Τι μαθήματα πήραμε από την ενεργειακή κρίση;

Τι μαθήματα πήραμε από την ενεργειακή κρίση;

Απλές γνώσεις και εύκολα μυστικά για να αντιμετωπίσουμε το ενεργειακό κόστος στο μέλλον.

9' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ύψος του λογαριασμού του ηλεκτρικού ρεύματος εξαρτάται από την πορεία των τιμών στο χρηματιστήριο ενέργειας· και στο αντίστοιχο του φυσικού αερίου από τα κερδοσκοπικά παιχνίδια στην αγορά του Άμστερνταμ. Τα τιμολόγια στην ενέργεια αλλάζουν από μήνα σε μήνα και ουδείς μπορεί να προβλέψει τι επιφυλάσσει το μέλλον. Γι’ αυτό και η καλύτερη άμυνα είναι η σωστή καταγραφή των ενεργειακών αναγκών του ακινήτου, αλλά και οι παρεμβάσεις με στόχο τη μείωση της απαιτούμενης κατανάλωσης. Κακά τα ψέματα. Αν δεν θωρακιστεί το κτίριο, όποια πηγή θέρμανσης και αν χρησιμοποιηθεί, το κόστος θα παραμένει πολύ μεγάλο και το ρίσκο της υπερβολικής επιβάρυνσης τεράστιο.

Η ενεργειακή κρίση έδωσε την ευκαιρία σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις να ασχοληθούν με πολλά από τα μυστικά του τομέα της ενέργειας, τα οποία μέχρι και πριν από έναν-ενάμιση χρόνο παρέμεναν κρυμμένα σε μελέτες μηχανικών και ψιλά γράμματα συμβάσεων. Ποιος γνώριζε μέχρι τα μέσα του 2021 τη ρήτρα αναπροσαρμογής; Ποιος είχε ασχοληθεί με τα συμβόλαια TTF (Title Transfer Facility) του φυσικού αερίου; Γιατί να μετρήσει κάποιος τις απαιτήσεις σε θερμικές κιλοβατώρες του ακινήτου του; Η έκρηξη των τιμών δημιούργησε την ανάγκη για περισσότερη γνώση.

Όταν η κιλοβατώρα του ρεύματος ξεκίνησε από τα 9 λεπτά για να φτάσει ακόμη και στα… 80 λεπτά (ευτυχώς για τους καταναλωτές, είχε ήδη ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός των επιδοτήσεων), όταν το φυσικό αέριο έφτασε να πωλείται στα χρηματιστήρια προς 340 ευρώ η μεγαβατώρα από μόλις 20 ευρώ και όταν το πετρέλαιο θέρμανσης σκαρφάλωσε στα 1,6 ευρώ το λίτρο από 0,8 ευρώ, ήταν επόμενο να αναζητηθεί λύση.

Η ενεργειακή κρίση δεν έχει τελειώσει. Γι’ αυτό το κάθε νοικοκυριό έχει κίνητρο να κατανοήσει τα μυστικά της αγοράς ενέργειας και τον τρόπο λειτουργίας της. Η σωστή επιλογή αξίζει εκατοντάδες ή και χιλιάδες ευρώ τον χρόνο.

→ Πώς μετράμε τις ανάγκες του ακινήτου για θέρμανση;

Η ορθή μέτρηση γίνεται από τον μηχανικό κατά τη διαδικασία έκδοσης του ενεργειακού πιστοποιητικού, το οποίο και κατατάσσει το ακίνητο σε κατηγορία. Όσο καλύτερη η κατηγορία (Β, Β+, Α κ.λπ.) τόσο λιγότερη η κατανάλωση ανά τετραγωνικό μέτρο. Αυτή είναι και η μονάδα μέτρησης: θερμικές κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο. Επειδή η κάθε θερμική κιλοβατώρα έχει πλέον μεγάλο κόστος (ακόμη και 0,3 ευρώ, αν χρησιμοποιηθεί ενεργοβόρα συσκευή ηλεκτρικού ρεύματος), το ζητούμενο είναι να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η απαιτούμενη ποσότητα. Ενδεικτικά είναι τα ακόλουθα στοιχεία με τους μέσους όρους κατανάλωσης (φυσικά, από ακίνητο σε ακίνητο μπορεί να υπάρξουν μεγάλες διαφοροποιήσεις, καθώς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά παίζουν μεγάλο ρόλο).

