (ας το ονομάσουμε «Κόστος Α»). Και, από την άλλη πλευρά, το «κέρδος», αν και αδόκιμος όρος, που με τη μορφή έμμεσης (οριζόντιας) φορολογίας αποδίδεται στο κράτος («Κόστος Β»).

Συμπιέζοντας προς τα κάτω μόνο το «Κόστος Β», στην ουσία απομειώνονται δημόσια έσοδα που εισπράττονται από όλους τους πολίτες, αλλά προορίζονται, μεταξύ άλλων, για τη χρηματοδότηση κοινωνικών πολιτικών στήριξης και ανταποδοτικής ωφέλειας των περισσότερο ευάλωτων εξ αυτών.

Αυτό που ενδιαφέρει είναι ότι από μία τέτοια επιλογή, που όντως διαθέτει ισχυρό επικοινωνιακό πλεονέκτημα, φαίνεται ότι πρόσκαιρα ωφελούνται όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες (πλούσιοι και φτωχοί), αλλά στην ουσία μακροπρόθεσμα χάνουν, ιδίως η δεύτερη κατηγορία, αφού η «ζημία» του κράτους εξαιτίας της απώλειας φορολογικών εσόδων (και της συνδυαστικής αδυναμίας υποκατάστασής τους από άλλα φορολογικά ισοδύναμα) αναπόφευκτα μετακυλίεται στους ίδιους, μέσω της κυοφορούμενης μελλοντικής αδυναμίας να στηριχθούν με ικανοποιητικό τρόπο χρηματοδοτικά οι κοινωνικές πολιτικές που θα ήθελε κατ’ επιλογήν του προγράμματος και της στρατηγικής του να εφαρμόσει.

Δηλαδή, ξεκινώντας από ένα μέτρο που αρχικά τους ωφελεί όλους αδιακρίτως και, άρα, de facto δεν λαμβάνει υπόψη τις αρχές της δίκαιης (αναλογικής) απόδοσης με βάση τις ατομικές οικονομικές ανάγκες, καταλήγουμε επιπλέον και σε μία κατάσταση γενικευμένης κοινωνικής αδικίας εις βάρος όσων θα έπρεπε να ενισχύονται επαρκώς, ώστε να έχουν, αν όχι μία ίση με τους υπόλοιπους (πράγμα, εν πολλοίς, αδύνατο), τουλάχιστον μια αξιοπρεπή αφετηρία διαβίωσης επάνω στη βάση ενός επιθυμητού συγκερασμού της ηθικής με την πολιτική που, εν προκειμένω, θα οραματιζόταν και ο John Rawls με την επιδραστική θεωρία του περί δικαιοσύνης.

Πέραν της περιορισμένης κοινωνικής διορατικότητας ενός τέτοιου μέτρου, αφού στερείται της δυνατότητας να διαχωρίσει τους πολίτες με εισοδηματικά, πρωτίστως, κριτήρια και να παρέχει στοχευμένη στήριξη στους έχοντες πραγματική και μεγαλύτερη ανάγκη, είναι επιπλέον αλήθεια ότι έχει ανύπαρκτη επίδραση στο «Κόστος Α», αφήνοντας παντελώς αμετάβλητη την κερδοφορία των συντελεστών της εφοδιαστικής αλυσίδας. Αυτών δηλαδή που, σύμφωνα με όρους παραδοσιακού κοινωνικού λεξιλογίου, συναποτελούν το αποκαλούμενο «μεγάλο κεφάλαιο» και λογικά, ως εκ πλεονεκτικότερης οικονομικά θέσης, θα υπήρχε εύλογη απαίτηση να έχουν και αναλογικά μεγαλύτερη συμμετοχή στην αντιμετώπιση του προβλήματος της ακρίβειας.

Κοντολογίς, η μονομερής όσο και κοντόφθαλμη αντιμετώπιση του προβλήματος της ακρίβειας με την αποσπασματική υιοθέτηση ενός μέτρου, όπως η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, που δείχνει να έχει περισσότερο επικοινωνιακή ομορφιά, παρά ουσιαστική αξία και μακροπρόθεσμη βιώσιμη υπόσταση ως απάντηση σε κοινωνικές ανάγκες, θα οδηγούσε κατά πάσα πιθανότητα (βεβαιότητα) σε δύο χαμένους και έναν νικητή. Είναι σίγουρο ότι όσοι υπεραμύνονται της εφαρμογής ενός τέτοιου μέτρου βλέπουν στο βάθος το αληθινό πλατύ κοινωνικό συμφέρον και ότι το προασπίζονται πραγματικά;

* Ο κ. Αριστοτέλης Σταμούλας είναι διευθυντής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή