Kριστέλ Ντελμπέργκ στην «Κ»: Σε 6-12 μήνες θα φτάσει στο ράφι η μείωση της τιμής βασικών προϊόντων

Kριστέλ Ντελμπέργκ στην «Κ»: Σε 6-12 μήνες θα φτάσει στο ράφι η μείωση της τιμής βασικών προϊόντων

«Δεν υπάρχουν ανησυχητικά φαινόμενα κερδοσκοπίας, απλώς χρειάζεται χρόνος για να αφομοιωθεί η μεταβολή του κόστους στην παραγωγή», θεωρεί η επικεφαλής του EuroCommerce

4' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν θα είναι εύκολη υπόθεση η μείωση των τιμών στα είδη βασικής ανάγκης, σύμφωνα με τη γενική διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Λιανικής και Χονδρικής – EuroCommerce, Kριστέλ Ντελμπέργκ. Μιλώντας στην «Κ», παραθέτει τους δομικούς κατά τη γνώμη της λόγους για τους οποίους θα χρειαστούν «από 6 έως 12 μήνες» προκειμένου η μείωση του ενεργειακού κόστους να αντικατοπτριστεί και στην τιμή καταναλωτή. Η ίδια θεωρεί ότι η επιμονή των ανατιμήσεων στην αγορά δεν οφείλεται ιδιαίτερα σε κρούσματα κερδοσκοπίας, τονίζοντας ότι στο τέλος της ημέρας το λιανεμπόριο ζημιώνεται από τη μείωση της κατανάλωσης. Στο πλαίσιο αυτό, κάνει λόγο για πεπιεσμένα περιθώρια των επιχειρήσεων, εξ ου και θεωρεί καθόλα στρεβλωτικό για την αγορά ένα πλαφόν στις τιμές των προϊόντων. Αναφερόμενη στην Ελλάδα, υπογραμμίζει ως μειονέκτημα το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων.

– Οι τιμές της ενέργειας έχουν πέσει από τα υψηλά τους. Γιατί λοιπόν αυξάνονται οι τιμές σε είδη πρώτης ανάγκης όπως τα τρόφιμα;

– Πράγματι, αυτό που βλέπουμε είναι μια μορφή καθυστέρησης στη μετάδοση της μεταβολής των τιμών στην εφοδιαστική αλυσίδα. Πλέον οι τιμές του καταναλωτή και ο πληθωρισμός επιβραδύνονται, αλλά το κόστος των τροφίμων αντιθέτως επιταχύνεται σε ανησυχητικό επίπεδο στην Ευρωπαϊκή Ενωση – αύξηση της τάξης του 15%. Αυτή είναι μια αρκετά φυσιολογική διαδικασία, καθώς παραδοσιακά υπάρχει μια χρονική καθυστέρηση προτού οι μειώσεις του κόστους μεταφραστούν σε χαμηλότερες τιμές καταναλωτή. Συνήθως, χρειάζονται από 6 έως 12 μήνες προκειμένου να ευθυγραμμιστούν οι τιμές με τη μεταβολή του κόστους.

– Επομένως εκτιμάτε ότι θα χρειαστούν 6-12 μήνες από σήμερα προκειμένου να περάσει η αποκλιμάκωση του κόστους παραγωγής στις τελικές τιμές των προϊόντων;

– Ακριβώς. Πάντα με την προϋπόθεση ότι μέσα σε αυτό το περιβάλλον υψηλής αβεβαιότητας, το οποίο αντιμετωπίζουμε αυτήν την περίοδο, δεν θα μεσολαβήσει κάποιος άλλος έκτακτος παράγοντας που δεν θα μπορούμε να ελέγξουμε.

– Πρακτικά, για ποιον λόγο χρειάζεται να μεσολαβήσει τόσος χρόνος;

– Υπάρχουν κάποιες θεμελιώδεις αιτίες, που αφορούν τη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας. Πρώτον, μεσολαβεί εκ των πραγμάτων χρόνος στην πορεία των προϊόντων κατά μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας. Μέχρι δηλαδή τα γεωργικά προϊόντα που παράγονται να καταστούν –με αυτά τα κόστη– επεξεργασμένα προϊόντα, που θα πωληθούν στο ράφι. Δεύτερον, υπάρχουν συμβόλαια που δεν χρησιμοποιούν τιμολόγηση σε πραγματικό χρόνο. Εχουν προκύψει από διαπραγμάτευση που αφορά συγκεκριμένη περίοδο και δεν επιδέχονται νέα διαπραγμάτευση για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Τρίτον, συναντά κανείς ευρύτερα αυξημένα κόστη λειτουργίας στο λιανεμπόριο. Επομένως, σε αυτήν τη φάση ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται και θα πρέπει να περιμένουμε ότι τα επίπεδα των τιμών θα εξομαλυνθούν και θα σταθεροποιηθούν έπειτα από ένα διάστημα.

– Οι ανατιμήσεις των προϊόντων εντοπίζονται κυρίως στους παραγωγούς ή στους μεσάζοντες; Σε ποιο στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας;

– Σε έναν βαθμό εντοπίζονται σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, καθώς όλοι οι εμπλεκόμενοι είναι αντιμέτωποι με υψηλότερα κόστη.

Χρειάζεται ειδική προσοχή στην ελληνική αγορά λιανικής γιατί αποτελείται από πολύ μικρές επιχειρήσεις ή από αυτοαπασχολούμενους.