1. Μια καλά μονωμένη μονοκατοικία στη Νότια Ελλάδα μπορεί να χρειάζεται ακόμη και 35 θερμικές κιλοβατώρες ανά τετραγωνικό μέτρο. Το ίδιο ακίνητο στην Κεντρική Ελλάδα έχει ανάγκη από 55 κιλοβατώρες και στη Βόρεια Ελλάδα από 75 κιλοβατώρες. Η ίδια μονοκατοικία χωρίς μόνωση στη Νότια Ελλάδα χρειάζεται 115 και όχι 35 κιλοβατώρες, στην Κεντρική Ελλάδα 185 και όχι 55 κιλοβατώρες και στη Βόρεια Ελλάδα 245 κιλοβατώρες και όχι 75.
2. Ένα ενεργειακά θωρακισμένο διαμέρισμα πολυκατοικίας στη Νότια Ελλάδα –περισσότερο προστατευμένο από μια μονοκατοικία– θα καλύψει τις ανάγκες θέρμανσης με 25 θερμικές κιλοβατώρες, ενώ στην Κεντρική και στη Βόρεια Ελλάδα θα χρειαστούν 45 και 65 κιλοβατώρες αντίστοιχα. Αν δεν υπάρχει μόνωση, τα ποσά θα αυξηθούν σε 95, 145 και 195 κιλοβατώρες αντίστοιχα.

Ο κάθε ιδιοκτήτης λοιπόν θα πρέπει να πειστεί πως η νούμερο ένα προτεραιότητα είναι η ενεργειακή θωράκιση του ακινήτου του, καθώς το μη μονωμένο ακίνητο απαιτεί τρεις ή και τέσσερις φορές περισσότερη ενέργεια για να καλυφθεί. Και αυτό δεν αφορά μόνο τη θέρμανση, αλλά και την ψύξη.

→ Πώς γίνεται η σύγκριση τιμής μεταξύ των εναλλακτικών πηγών ενέργειας;

Το πετρέλαιο θέρμανσης το αγοράζουμε σε λίτρα, ενώ το ρεύμα και το φυσικό αέριο σε κιλοβατώρες. Για να γίνει η σύγκριση του κόστους, πρέπει να επιλέγεται η ίδια μονάδα μέτρησης. Οι ειδικοί χρησιμοποιούν τη θερμική κιλοβατώρα και κάνουν κάποιες μετατροπές και υπολογισμούς για να μπορέσουν να προχωρήσουν στις απαιτούμενες συγκρίσεις, λαμβάνοντας υπόψη και την απόδοση της κάθε πηγής ενέργειας.

Οι περισσότερες πράξεις απαιτούνται για τη μετατροπή των λίτρων του πετρελαίου θέρμανσης σε θερμικές κιλοβατώρες. Ένα λίτρο πετρελαίου θέρμανσης «παράγει» περίπου 11,9 κιλοβατώρες. Ωστόσο, κατά τη λειτουργία του καυστήρα υπάρχουν και απώλειες που περιορίζουν την απόδοση. Αν η απόδοση είναι γύρω στο 90%, η πραγματική ισοδυναμία ενός λίτρου είναι περίπου 10-11 κιλοβατώρες. Άρα, με την τιμή του λίτρου στο 1,3 ευρώ, το κόστος της κάθε θερμικής κιλοβατώρας που παράγεται από το πετρέλαιο θέρμανσης είναι 0,12 ευρώ. Αυτό το ποσό το πολλαπλασιάζουμε με τις θερμικές κιλοβατώρες που απαιτούνται για τη θέρμανση του σπιτιού μας και προκύπτει το ετήσιο κόστος της θέρμανσης. Έτσι, ένα καλά μονωμένο διαμέρισμα 80 τετραγωνικών χρειάζεται πετρέλαιο περίπου 450 ευρώ, ενώ στο μη μονωμένο το κόστος μπορεί να εκτιναχθεί στα 1.400 ευρώ. Στο φυσικό αέριο τα πράγματα είναι πιο απλά. Η χρέωση γίνεται σε κιλοβατώρες, η απόδοση είναι κοντά στο 95-100%, άρα ο καταναλωτής ξέρει ότι, αν μία κιλοβατώρα κοστίζει 11 λεπτά του ευρώ, αντίστοιχο είναι και το κόστος της θερμικής κιλοβατώρας. Όσο για την ηλεκτρική ενέργεια, η απόδοση παίζει καθοριστικό ρόλο. Τα απλά ηλεκτρικά καλοριφέρ, τα θερμαντικά σώματα, τα αερόθερμα κ.λπ. έχουν απόδοση 100%. Άρα, μία θερμική κιλοβατώρα κοστίζει όσο και η κιλοβατώρα της ηλεκτρικής ενέργειας (σήμερα, περίπου 25 λεπτά μαζί με όλες τις χρεώσεις). Σε ένα κλιματιστικό ή σε μια αντλία θερμότητας που η απόδοση είναι μεγαλύτερη, το κόστος ανά θερμική κιλοβατώρα πέφτει αισθητά. Αν η αντλία θερμότητας παράγει τέσσερις θερμικές κιλοβατώρες για κάθε μία κιλοβατώρα ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει, το κόστος της κάθε θερμικής κιλοβατώρας θα πέφτει αυτομάτως στα 6-7 λεπτά αντί για τα 25. Έτσι εξηγείται και ο λόγος για τον οποίο η αντλία θερμότητας θεωρείται αυτή τη στιγμή η φθηνότερη πηγή θέρμανσης σε πραγματικούς όρους.

→ Πώς διαμορφώνεται η τιμή λιανικής του φυσικού αερίου;

Από το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης και μετά, οι καταναλωτές κλήθηκαν να κατανοήσουν τον τρόπο τιμολόγησης του φυσικού αερίου. Έμαθαν τι είναι το TTF, κατανοώντας ότι το πόσο κοστίζει το καύσιμο που χρησιμοποιούν για τη θέρμανση και το ζεστό νερό χρήσης εξαρτάται από τις μεταβολές στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ. Μέχρι και τα μέσα του 2020 που η τιμή της μεγαβατώρας στο χρηματιστήριο του Άμστερνταμ ήταν στα 10-20 ευρώ, κανείς δεν ασχολούνταν με το φυσικό αέριο ή ασχολούνταν για να εκθειάσει το χαμηλό κόστος. Όταν ξέσπασε η κρίση και το φυσικό αέριο εκτινάχθηκε μέχρι και τα 340 ευρώ, έπεσε το… ανάθεμα. Αρχές Φεβρουαρίου, που η τιμή έχει επιστρέψει στα 55-60 ευρώ, η χρήση του φυσικού αερίου μπαίνει ξανά στο πεδίο των επιλογών. Τι πρέπει, επομένως, να γνωρίζει ο καταναλωτής; Ότι η τιμή του φυσικού αερίου δεν είναι σταθερή και εξαρτάται από το χρηματιστήριο της Ολλανδίας και τον δείκτη TTF. Και ότι σε αυτή την τιμή που καθορίζει το κόστος προμήθειας του αερίου προστίθενται η χρέωση για τη μεταφορά, η χρέωση για τη διανομή, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, άλλες κρατικές χρεώσεις και φυσικά ο ΦΠΑ, που υπολογίζεται με συντελεστή 6%. Το 2022 ήταν μια πολύ δύσκολη χρονιά για το φυσικό αέριο. Με όλες αυτές τις χρεώσεις που προαναφέρθηκαν, η τελική τιμή έφτασε να κυμαίνεται από τα 7-8 λεπτά τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2022 μέχρι και τα 27 λεπτά. Ευτυχώς, το ιστορικό υψηλό καταγράφηκε τον Σεπτέμβριο, οπότε δεν υπήρχαν μεγάλες καταναλώσεις. Το 2022 έκλεισε με χρέωση της τάξεως των 12-13 λεπτών και το 2023 ξεκίνησε με περισσότερη αισιοδοξία ότι η τιμή θα υποχωρήσει ακόμη και κάτω από τα 10 λεπτά.

→ Πώς διαμορφώνεται η τιμή λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος;

Συσσωρευμένη γνώση και όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού της τιμής λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος. Εκατομμύρια καταναλωτές ενημερώθηκαν –υφιστάμενοι πολύ μεγάλες επιβαρύνσεις– ότι η τιμή λιανικής του ηλεκτρικού ρεύματος επίσης καθορίζεται με τις μεταβολές στο χρηματιστήριο ενέργειας. Ήδη από το 2021 οι καταναλωτές υποχρεώθηκαν να εξοικειωθούν με την έννοια της ρήτρας αναπροσαρμογής, η οποία υπήρχε, αλλά δεν επηρέαζε κανέναν όσο η τιμή της μεγαβατώρας στο χρηματιστήριο ενέργειας παρέμενε κάτω από τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Πού βρισκόμαστε σήμερα; Η τιμή λιανικής του ρεύματος προκύπτει από μια… ιεροτελεστία που εδώ και μερικούς μήνες ακολουθείται πιστά. Οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας, μελετώντας την πορεία των τιμών στο χρηματιστήριο ενέργειας, ανακοινώνουν στις 20 κάθε μήνα την τιμή λιανικής για τον επόμενο μήνα. Λίγες ημέρες μετά, παρεμβαίνει το κράτος με τις επιδοτήσεις του, οι οποίες ανεβοκατεβαίνουν ώστε κάθε μήνα να παράγεται το ίδιο αποτέλεσμα: η τελική τιμή για τον καταναλωτή (του βασικού παρόχου, βάσει των τιμολογίων του οποίου γίνονται και όλοι οι υπολογισμοί) να μην ξεπερνά τα 16 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Άρα, για το ορατό μέλλον (τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο του 2023) οι καταναλωτές θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η τιμή της κιλοβατώρας δεν θα ξεπερνά τα 16 λεπτά. Αυτή η χρέωση αφορά μόνο την «αμοιβή» του παρόχου. Το τελικό κόστος προκύπτει αν προστεθούν οι λεγόμενες μη ανταγωνιστικές χρεώσεις (είναι οι πόροι που εισπράττει ο ΑΔΜΗΕ, ο ΔΕΔΔΗΕ, οι λεγόμενες χρεώσεις για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας) αλλά και οι φόροι: ειδικός φόρος κατανάλωσης και ΦΠΑ. Με όλα αυτά μαζί, το τελικό κόστος διαμορφώνεται στα 0,25 ευρώ αν η κατανάλωση κυμαίνεται από 0 έως 500 κιλοβατώρες τον μήνα, στα 0,27 ευρώ αν κυμαίνεται από 500 έως 1.000 κιλοβατώρες και στα 0,28 ευρώ αν μιλάμε για ακόμη μεγαλύτερες καταναλώσεις. Για τον Φεβρουάριο του 2023 οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας ανακοίνωσαν τιμολόγια στην «περιοχή» των 20 λεπτών ανά κιλοβατώρα, γι’ αυτό και οι επιδοτήσεις περιορίστηκαν στα 4 λεπτά. Αν έχουμε μείωση των τιμολογίων κάτω από τα 16 λεπτά, οι επιδοτήσεις θα μηδενιστούν. Συμπέρασμα; Η τιμή του ρεύματος παραμένει εξαρτημένη από την πορεία του χρηματιστηρίου ενέργειας, το οποίο με τη σειρά του επηρεάζεται από έναν αριθμό μεταβλητών, μεταξύ των οποίων και η πορεία της τιμής του φυσικού αερίου. Μέχρι τον Ιούνιο θα υπάρχει η «ασπίδα προστασίας» των κρατικών επιδοτήσεων, που θα κρατούν την τιμή του ρεύματος στα 16 λεπτά. Μετά τον Ιούνιο οι προβλέψεις είναι δύσκολες.

→ Από τι εξαρτάται η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης και των καυσίμων;

H τιμή του πετρελαίου θέρμανσης επηρεάζεται κατά κύριο λόγο από την πορεία της διεθνούς τιμής του πετρελαίου, αλλά και από την ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο. Επειδή το πετρέλαιο το εισάγουμε πληρώνοντας σε δολάρια, όσο ισχυρότερο είναι το ευρώ, τόσο το καλύτερο για τον καταναλωτή. Τον Απρίλιο του 2022, που και το ευρώ ήταν στα κάτω του και το πετρέλαιο ήταν στα ύψη, φτάσαμε να πληρώνουμε πάνω από 1,5 ευρώ ένα λίτρο. Όχι ότι τώρα η κατάσταση είναι καλύτερη. Απλώς υπάρχει ο παράγοντας «κρατική επιδότηση» που συγκρατεί την τιμή λιανικής στα πιο λογικά επίπεδα του 1,25-1,3 ευρώ το λίτρο. Θα είναι για πάντα η επιδότηση; Προφανώς και όχι. Αυτή τη στιγμή, το λίτρο επιδοτείται –και θα επιδοτείται μέχρι τέλος Μαρτίου– με 15 λεπτά ανά λίτρο. Χωρίς την επιδότηση ο συνδυασμός «διεθνής τιμή πετρελαίου στα 85 δολάρια και ισοτιμία ευρώ-δολαρίου στο 1,1» βγάζει λιανική περίπου 1,4 ευρώ το λίτρο. Το τι θα γίνει την επόμενη σεζόν είναι άγνωστο. Επίσης, ο καταναλωτής πρέπει να γνωρίζει ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα του πετρελαίου θέρμανσης είναι η πολύ υψηλή φορολογία. Πέραν του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που ανεβάζει τη διυλιστηριακή τιμή κατά 28 λεπτά το λίτρο, υπάρχει και ο ΦΠΑ του 24% που επιβάλλεται και επί του καυσίμου, αλλά και επί του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

→ Ποια είναι η φθηνότερη πηγή θέρμανσης;

Τα όσα προαναφέρθηκαν θα πρέπει να πείθουν τον καταναλωτή για ένα πράγμα: σε ένα τόσο ευμετάβλητο περιβάλλον, αυτό που σήμερα είναι φθηνότερο αύριο μπορεί να είναι ακριβότερο. Ο Φεβρουάριος φέρνει φθηνότερο φυσικό αέριο από το πετρέλαιο θέρμανσης και μάλιστα χωρίς επιδότηση για το πρώτο (σε αντίθεση με το πετρέλαιο, που εξακολουθεί να επιδοτείται). Από την άλλη, το ηλεκτρικό ρεύμα είναι η ακριβότερη πηγή ενέργειας, αλλά έχει δύο χαρακτηριστικά. Πρώτον, αν χρησιμοποιηθεί η κατάλληλη συσκευή, η απόδοση μπορεί να τριπλασιαστεί και αυτό που είναι πανάκριβο να γίνει το φθηνότερο. Και δεύτερον, το ηλεκτρικό ρεύμα είναι η μόνη πηγή ενέργειας που μπορεί να παραχθεί από τον ήλιο δωρεάν, φυσικά υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν οι απαιτούμενες επενδύσεις.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή