Να διευρύνει περαιτέρω το μερίδιό της στην ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών επιδιώκει η Nova, που δρομολογεί επενδύσεις της τάξεως των 2 δισ. ευρώ έως το 2027. Σύμφωνα με όσα ανέφεραν χθες, σε συνέντευξη Τύπου, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Παναγιώτης Γεωργιόπουλος και ο Chief Marketing Officer (CMO) Μιχάλης Αναγνωστάκος, η Nova κατά το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς αποτέλεσε τον ταχύτερα αναπτυσσόμενο πάροχο κινητής τηλεφωνίας και συνδρομητικής τηλεόρασης, βάσει του αριθμού των καθαρών νέων συνδέσεων και συνδρομών. Κατά το εν λόγω, δηλαδή, χρονικό διάστημα, η αγορά κινητής τηλεφωνίας διευρύνθηκε κατά 76.600 «καθαρές» συνδέσεις (market net adds), των οποίων το σύνολο απέκτησε η Nova. Στην αγορά κινητής, το μερίδιο της εταιρείας ανέρχεται στο 21,6%, με 3,2 εκατ. συνδέσεις σε σύνολο 14,8 εκατομμυρίων. Στη συνδρομητική τηλεόραση οι καθαρές νέες συνδέσεις διαμορφώθηκαν, κατά το πρώτο εξάμηνο, σε 63.000, από τις οποίες το 60%, ή 38.000, κατευθύνθηκε στη Nova.
Στη σταθερή τηλεφωνία η εταιρεία διαθέτει 1,2 εκατ. συνδρομητές, αριθμός που αντιστοιχεί σε μερίδιο αγοράς 26%. Εχει αναπτύξει 190.000 γραμμές οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι (FTTH), αριθμός που επιδιώκει να αυξήσει σε 250.000 και 500.000 στα τέλη του 2023 και του 2024 αντίστοιχα. Αυτή τη στιγμή η Nova αναπτύσσει οπτική ίνα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Μεγαλόπολη, Καλαμάτα, Λουτράκι και Κυπαρισσία. Επιδιώκοντας την περαιτέρω διείσδυση στην αγορά του 5G, η εταιρεία διαθέτει το δικό της τηλέφωνο, το NOVA 5G που αποτελεί προϊόν συνεργασίας με την κινεζική εταιρεία ZTE. Θα πωλείται έναντι 165 ευρώ ή θα διατίθεται δωρεάν για νέα προγράμματα unlimited (με απεριόριστη κατανάλωση).
Εως σήμερα η εταιρεία έχει επενδύσει 400 εκατ. ευρώ (από το σύνολο των προγραμματισμένων επενδύσεων 2 δισ.), από τα οποία 250 εκατ. ευρώ έχουν κατευθυνθεί στην ανάπτυξη του δικτύου 5G. Ωστόσο, όπως όλοι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι, η Nova βρίσκεται αντιμέτωπη με την αύξηση του κόστους και τον υψηλό πληθωρισμό και γι’ αυτό τάσσεται υπέρ της δυνατότητας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των συμβολαίων, κάτι που για την ώρα έχει αποκλειστεί.
Το αυξημένο κόστος και η αδυναμία αναπροσαρμογής των τιμολογίων βάσει του πληθωρισμού αντιτίθενται με την ατζέντα της Ελλάδας για να αναπτυχθούν οι υποδομές δικτύων νέας γενιάς, ανέφερε ο κ. Γεωργιόπουλος, απαντώντας σε ερώτηση της «Κ». Αυτή τη στιγμή υπολογίζεται ότι μόνο το 5% της χώρας έχει πρόσβαση σε δίκτυο οπτικής ίνας λόγω των υψηλών τιμών χονδρικής.