– Είναι το υψηλό κόστος των προϊόντων και αποτέλεσμα κερδοσκοπίας από παραγωγούς ή μεσάζοντες που ενδεχομένως εκμεταλλεύονται τη συγκυρία;

– Βλέπουμε ορισμένες οπορτουνιστικές συμπεριφορές, εξ ου και διενεργούνται σχετικές έρευνες από τις αρχές ανταγωνισμού και τις κυβερνήσεις. Μέχρι στιγμής, δεν έχει προκύψει κάτι ιδιαίτερα ανησυχητικό. Στην πραγματικότητα, όλοι αγωνίζονται και αντιμετωπίζουν τις ίδιες προκλήσεις. Σποραδικά μόνο υπάρχουν κάποιες οπορτουνιστικές συμπεριφορές. Κυρίως αφορούν προμηθευτές μεγάλων επωνυμιών, οι οποίοι ζητούν αυξημένες τιμές από τους εμπόρους της λιανικής, τιμές υψηλότερες από τις δικές τους αυξήσεις κόστους.

– Στο τέλος της ημέρας, οι επιχειρήσεις επωφελούνται από τις υψηλές τιμές επειδή πωλούν τα προϊόντα τους πιο ακριβά ή πλήττονται επειδή μειώνεται η κατανάλωση;

– Στον δικό μας τομέα, της λιανικής και χονδρικής, ισχύει πράγματι το δεύτερο. Βλέπουμε τις πωλήσεις να αυξάνονται, και τους όγκους να μειώνονται. Παράλληλα, βλέπουμε αυξημένες πιέσεις στα περιθώρια των λιανεμπόρων. Είναι τάσεις που αντανακλώνται στα αποτελέσματα των εταιρειών του κλάδου. Βλέπουμε λοιπόν τέτοια σημάδια.

– Εχετε να παρατηρήσετε κάτι πιο ειδικό σε σχέση με την ελληνική αγορά; Ορισμένοι διερωτώνται αν χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων ή ενίσχυση των ελέγχων.

– Ενα ειδικό χαρακτηριστικό στην ελληνική αγορά λιανικής είναι ότι ο τομέας αποτελείται από πολύ μικρές επιχειρήσεις ή από αυτοαπασχολούμενους. Ο τομέας μας διεθνώς μετασχηματίζεται με ραγδαίους ρυθμούς και οι επιχειρήσεις του κλάδου οφείλουν να επενδύσουν στην ψηφιοποίηση όπως και στη βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων τους. Θα πρέπει επίσης να προσελκύσουν σύγχρονες δεξιότητες. Και η Ελλάδα χρειάζεται να υποστηρίξει αυτές τις απαιτούμενες αλλαγές μέσα στο σημερινό περιβάλλον του υψηλού πληθωρισμού, της περιορισμένης αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή και των αυξημένων πιέσεων στα περιθώρια της λιανικής. Προκειμένου οι επιχειρήσεις του κλάδου να επιβιώσουν και να καταστούν ανταγωνιστικές. Και συνήθως είναι πιο δύσκολο να αποκτάς πρόσβαση σε κυβερνητικά προγράμματα στήριξης όταν είσαι πολύ μικρή επιχείρηση. Είναι πιο εύκολο για τις κυβερνήσεις να στοχεύουν σε πιο μεγάλες επιχειρήσεις. Το ίδιο ισχύει και για τον τραπεζικό δανεισμό. Επομένως χρειάζεται ειδική προσοχή εδώ.

– Στη χώρα μας συχνά τίθεται το ερώτημα αν η κυβέρνηση πρέπει να μειώσει τον ΦΠΑ στα τρόφιμα. Από την άλλη, υπάρχουν και μεγάλες δημοσιονομικές ανάγκες. Ποια είναι η γνώμη σας για τον ρόλο των φόρων στις τιμές;

– Ενας αριθμός ευρωπαϊκών κυβερνήσεων έχει πράγματι εξετάσει το σενάριο μείωσης του ΦΠΑ μέσα στο σημερινό περιβάλλον του υψηλού πληθωρισμού. Υπάρχουν όμως συν και πλην. Βραχυπρόθεσμα, υπάρχει όφελος για τον καταναλωτή, ο οποίος έχει πρόσβαση σε χαμηλότερες τιμές. Μακροπρόθεσμα όμως είναι πιο σύνθετο. Εξαρτάται πάντως και από το ύψος του ΦΠΑ που ισχύει σε κάθε χώρα – είναι κάτι που λαμβάνει κανείς υπόψη προτού εξετάσει ένα τέτοιο μέτρο.

– Ορισμένοι ζητούν να τεθεί ένα πλαφόν στις τιμές των τροφίμων. Μπορεί να λειτουργήσει κάτι τέτοιο;

– Είναι ένα αίτημα το οποίο φτάνει συχνά αυτήν την περίοδο στο EuroCommerce. Το πλαφόν στις τιμές των τροφίμων θα ήταν ένα ιδιαίτερα στρεβλωτικό μέτρο. Αν την ώρα που αυξάνεται το κόστος λειτουργίας σου, όπως και το κόστος πώλησης των προϊόντων, δεν σου επιτρέπεται να αυξήσεις την τιμή του καταναλωτή, τότε θα έχεις ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στο περιθώριο του κλάδου το οποίο είναι ήδη πολύ χαμηλό: κατά μέσο όρο 1%-3%. Κι αυτό σε μια φάση που χρειάζεσαι χρήματα για να επενδύσεις στον μετασχηματισμό σου. Το πλαφόν στις τιμές θα ήταν ένα πραγματικά στρεβλωτικό μέτρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή