«The pain after the gain». Με αυτή τη φράση αποτύπωσαν διεθνή μέσα ενημέρωσης το τέλος εποχής πολλών εταιρειών που άνθησαν μέσα στην πανδημία αλλά «εξέπνευσαν» ή επλήγησαν μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων και την επιστροφή στην κανονικότητα. Ο λόγος για τις εταιρείες της λεγόμενης ταχείας παράδοσης ειδών παντοπωλείου, τις επιχειρήσεις που έφτιαχναν και προμήθευαν μάσκες, καθώς και άλλες που γνώρισαν εκρηκτική αύξηση πουλώντας προιόντα… για τη φροντίδα του well being κατά τη διάρκεια των lockdowns. Τέτοια, για παράδειγμα, ήταν η περίπτωση της Peloton, που είδε τις πωλήσεις οργάνων γυμναστικής που διέθετε να εκτοξεύονται κατά 250% το πρώτο τρίμηνο του 2020.
Και μπορεί η συγκεκριμένη φράση να δίνει την εντύπωση πως πρόκειται για φαινόμενο… αποκλειστικά του εξωτερικού, ωστόσο τελικά φαίνεται πως η κατάρρευση πολλών εταιρειών λαμβάνει διαστάσεις «πανδημίας», φτάνοντας έως και τη χώρα μας.
Η επιστροφή των καταναλωτών στα φυσικά καταστήματα αποτέλεσε το πρώτο πλήγμα – Η αύξηση του πληθωρισμού ήταν το δεύτερο και μοιραίο.
H πρωτοπόρος τουρκική εταιρεία ταχείας παράδοσης ειδών σούπερ μάρκετ Getir αποδείχθηκε το απόλυτο φαινόμενο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η υπόσχεσή της να φέρνει τα προϊόντα στα σπίτια των καταναλωτών σε λιγότερο από 15 λεπτά, αναπτύσσοντας το δικό της δίκτυο dark stores –ένα δίκτυο παντοπωλείων απ’ όπου οι υπάλληλοι της εταιρείας ετοιμάζουν τις παραγγελίες– προκάλεσε, εκείνη την περίοδο, επενδυτική φρενίτιδα. Μόλις πριν από 22 μήνες, η κεφαλαιοποίησή της είχε ανέλθει στα 11,8 δισ. δολ., ενώ τη διετία 2020-2021 μαζί με άλλες εταιρείες του κλάδου είχαν συγκεντρώσει 6,5 δισ. δολ. Αυτές όμως οι εποχές παρήλθαν για την Getir, αφού τελικά το quick commerce delivery αποδείχθηκε αρκετά ακριβό σπορ. Η ίδια, όπως και άλλες εταιρείες, βασίζονταν κυρίως στον τεράστιο όγκο κεφαλαίων που αντλούσαν από τα venture capitals, προκειμένου να «κερδίσουν» μερίδια αγοράς, κάνοντας ενίοτε τεράστιες εκπτώσεις και επιθετικό μάρκετινγκ. Και μπορεί αυτό το μοντέλο να λειτούργησε μέσα στην πανδημία, τώρα όμως που οι καταναλωτές επέστρεψαν στα φυσικά καταστήματα και ο πληθωρισμός έβαλε φρένο στους προϋπολογισμούς και στα πρόσθετα έξοδα (ελάχιστη παραγγελία, έξοδα διανομέα κ.λπ.), η λάμψη του έχει αρχίσει να χάνεται. Στο μεταξύ, οι επενδυτές άρχισαν να απομακρύνονται από εταιρείες που καίνε διαρκώς κεφάλαια. Σύμφωνα με τους Financial Times, η εταιρεία τον Σεπτέμβριο βρισκόταν σε συζητήσεις για να αντλήσει κεφάλαια σε αποτίμηση 2,5 δισ. δολ., δηλαδή περίπου 80% κάτω από τα επίπεδα του 2022. Για να «μαζέψει» τα οικονομικά της και να στραφεί προς την κερδοφορία, η Getir έκανε περικοπές και διέκοψε τις υπηρεσίες της σε Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία αλλά και στη Γαλλία. Πλέον συνεχίζει τη λειτουργία της, σε αντίθεση με ανταγωνιστές της που είτε απορροφήθηκαν από άλλους παίκτες είτε δεν κατάφεραν να επιβιώσουν στη νέα αυτή πραγματικότητα.
