Προειδοποίηση για τριπλασιασμό του κρατικού χρέους της Βρετανίας σε 50 χρόνια, πάνω από το 270% του ΑΕΠ, απευθύνει ο επίσημος οργανισμός δημοσιονομικών προβλέψεων της χώρας, με φόντο την εκτίναξη των δαπανών για την υγεία αλλά και του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βρετανίας εκτιμά ότι η αύξηση των δαπανών για την υγεία θα είναι ο μεγαλύτερος παράγοντας πίσω από την επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης της Βρετανίας, καθώς τα σχετικά έξοδα αναμένεται να διπλασιαστούν στο 14,5% του ΑΕΠ στο πλαίσιο της μακροπρόθεσμης πρόβλεψης. Αιτία είναι η γήρανση του πληθυσμού. «Οι προβλέψεις αυτές δείχνουν ότι το χρέος θα βρεθεί σε ένα μη βιώσιμο μονοπάτι τα επόμενα 50 χρόνια», αναφέρει ο οργανισμός στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσής του. Το χρέος του Ηνωμένου Βασιλείου έχει ήδη φθάσει σχεδόν στο 100% του ΑΕΠ, στα υψηλότερα επίπεδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, καθώς οι κρατικές δαπάνες εκτινάχθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.
Και όπως προειδοποιεί το Γραφείο Προϋπολογισμού, οι αυξημένες δαπάνες για την υγεία και τις συντάξεις, το κόστος της κλιματικής μετάβασης και η αποπληρωμή των τόκων, σε συνδυασμό με τη μείωση των εσόδων από τους φόρους στα καύσιμα, θα οδηγήσουν τις ανάγκες δανεισμού υψηλότερα. Συγκεκριμένα υπολογίζει ότι οι δαπάνες για την αποπληρωμή των τόκων θα τετραπλασιαστούν, καθώς θα αυξάνεται το ύψος του χρέους. «Οι δύο τελευταίες δεκαετίες είδαν τη βρετανική οικονομία να πλήττεται από μια σειρά μεγάλων σοκ, με τη μορφή της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, μιας πανδημίας και μιας ενεργειακής κρίσης», τονίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού και προσθέτει πως «τα δημόσια οικονομικά βρίσκονται υπό πίεση μετά από αυτά τα σοκ».
Βασική αιτία επιδεί- νωσης των δημοσιο- νομικών η γήρανση του πληθυσμού και η αύξηση των δαπανών για την υγεία.
Η προειδοποίηση έρχεται την ώρα που η υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς προσπαθεί να εξοικονομήσει χρήματα για να καλύψει την τρύπα ύψους 22 δισ. λιρών στα δημόσια οικονομικά της Βρετανίας, ενόψει της κατάθεσης του πρώτου κρατικού προϋπολογισμού στις 30 Οκτωβρίου. Η υπουργός Οικονομικών έχει μιλήσει για έναν προϋπολογισμό λιτότητας, με περιορισμό των δαπανών και αύξηση των φόρων. Αντιμετωπίζει, ωστόσο, αντιδράσεις από τους βουλευτές των Εργατικών για τις περικοπές. Οι δριμύτερες επικρίσεις εναντίον της αφορούν ειδικότερα την απόφαση της υπουργού να καταργήσει τις επιδοτήσεις στα καύσιμα για τη θέρμανση στο σύνολο του πληθυσμού, πλην των κατώτερων εισοδηματικά συνταξιούχων. Εκφράζοντας την αντίθεσή τους στο μέτρο, πάνω από 50 βουλευτές του κόμματος απείχαν από τη σχετική ψηφοφορία. Η κ. Ριβς επιμένει, ωστόσο, πως έλαβε τη «σωστή απόφαση» και προϊδεάζει τους ψηφοφόρους ότι επίκεινται και νέες σκληρές αποφάσεις στο εγγύς μέλλον.
Οι δυσοίωνες αυτές προειδοποιήσεις αφενός από το Γραφείο Προϋπολογισμού και αφετέρου από την υπουργό Οικονομικών βρίσκουν τη βρετανική οικονομία σε μια δυσάρεστη συγκυρία, καθώς τα τελευταία στοιχεία καταδεικνύουν πως παρέμεινε σε στασιμότητα τον Ιούλιο, ενώ οι οικονομικοί αναλυτές είχαν προβλέψει αύξηση του βρετανικού ΑΕΠ κατά 0,2%. Η εικόνα της βρετανικής οικονομίας αποτελεί πλήγμα για τη νεοπαγή κυβέρνηση που έχει κατατάξει στις βασικές προτεραιότητές της την τόνωση της ανάπτυξης. Μιλώντας στο BBC η Ρέιτσελ Ριβς προσπάθησε πάντως να σκιαγραφήσει μια πιο ευοίωνη εικόνα της οικονομίας και των προοπτικών της για ανάπτυξη, αλλά προειδοποίησε πως ενδέχεται να υπάρξουν νέα μέτρα λιτότητας μέσα στους φθινοπωρινούς μήνες. Οπως τόνισε, «ο προϋπολογισμός που θα παρουσιαστεί στις 30 Οκτωβρίου θα απαιτεί δύσκολες αποφάσεις σε θέματα φορολογίας, δαπανών και κοινωνικού κράτους». Εντείνεται, έτσι, η φημολογία στη χώρα γύρω από το ποιους φόρους σκοπεύει να αυξήσει ή ακόμη και για το κατά πόσον σκοπεύει τελικά να παραμείνει προσηλωμένη στους στόχους που έχει θέσει για τον περιορισμό του χρέους ή πρόκειται να χαλαρώσει την πολιτική της και να παρατείνει το σχετικό χρονοδιάγραμμα. Σε περίπτωση που χαλαρώσει κάπως τους στόχους της κυβέρνησης για τη μείωση του δανεισμού της χώρας, η κ. Ριβς θα έχει μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών στη φορολογική πολιτική της και στα σχέδιά της για τις περικοπές δαπανών. Μέχρι στιγμής, πάντως, έχει αποφύγει να αλλοιώσει τους στόχους.
Μιλώντας, πάντως, στο BBC η υπουργός Οικονομικών προσπάθησε να εμπνεύσει αισιοδοξία στους Βρετανούς υποσχόμενη πως «αν μπορέσουμε να επαναφέρουμε τη σταθερότητα στην οικονομία μας, αν καταφέρουμε να προσελκύσουμε ξανά επενδύσεις στη Βρετανία, η ανταμοιβή μας για όλα αυτά θα είναι η οικονομική ανάπτυξη, οι καλές θέσεις εργασίας, οι συνετοί μισθοί σε όλα τα τμήματα της χώρας και έτσι θα μπορέσουμε να υλοποιήσουμε το τεράστιο δυναμικό που έχουμε ως χώρα».