Το ίδιο συνέβη και σε εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στη χώρα μας. Μέσα στην εβδομάδα έγινε γνωστό πως η νεοφυής εταιρεία InstaShop, το «χρυσό» ντιλ των 360 εκατ. δολ., αποτέλεσε την έκτη πλατφόρμα quick commerce που τερματίζει τις υπηρεσίες της στη χώρα μας, από την 31η Δεκεμβρίου. Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2015 από τον Γιάννη Τσιώρη και την Ιωάννα Αγγελιδάκη, εξαγοράστηκε από τον όμιλο Delivery Hero και λάνσαρε την υπηρεσία της στην Ελλάδα το 2020. Εκτοτε διατηρούσε συνεργασίες με αλυσίδες σούπερ μάρκετ, όπως My Market, «AB Βασιλόπουλος», «Θανόπουλος», αλυσίδες λιανεμπορίου «Κωτσόβολος», Pet City κ.λπ. Βέβαια, η εταιρεία συνεχίζει τη δραστηριότητά της στον αραβικό κόσμο, αποφασίζοντας να εστιάσει σε αγορές με μεγαλύτερους τζίρους. Ετσι, άφησε απέξω την Ελλάδα, απόφαση που επιβεβαιώνουν και τα αποτελέσματά της. Το 2022, ο τζίρος της αυξήθηκε μεν στα 3,18 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το 2021, υπερδιπλασιάστηκαν όμως και οι ζημίες, φτάνοντας στα 3,55 εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 1,23 εκατ. το 2021. Πάντως, η InstaShop απασχολούσε πάνω από 100 εργαζομένους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ενώ πληροφορίες αναφέρουν πως περίπου 70 μηχανικοί καθώς και εργαζόμενοι σε άλλες θέσεις (hr, accounting) σχεδιάζεται να παραμείνουν στην εταιρεία. Από την πλευρά των ιδρυτών, ο κ. Τσιώρης ανέλαβε διευθύνων σύμβουλος στην εταιρεία τεχνολογίας Revotech, αποχωρώντας τον περασμένο Νοέμβριο από την InstaShop. Αντίστοιχη περίπου εξέλιξη είχε και η pop market. Η νεοφυής εταιρεία γεννήθηκε μέσα στην πανδημία, αλλά δύο χρόνια μετά αποφάσισε να τερματίσει τη λειτουργία της. Βραχύς ήταν ο βίος και άλλων εταιρειών, όπως η Rocket και η Rabbit, που είχαν μεν ανακοινώσει πανηγυρικά την έναρξη λειτουργίας τους αλλά δεν μακροημέρευσαν.
Οι πολίτες έβγαλαν τις μάσκες, οι εταιρείες έβαλαν λουκέτο
Πάνε περίπου τριάμισι χρόνια από τότε που όλοι έψαχναν να βρουν μάσκες για να προστατευθούν από την έξαρση του κορωνοϊού. Μάλιστα, αυτές ήταν τόσο περιζήτητες που έφτασαν να πωλούνται σε τιμές εξωφρενικές, ακόμη και… στη μαύρη αγορά. Επιχειρήσεις πρόσθεσαν γραμμές παραγωγής για να μπορέσουν να τις παράγουν, ενώ άλλες βρήκαν ευκαιρία να βγάλουν κέρδος «ποντάροντας» στην ανάγκη αλλά και στη γενικότερη φρενίτιδα εκείνης της περιόδου.
Το 2020, οι μάσκες γίνονταν όλο και πιο δυσεύρετες, ενώ η Κίνα που κατείχε το μεγαλύτερο ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής είχε επιβάλει περιορισμούς στις εξαγωγές. Σταδιακά, η πανδημία αποκλιμακώθηκε, τα περιοριστικά μέτρα άρχισαν να αίρονται, και οι πολίτες είπαν «αντίο» στις μάσκες. Η εξέλιξη αυτή, φυσικά, δεν άφησε αλώβητες αυτές τις επιχειρήσεις, πολλές εκ των οποίων έχουν πλέον άδοξο τέλος. Πριν από λίγες ημέρες, δύο αμερικανικές εταιρείες που έφτιαχναν τις μάσκες Ν95, αποφάσισαν να διακόψουν τη λειτουργία τους καθώς τα μειωμένα έσοδα από τις πωλήσεις μασκών δεν είναι ικανά να καλύψουν το κόστος λειτουργίας τους.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times, η Project N95 ανακοίνωσε πως αύριο, 18 Δεκεμβρίου, θα σταματήσει να πουλάει μάσκες και θα διακόψει τη δραστηριότητά της. «Με τον καιρό είδαμε μειωμένη ζήτηση για μάσκες», είπε στους New York Times η επικεφαλής της εταιρείας, Ανι Μίλερ. Λουκέτο όμως σχεδιάζει να βάλει και η Mask-C έως το τέλος του έτους, η οποία ανακοίνωσε πως «δυστυχώς, εξαιτίας των συνθηκών πέρα του δικού μας ελέγχου, πήραμε τη δύσκολη απόφαση να βάλουμε λουκέτο». Προσπάθειες να ανακάμψει και να επιστρέψει στην κερδοφορία κάνει και η μαλαισιανή εταιρεία Top Glove, της οποίας τα χειρουργικά γάντια έγιναν ανάρπαστα το 2020, αφού για πολλούς αποτέλεσαν ένα επιπλέον μέσο προστασίας από τον κορωνοϊό. Είναι γεγονός ότι η εισηγμένη εταιρεία είδε τη μετοχή της να τετραπλασιάζεται εκείνη την περίοδο. Τα θετικά νέα ωστόσο δεν κράτησαν πολύ, μια και προς τα τέλη του 2021 τα έσοδά της άρχισαν να μειώνονται κατά 67%, ενώ το τρίμηνο που τελείωσε τον Αύγουστο του 2023 κατέγραψε ζημίες 134 εκατ.δολ. Οι online αγορές αλλά και η γυμναστική αποτέλεσαν δύο από τις κυριότερες ενασχολήσεις κατά τη διάρκεια των συνεχόμενων lockdowns, γεγονός που εκτόξευσε τα έσοδα της δημοφιλούς εταιρείας οργάνων γυμναστικής Peloton.
Τον Μάιο του 2020, η εταιρεία κατέγραψε αύξηση πωλήσεων κατά 66%, ενώ οι συνδρομές για τις υπηρεσίες της (διαδικτυακή παρακολούθηση μαθημάτων γυμναστικής) σημείωσαν άνοδο 94%. Καθώς όμως η πανδημία υποχωρούσε και ο κόσμος επέστρεφε στα γυμναστήρια, η ανοδική πορεία της εταιρείας ανακόπηκε απότομα.
Τον Νοέμβριο, η μετοχή της σημείωσε πτώση 34%, ενώ είχε προηγηθεί ανακοίνωση για ζημίες ύψους 376 εκατ. δολ. το πρώτο τρίμηνο του 2021. Εξίσου ζοφερή ήταν η εικόνα που παρουσίασε η εταιρεία και για τους επόμενους μήνες. «Το γεγονός ότι η Peloton έπεσε σε δυσμένεια σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα είναι πραγματικά εντυπωσιακό», σχολιάζει στο Business Insider o Τζέιμς Χάρντιμαν, αναλυτής στην επενδυτική εταιρεία Wedbush, περιγράφοντας τον βραχύ βίο εταιρειών που άνθησαν μέσα στην πανδημία και κατέρρευσαν κατά την επιστροφή στην κανονικότητα.